Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

ΕΔΔΑ: Απόφαση για “καψόνι” που οδήγησε στο θάνατο φοιτητή

NEWSROOM icon
NEWSROOM
ΕΔΔΑ: Απόφαση για “καψόνι” που οδήγησε στο θάνατο φοιτητή

Μπορεί τα καψόνια να είναι πρακτική που εφαρμόζεται στους νεοσύλλεκτους στο στρατό σε πολλές χώρες στον Κόσμο, ωστόσο στην Πορτογαλία τα καψόνια αποτελούν και φοιτητική παράδοση, και μάλιστα η πρόκληση αυτή για τους νεαρούς φοιτητές είναι πολλές φορές επικίνδυνη, με αποτέλεσμα ένας 21χρονος και οι φίλοι του να χάσουν τη ζωή τους σε παραλία του Ατλαντικού. Ο πατέρας του επιδιώκοντας δικαίωση για τον άδικο χαμό του γιου του προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υποστηρίζοντας ότι ο θάνατος του παιδιού του προκλήθηκε από την ανυπαρξία νομικού πλαισίου που να ρυθμίζει τέτοιου είδους ενέργειες στα πορτογαλικά πανεπιστήμια, και παραπονέθηκε ότι η έρευνα στην πατρίδα του σχετικά με τις περιστάσεις  του θανάτου του γιου του ήταν αναποτελεσματική.

Στα ‘θυμωμένα” νερά του Ατλαντικού μαζί με το γιο του Tiago Campos  άλλοι έξι φοιτητές ξαφνιάστηκαν και παρασύρθηκαν στη  θάλασσα από ένα μεγάλο κύμα. Μόνο ένας από αυτούς κατόρθωσε να επιστρέψει στην παραλία και επέζησε. Υπέφερε από υποθερμία και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Η συγκέντρωση των φοιτητών στην παραλία Meco τη νύχτα της 14ης Δεκεμβρίου 2013, συνδέεται με το έθιμο Praxe (φοιτητική πορτογαλική παράδοση που περιλαμβάνει καψόνια/προκλήσεις).

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ειδικότερα ότι η ποινική έρευνα δεν είχε ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 2 της Σύμβασης. Επισήμανε ότι θα μπορούσαν να διαταχθούν ορισμένα επείγοντα μέτρα την επόμενη μέρα της τραγωδίας, όπως η απαγόρευση πρόσβασης στο σπίτι που είχαν διαμείνει τα θύματα, εγκληματολογική εξέταση, κατάσχεση των ρούχων και των αντικειμένων και λήψη μαρτυρικών καταθέσεων. Παραβίαση της διαδικαστικής πτυχής του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2 της ΕΣΔΑ).

Το Στρασβούργο ωστόσο, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε νομικό κενό όσον αφορά τα συγκεκριμένα «καψόνια» στην Πορτογαλία, παρατηρώντας ότι η εθνική νομοθεσία όντως καθόρισε μια σειρά ποινικών, αστικών και πειθαρχικών διατάξεων που αποσκοπούν στην πρόληψη, καταστολή και τιμωρία αδικημάτων που έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των ατόμων ή τη σωματική ή ψυχολογική τους ακεραιότητα. Παρότι, αναγνώρισε το αναμφισβήτητα τραγικό χαρακτήρα της υπό κρίση υπόθεσης, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι δεν απεδείχθη ότι  το κράτος δεν είχε εκπληρώσει τις θετικές υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 2 και επομένως δεν ήταν υπεύθυνο για το θάνατο του γιου του προσφεύγοντος. Μη παραβίαση της ουσιαστικής πτυχής του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2) .

Έτσι υποχρεώνει την Πορτογαλία να καταβάλει στον προσφεύγοντα πατέρα 13.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 7.118,51 ευρώ για έξοδα.

