Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Η «αστυνομική μπότα» που σκότωσε τον Φλόιντ στις ΗΠΑ καταδικάστηκε σε υπόθεση από το ΕΔΔΑ ως εξευτελιστική μεταχείριση

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Η «αστυνομική μπότα» που σκότωσε τον Φλόιντ στις ΗΠΑ καταδικάστηκε σε υπόθεση από το ΕΔΔΑ ως εξευτελιστική μεταχείριση

Προ μηνών, ο Τζορτζ Φλόιντ έχανε κατά τη σύλληψή του τη ζωή του στις ΗΠΑ όταν αστυνομικός με το γόνατο και την μπότα του τον πίεζε στον αυχένα, παρά το γεγονός πως ο ίδιος έλεγε πως δεν μπορεί να ανασάνει.

Το περιστατικό προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων και διαδηλώσεων, ενώ τώρα έρχεται και μία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) να δικαιώσει μία προσφεύγουσα από τη Μολδαβία και να επιδικάσει αποζημίωση υπέρ της για την χρήση «αστυνομικής μπότας».

Βάσει της απόφασης του μιλάει για εξευτελιστική μεταχείριση της σύμφωνα με διεθνείς συμβάσεις και επιδίκασε αποζημίωση ποσό 4.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 380 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.

Όπως αναφέρει το ΕΔΔΑ, οι αστυνομικοί έπιασαν τα χέρια της προσφεύγουσας, τα έστριψαν και τα γύρισαν στην πλάτη της, της έβαλαν χειροπέδες και την ακινητοποίησαν στο έδαφος με το πόδι του αστυνομικού. Το μπλουζάκι της στο οποίο υπήρχε στο πίσω μέρος του αποτύπωμα της μπότας του αστυνομικού, διατηρήθηκε ως αποδεικτικό στοιχείο.

Η υπόθεση αφορούσε ασκηθείσα αστυνομική βία κατά τη διάρκεια εφόδου της αστυνομίας. Τον Μάιο του 2013, η αστυνομία, συμπεριλαμβανομένης μιας μονάδας ειδικών δυνάμεων, έκανε έφοδο στο διαμέρισμα στο οποίο ζούσαν η προσφεύγουσα και ο σύζυγός της στο πλαίσιο έρευνας για υποτιθέμενη κλοπή ηλεκτρικών διακοπτών, απορρυπαντικών και αλκοολούχων ποτών.

Την ίδια ημέρα, η προσφεύγουσα κατήγγειλε την αστυνομία για υπερβολική χρήση βίας. Μια ιατρική έκθεση την επόμενη μέρα κατέγραψε μωβ-μπλε μώλωπες στην πλάτη, το αριστερό αντιβράχιο και το γόνατο. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τραυματισμοί πιθανότατα προκλήθηκαν υπό περιστάσεις όπως περιγράφονται από την προσφεύγουσα, οι οποίες περιλάμβαναν τη συστροφή των χεριών πίσω στη πλάτη, με χειροπέδες και όντας αναγκασμένη να βρίσκεται στο έδαφος.

Πριν την προσφυγή στο ΕΔΔΑ, είχε αποτανθεί στην Εισαγγελία της περιοχής όπου αν και είχε αναγνωριστεί ως θύμα, δεν προχώρησε σε ποινική έρευνα. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Εισαγγελίας οι αρχές ενήργησαν στο πλαίσιο νόμιμων εντολών για τη διενέργεια έρευνας και την αποτροπή καταστροφής κλεμμένων αντικειμένων.

Ίδια τύχη είχαν και οι καταγγελίες της προσφεύγουσας στο ΕΔΔΑ τον Αύγουστο του 2013 στον Ανώτατο Εισαγγελέα και τον Οκτώβριο του 2013 στον ανακριτή του Επαρχιακού Δικαστηρίου της Botanica.

