Δευτέρα 02 Δεκεμβρίου 2024

Αικατερίνη Μαυροειδή: Νέος Π.Κ- Μια κριτική ματιά στα άρθρα περί βιασμού και τηλεφωνικού απορρήτου

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Αικατερίνη Μαυροειδή:  Νέος Π.Κ- Μια κριτική ματιά στα άρθρα περί βιασμού και τηλεφωνικού απορρήτου

Δικαιολογημένα έντονες είναι οι αντιδράσεις που έχουν προκληθεί, τις τελευταίες ημέρες, στους νομικούς και όχι μόνο κύκλους, με εφαλτήριο τη θέση προς διαβούλευση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 4048/2012, του σχεδίου του νέου Ποινικού Κώδικα.

Στο πλέγμα των τροποποιήσεων εμπίπτουν και τα άρθρα 336 («βιασμός») και 370Α («παραβίαση του απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας και προφορικής συνομιλίας»).

Αναλύει η δικηγόρος Αικατερίνη Μαυροειδή

Ειδικότερα, το 370Α μέχρι πρότινος όριζε στην παράγραφο 1, εν συντομία, ότι όποιος αθέμιτα υφ’ οιονδήποτε τρόπο παρεμβαίνει σε συσκευή  που χρησιμοποιείται για επικοινωνία προκειμένου να πληροφορηθεί ή να αποτυπώσει τα λεγόμενα, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Με το σχέδιο εντούτοις της Προπαρασκευαστικής Επιτροπής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η ακριβώς ίδια ως άνω τυποποιούμενη συμπεριφορά τιμωρείται με φυλάκιση.   

Περαιτέρω, η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου όριζε ότι «όποιος αθέμιτα παρακολουθεί με ειδικά τεχνικά μέσα ή αποτυπώνει σε υλικό φορέα προφορική συνομιλία μεταξύ τρίτων ή αποτυπώνει σε υλικό φορέα μη δημόσια πράξη άλλου, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών». Πλέον για την ίδια συμπεριφορά η επαπειλούμενη ποινή είναι «φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους».

Η δε παράγραφος 3, που όριζε ότι «με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος κάνει χρήση της πληροφορίας ή του υλικού φορέα επί του οποίου αυτή έχει αποτυπωθεί με τους τρόπους που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 αυτού του άρθρου», μειώνει την τιμωρία σε φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή.

Οι ανωτέρω τροποποιήσεις που απολήγουν σε χαλάρωση των ποινών του ως άνω εγκλήματος, σε μία περίοδο ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης και έντονης επιρροής των μέσων κοινωνικών δικτύωσης, ιδίως μεταξύ των εφήβων, και με αυξανόμενα τα κρούσματα απειλών και εκβιασμών διακίνησης προσωπικών δεδομένων, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί επιεικώς αδόκιμη.

Αναφορικά με το άρθρο 336 του Ποινικού Κώδικα, οι αλλαγές φαίνεται να βαίνουν προς το αναχρονιστικότερο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη ο βιασμός τυποποιείται στον «με σωματική βία ή απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου» εξαναγκασμό άλλου σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη, ενώ με την υπό διαβούλευση διάταξη προϋποτίθεται ο κίνδυνος να είναι «σοβαρός» και να αφορά τη «ζωή ή την σωματική ακεραιότητα».

Η διάταξη αυτή αψηφά εξόφθαλμα κάθε άλλη μορφή βίας, και δη αυτήν της λεκτικής ή ψυχολογικής, περιορίζοντας ακόμα και το κανονιστικό φορτίο της σωματικής βίας μόνο σε αυτήν που απειλεί έντονα τη ζωή και την ακεραιότητα του θύματος. Εντούτοις, δεν είναι λίγα τα κρούσματα απειλών που οδηγούν τη γυναίκα, από αιδώ, να υποκύψει σε ανοχή συνουσίας ή ασελγούς εν γένει πράξης.  

Πράξεις επομένως που εκφεύγουν της vis absoluta και κατατείνουν σε βιασμό, θα μπορούν αν διωχθούν μόνον ως απειλή, ήτοι ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, με αμφίβολα εχέγγυα ορθής δικαστικής εκτιμήσεως και κρίσεως.