Η τραγωδία

Η τραγωδία είχε λάβει εκτενής κάλυψη από τον Πορτογαλικό Τύπο όταν το άψυχο σώμα του γιου του προσφεύγοντα που φοιτούσε στο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Lusófona (Universidade Lusófona de Humanidades e Tecnologias) στη Λισαβόνα. βρέθηκε το πρωί της 15ης Δεκεμβρίου 2013. Την ίδια μέρα η  εισαγγελία κίνησε ποινική έρευνα για να προσδιορίσει τις συνθήκες της τραγωδίας ενώ παράλληλα την ίδια ημέρα πραγματοποιήθηκε αυτοψία στο σώμα του Tiago Campos. Οι τοξικολογικές δοκιμές αποκάλυψαν ότι είχε αλκοόλ στο αίμα του (0,85 g / l ) και είχε καταναλώσει ινδική κάνναβη.

Τις επόμενες ημέρες βρέθηκαν τα σώματα των άλλων πέντε θυμάτων και πραγματοποιήθηκαν αυτοψίες. Ο Εισαγγελέας αποφάσισε να χαρακτηρίσει τον φάκελο εμπιστευτικό λόγω της ευρείας κάλυψης της υπόθεσης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Στις 9 Ιανουαρίου 2014 το διαμέρισμα των θυμάτων καθαρίστηκε. Ο καθαριστής βρήκε μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα (colher de pau) εκεί, που συμβολίζει το έθιμο Praxe και χρησιμοποιείται σε αυτού του είδους τα καψόνια.  Στις 5 Φεβρουαρίου 2014, ο επιζών φοιτητής κατέθεσε στους ανακριτές ότι ο Tiago Campos  σηκώθηκε ξαφνικά επειδή κρύωσε και εκείνη τη στιγμή χτυπήθηκε από κύμα. Όλοι όσοι βρίσκονταν εκεί στη συνέχεια παρασύρθηκαν από τα κύματα.

Στις 25 Φεβρουαρίου 2014 ο προσφεύγων και άλλοι γονείς θυμάτων κατέθεσαν μήνυση κατά του  του νεαρού και κατά ατόμου ή πρόσωπα αγνώστου ταυτότητας για ανθρωποκτονία εξ αμέλειας και για το γεγονός ότι έθεσαν τη ζωή των άλλων σε κίνδυνο.

Υποστήριξαν ότι κατά τη στιγμή του συμβάντος τα θύματα στέκονταν δεμένα με τα μάτια τους επίσης δεμένα και με την πλάτη τους στραμμένη προς τη θάλασσα, μετά από πρόκληση του επιζώντα συμφοιτητή τους.

Στις 28 Ιουλίου 2014, η εισαγγελία έθεσε την υπόθεση στο αρχείο. Ο προσφεύγων και άλλοι γονείς των θυμάτων άσκησαν έφεση κατά της απόφασης αυτής και ζήτησαν την έναρξη δικαστικής έρευνας. Η έρευνα ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2014 και αποδόθηκαν κατηγορίες στον  νεαρό.

Στις 4 Μαρτίου 2015, το ποινικό δικαστήριο εξέδωσε απόφαση επικυρώνοντας την  εισαγγελική απόφαση αρχειοθέτησης της υπόθεσης. Ο προσφεύγων άσκησε έφεση. Το Εφετείο της Evora αποφάνθηκε  ότι τα θύματα ήταν ενήλικα και ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να δείχνουν ότι  στερήθηκαν της προσωπικής τους αυτονομίας κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου Σαββατοκύριακου.

Στις 29 Δεκεμβρίου 2015 ο προσφεύγων πατέρας, (Soares Campos) κατέθεσε επίσης αγωγή αποζημιώσεως κατά του επιζώντα της τραγωδίας και του Συνεταιρισμού Κατάρτισης και Πολιτιστικών Εκδηλώσεων, ζητώντας αποζημίωση ύψους 150.000 ευρώ. Οι εν λόγω  διαδικασίες εξακολουθούν να εκκρεμούν από τον Απρίλιο του 2018.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή-διαδικαστική πτυχή)

Όσον αφορά τις έρευνες που διεξήχθησαν μετά από θάνατο, το Δικαστήριο επανέλαβε ότι, για να είναι αποτελεσματική η έρευνα, οι αρχές έπρεπε να λάβουν όλα τα εύλογα μέτρα που είχαν στη διάθεσή τους για να διασφαλίσουν τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το περιστατικό.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η έρευνα ξεκίνησε την ημέρα μετά το θάνατο του γιου του προσφεύγοντος και των φίλων τους και ότι η ιατροδικαστική εξέταση πραγματοποιήθηκε  την ίδια μέρα στο σώμα του Tiago Campos.