Αγνοήθηκε το αποτύπωμα στην μπλούζα

Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, όντως «η προσφεύγουσα αρνήθηκε να ανοίξει την πόρτα στην αστυνομία, ακόμη και αφού της επιδείχθηκε ένταλμα έρευνας. Εκείνη την ώρα, επομένως, δεν συνεργάστηκε με τις αρχές. Είναι αλήθεια ότι, την τελευταία στιγμή, ο σύζυγός της άνοιξε την πόρτα, δίνοντας έτσι ένα πρώτο σημάδι υπακοής στις εντολές της αστυνομίας».

Το ΕΔΔΑ, όμως, επισήμανε ότι καμία από τις αρχές δεν έδωσε σημασία στον ισχυρισμό της προσφεύγουσας, ότι είχε αποτύπωμα στην πλάτη της μπλούζας της από πάτημα ποδιού, καθώς ένα μέλος των Ειδικών Δυνάμεων την είχε πιέσει στο πάτωμα προς τα κάτω με το πόδι του, όταν ήταν ήδη υπό τον έλεγχο τουλάχιστον δύο αστυνομικών των Ειδικών Δυνάμεων ειδικά εκπαιδευμένων για ακινητοποίηση υπόπτων και όταν, όπως αναγνωρίζεται από έναν αριθμό ανθρώπων, μετά βίας ήταν σε θέση να κινηθεί.

Επιπλέον, η εισαγγελία και τα δικαστήρια δεν προέβησαν σε ανάλυση του τρόπου με τον οποίο είχε προγραμματιστεί η επιχείρηση, προκειμένου να καθοριστεί εάν έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα για την ελαχιστοποίηση της βίας ή την πρόληψη τραυματισμών σε εκείνους που βρίσκονται μέσα στο διαμέρισμα. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στις αποφάσεις που ελήφθησαν για επαλήθευση της ύπαρξης και της πηγής των «επιχειρησιακών πληροφοριών» σύμφωνα με τις οποίες ο ύποπτος είχε στην κατοχή του όπλα.

Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ μιλάει για ανύπαρκτο εφεδρικό σχέδιο παρά το γεγονός πως οι αστυνομικοί γνώριζαν από την προηγούμενη ημέρα πως οι ύποπτοι μπορεί να κατείχαν όπλα. «Επιπλέον, όταν αποφασίστηκε τελικά να καλέσουν τις ειδικές δυνάμεις , οι τελευταίοι δεν είχαν πλήρη επίγνωση της επιχείρησης έως ότου κλήθηκε ο διοικητής της μονάδας περίπου στις 1.45 μ.μ. Στη συνέχεια, οι Ειδικές Δυνάμεις μετέβησαν στον χώρο, έλαβαν συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση στο διαμέρισμα, και έπρεπε να πραγματοποιήσουν τη δική τους εκτίμηση της κατάστασης επί τόπου. Αυτό σημαίνει ότι οι Ειδικές Δυνάμεις έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν σε πολλές από τις ενέργειές τους, καθιστώντας την πιθανότητα της χρήσης υπερβολικής δύναμης πιο πιθανή από ό,τι αν η όλη επιχείρηση είχε προγραμματιστεί διεξοδικά».

Η απόφαση του Δικαστηρίου

Όπως προσθέτει, «οι πληροφορίες αυτές έκαναν απαραίτητη τη χρήση των ειδικών δυνάμεων, με τις σχετικές συνέπειες στη χρήση βίας. Ούτε η Εισαγγελία, ούτε ο δικαστής εξέτασαν εάν οι Ειδικές Δυνάμεις είχαν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ειδικά μέσα εναντίον μιας γυναίκας σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 8 του ν. 218. Αξίζει να σημειωθεί, ότι δεν εξετάστηκε αν είχε επιτεθεί στους αστυνομικούς ή είχε αντισταθεί με έναν τρόπο που ήταν επικίνδυνο για τους τη ζωή και την υγεία άλλων ανθρώπων. Ως εκ τούτου, ακόμη και η νομιμότητα της χρήσης βίας δεν επαληθεύτηκε πλήρως από τις εγχώριες αρχές. Επιπλέον, οι αρχές δεν εντόπισαν ποιοι συγκεκριμένοι αστυνομικοί κακομεταχειρίστηκαν την προσφεύγουσα, ιδίως πιέζοντάς την στο πάτωμα με το πόδι».

Το ΕΔΔΑ εκτίμησε ότι η προσφεύγουσα δεν τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια μιας τυχαίας επιχείρησης με απροσδόκητη εξέλιξη, στην οποία η αστυνομία θα μπορούσε να κληθεί να αντιδράσει χωρίς προηγούμενη προετοιμασία. Αντίθετα, οι αρχές είχαν αρκετό χρόνο για να προγραμματίσουν την πιθανότητα άρνησής της να ανοίξει την πόρτα και να οργανώσουν την έρευνα, γνωρίζοντας για τα όπλα που πιθανόν θα υπήρχαν στο σπίτι. Ωστόσο, τα γεγονότα μαρτυρούν απόλυτη έλλειψη προγραμματισμού, καθώς η αστυνομία και οι Ειδικές Δυνάμεις δεν προέβλεψαν τις εξελίξεις, αλλά απλά αντέδρασαν σε αυτές.

Το ΕΔΔΑ κατέληξε επομένως στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η προσφεύγουσα και ο ανεπαρκής σχεδιασμός της επιχείρησης, που επέτρεψε πάρα πολλά περιθώρια αυτοσχεδιασμού και, συνεπώς, πιθανή χρήση υπερβολικής βίας, ισοδυναμούσαν με εξευτελιστική μεταχείριση κατά παράβαση του άρθρου 3 της Σύμβασης.

Οι πληροφορίες αυτές έκαναν απαραίτητη τη χρήση των ειδικών δυνάμεων, με τις σχετικές συνέπειες στη χρήση βίας. Ούτε η Εισαγγελία, ούτε ο δικαστής εξέτασαν εάν οι Ειδικές Δυνάμεις είχαν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ειδικά μέσα εναντίον μιας γυναίκας, σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 8 του ν. 218. Αξίζει να σημειωθεί, ότι δεν εξετάστηκε αν είχε επιτεθεί στους αστυνομικούς ή είχε αντισταθεί με έναν τρόπο που ήταν επικίνδυνο για τους τη ζωή και την υγεία άλλων ανθρώπων. Ως εκ τούτου, ακόμη και η νομιμότητα της χρήσης βίας δεν επαληθεύτηκε πλήρως από τις εγχώριες αρχές. Επιπλέον, οι αρχές δεν εντόπισαν ποιοι συγκεκριμένοι αστυνομικοί κακομεταχειρίστηκαν την προσφεύγουσα, ιδίως πιέζοντάς την στο πάτωμα με το πόδι.

Το πιο σημαντικό, αν και οι Εισαγγελείς και ο Ανακριτής επιβεβαίωσαν ότι χρησιμοποιήθηκε βία σε περιστάσεις που προβλέπονται από το νόμο (δηλαδή, αντίσταση σε νόμιμες εντολές της αστυνομίας και ανάγκη εξουδετέρωσης τυχόν δυνητικού κινδύνου από όπλα), δεν υπήρχε συγκεκριμένη ανάλυση του βαθμού βίας που χρησιμοποιήθηκε. Με άλλα λόγια, αφού διαπιστώθηκε ότι η βία είχε χρησιμοποιηθεί νόμιμα εναντίον της προσφεύγουσας και του συζύγου της, οι αρχές δεν εξακρίβωσαν εάν μια τέτοια βία ήταν υπερβολική με βάση τα πραγματικά γεγονότα.

Πηγή: echrcaselaw.com

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