Μια επιχείρηση διάσωσης από αέρα-  και θάλασσα είχε ξεκινήσει για να βρει τα σώματα των υπολοίπων θυμάτων και οι αυτοψίες  πραγματοποιήθηκαν μόλις βρέθηκαν τα σώματα. Επιπλέον, η υπόθεση είχε προσελκύσει  εκτεταμένη κάλυψη από τα ΜΜΕ τα οποία είχαν αναφέρει από πολύ νωρίς πιθανότητα καψονιού που κατέληξε σε τραγωδία.

Καθυστέρηση έρευνας και αναπαράσταση

Όσον αφορά την έρευνα, το Δικαστήριο έκρινε ότι θα μπορούσαν να ληφθούν τα ακόλουθα επείγοντα μέτρα από το γραφείο του εισαγγελέα μόλις πληροφορήθηκε για το  περιστατικό:

Πρώτον, το σπίτι στο οποίο είχαν διαμείνει τα θύματα θα μπορούσε να έχει ασφαλιστεί και να αποκλείεται η πρόσβαση σε πρόσωπα που δεν έχουν σχέση με την έρευνα, προκειμένου να αποφευχθεί η απώλεια αποδεικτικών στοιχείων και να αποφευχθεί ο καθαρισμός του διαμερίσματος στις 9.1.2014. Το Δικαστήριο εξεπλάγην όταν έμαθε ότι ο J.G. (σ.σ. επιζώντας φοιτητής) και οι συγγενείς του, οι οικογένειες των θυμάτων και οι τρίτοι είχαν απεριόριστη πρόσβαση στο σπίτι.

Δεύτερον, ενώ η επιθεώρηση του χώρου ενός συμβάντος θα πρέπει κανονικά να διεξάγεται το συντομότερο δυνατόν, η εγκληματολογική εξέταση του σπιτιού δεν πραγματοποιήθηκε μέχρι τις 11.2.2014. Ωστόσο, τα αντικείμενα στο σπίτι και στην παραλία Meco είχαν ενδεχομένως σημαντικές και ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Αφαίρεση αυτών των αντικειμένων και η σφράγισή τους  για ερευνητικούς σκοπούς θα εμπόδιζε την ανάμειξη ορισμένων ατόμων και εμπόδισε την αστυνομία να τα ανακτήσει εκ νέου στη συνέχεια.

Τρίτον, τα ρούχα που φορούσε ο J.G. τη νύχτα της τραγωδίας, και ο υπολογιστής του, θα μπορούσαν να έχουν κατασχεθεί  αμέσως. Δεν κατασχέθηκαν μέχρι τις 7 Μαρτίου 2014.

Τέταρτον, η «αναβίωση» των γεγονότων στην παραλία με τη συμμετοχή του J.G. θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν μετά τα γεγονότα. Ωστόσο, δεν πραγματοποιήθηκε παρά στις 14 Φεβρουαρίου 2014.

Πέμπτο, δεν υπήρξε καμία εξήγηση για το γιατί οι αρχές δεν είχαν λάβει αμέσως μαρτυρικές  καταθέσεις από τους ανθρώπους που βρίσκονται στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των γειτόνων και των κατοίκων της περιοχής και των ατόμων στους οποίους ανήκε το σπίτι  όπου διέμεναν τα θύματα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν δώσει κατάθεση μέχρι τις  8 και 10.2.2014, δηλαδή ενάμιση μήνα μετά τα γεγονότα.

Έκτον, η έρευνα δεν διεξάγονταν με αποτελεσματικό τρόπο μέχρι να είχε αναληφθεί από τον  Εισαγγελέα του Επαρχιακού Δικαστηρίου  Almada, ένα μήνα μετά τα γεγονότα. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ποινική έρευνα σχετικά με τις συνθήκες του θανάτου του γιου  του προσφεύγοντος δεν είχε ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του διαδικαστικού σκέλους του άρθρου 2. Επομένως, υπήρξε παραβίαση σχετικά με το ζήτημα αυτό.

Άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή, ουσιαστική πτυχή)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η παρούσα προσφυγή έθεσε το ζήτημα των καψονιών και δοκιμασιών στα πανεπιστήμια και την παρακολούθηση του εν λόγω θέματος από το κράτος. Επεσήμανε ότι, αντίθετα από τα καψόνια που παρατηρούνται στις ένοπλες δυνάμεις, οι εν λόγω πράξεις εντός του πανεπιστημίου εκτελούνται από φοιτητές σε βάρος άλλων φοιτητών  και όχι από αξιωματικούς του κράτους ή υπό  τον έλεγχο του κράτους.

Το ζήτημα που πρέπει να καθοριστεί ήταν αν το υπάρχον νομικό πλαίσιο ήταν  επαρκές για την πρόληψη, καταστολή και τιμωρία κάθε αδικήματος που θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του γιου του προσφεύγοντος.

Το Δικαστήριο απάντησε καταφατικά, σημειώνοντας ότι, ενώ το έθιμο «Praxe» δεν απαγορεύονταν ή ρυθμίζονταν στο εσωτερικό δίκαιο, οποιαδήποτε κακοποίηση, ανεξάρτητα από το αν συνέβη ή όχι στο πλαίσιο καψονιού, τιμωρείται από το νόμο. Το Σύνταγμα καθιέρωσε την αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και την απαγόρευση  βασανιστηρίων και απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης. Επιπλέον, κάθε αδίκημα που θέτει σε κίνδυνο τη ζωή ενός ατόμου, τη σωματική ή ψυχολογική ακεραιότητα ή την ιδιωτική ζωή τιμωρούνταν σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της ποινής φυλάκισης έως και 25 ετών. Κάθε πράξη βίας ή σωματική ή ψυχολογική βία ενάντια σε άλλους σπουδαστές, ακόμη και στο πλαίσιο των καψονιών ήταν επίσης πειθαρχικό αδίκημα που τιμωρείται με ποινή που κυμαίνεται από μια απλή προειδοποίηση μέχρι εκδίωξη από το ίδρυμα. Τέλος, τα πανεπιστήμια και τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπεύθυνα για κάθε υλική και ηθική βλάβη που προκλήθηκε στις εγκαταστάσεις τους. Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε προηγουμένως υποχρεώσει δύο ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το 2009 και 2013, να καταβάλουν αποζημίωση για την κακοποίηση ενός φοιτητή και για το θάνατο ενός άλλου φοιτητή ως αποτέλεσμα των καψονιών που εκδηλώθηκαν εντός των θεσμικών τους οργάνων.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε νομικό κενό όσον αφορά τα καψόνια στη Πορτογαλία. Το εθνικό δίκαιο ορίζει μια σειρά ποινικών, αστικών και πειθαρχικών διατάξεων που αποσκοπούν στην πρόληψη, καταστολή και τιμωρία των αδικημάτων που θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές των ατόμων ή τη σωματική ή ψυχολογική τους ακεραιότητα. Παρότι, αναγνωρίζεται αναμφίβολα ο τραγικός χαρακτήρας της υπό κρίση υπόθεσης, το Δικαστήριο δεν θεώρησε ότι αποδεικνύονταν ότι το κράτος είχε παραβιάσει τις  θετικές υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 2 και συνεπώς δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνο για το θάνατο του γιου του προσφεύγοντος. Επομένως, δεν υπήρξε παραβίαση της ουσιαστικής πτυχής του άρθρου 2 της Σύμβασης.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Πορτογαλία οφείλει να καταβάλει στον προσφεύγοντα 13.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 7.118,51 ευρώ για έξοδα.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