Ένα εξίσου τρωτό σημείο της διατάξεως περί βιασμού είναι και η έλλειψη του όρου «συναίνεση». Η έλλειψη της συναίνεσης συνιστά στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, η αποτύπωση της οποίας στο κείμενο του νόμου συνιστά επί μακρόν πάγιο αίτημα των φεμινιστικών οργανώσεων. Ο βιασμός δεν πραγματώνεται μόνον με «σωματική βία, απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας», όπως επαναλαμβάνεται τόσο στην παλαιά όσο και την νέα διάταξη του άρθρου 336 Π.Κ., αλλά, σε κάθε περίπτωση, όταν ελλείπει η συναίνεση του θύματος.

Σύμφωνα με τα διαγραφόμενα από τα άρθρα 2 παρ. 1 («ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας») και 5 παρ. 2 («όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων») του Συντάγματος πλαίσια, η αρχή του κράτους δικαίου συνιστά θεμελιωτική βάση της συγκρότησης της Πολιτείας. Υπό αυτό το πρίσμα, η δημόσια τάξη και η ασφάλεια του ατόμου αναγορεύονται σε υπέρτατα, συνταγματικώς κατοχυρωμένα, αγαθά που πρέπει να προτεραιοποιούνται στην προστασία. Δεν είναι εξάλλου υπερβολή να υποστηρίξει κανείς ότι αυτά συνιστούν conditio sine qua non του κράτους δικαίου.

Με τα ανωτέρω στο προσκήνιο, οι προπαρατεθείσες προς διαβούλευση διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, στο μέτρο που περιχαρακώνουν την ασφάλεια και, κατά συνεπαγωγή, και την αξία του ανθρώπου, καθίστανται  αμφιβόλου συνταγματικότητας.

Ο νομοθέτης έχει υποχρέωση να σφυγμομετρεί τις ανάγκες της κοινωνίας, να κρίνει δηλαδή σκεπτόμενος εγκληματολογικά, επί τη βάσει του πώς λειτουργεί το έγκλημα, καθώς και των συνεχώς μεταβαλλόμενων αναγκών της κοινωνίας. Είναι γνωστό ότι το έγκλημα με το πέρας του χρόνου αλλάζει μορφή και αυτό επιβάλλει στον νομοθέτη να επαγρυπνά και να νομοθετεί με μοναδικό γνώμονα την ασφάλεια και προστασία του υπέρτατου αγαθού, της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας.

Δεν χρειάζονται νομικές γνώσεις, ούτε η ιδιότητα μέλους νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για να αφομοιώσει κανείς το εξής απλό κέλευσμα της κοινωνίας: οι ποινές στα ειδεχθή εγκλήματα οφείλουν να είναι πιο αυστηρές. Με όρους ποινικής καταστολής και σωφρονιστικής, ο σκοπός της ποινής, πέραν του αμιγώς κατασταλτικού, είναι και ο προληπτικός, ο παραδειγματισμός, ο «εκφοβισμός» θα έλεγαν κάποιοι, των υπολοίπων κοινωνών, ώστε να μην περιπέσουν σε έκνομες συμπεριφορές και εδραιωθεί η κοινωνική ανομία.

Προκαλεί -αρνητικούς, το δίχως άλλο- κραδασμούς το γεγονός ότι οι προταθείσες τροποποιήσεις ήρθαν σε μία συγκυρία κατά την οποία η ελληνική κοινωνία έχει νωπές μνήμες από στυγερά εγκλήματα, όπως της νεαρής φοιτήτριας στη Ρόδο, που βιάσθηκε και δολοφονήθηκε ειδεχθώς, και της ομοίως φοιτήτριας των φοιτητικών εστιών της Θεσσαλονίκης, η οποία αυτοκτόνησε λόγω των απειλών δημοσιοποίησης βίντεο ερωτικών σκηνών που δεχόταν.

Κατόπιν των ανωτέρω, η ανησυχία μου, ως δικηγόρος και ποινικολόγος που επί σειρά ετών υπηρετώ την έννομη τάξη, αλλά και σαν γυναίκα, έγκειται στο ότι οι τροποποιήσεις αυτές θα διαδραματίσουν ισοπεδωτικό ρόλο στην ασφάλεια του ατόμου, και ειδικότερα της γυναίκας, που είθισται να θυματοποιείται περισσότερο από τις έκνομες αυτές συμπεριφορές.

Ως εκ τούτου, είναι σαφές και αποδεδειγμένο ότι τα κρούσματα, κατά λογική αναγκαιότητα και με μαθηματική ακρίβεια, θα πολλαπλασιαστούν εν όψει  των ευνοϊκών διατάξεων που θα προβλέπονται για τον δράστη. Τούτο δε, σε μία κοινωνία που έχει ήδη γνωρίσει αύξηση της εγκληματικότητας, σημαίνει την εν ευθέτω χρόνω ανομία και ολοσχερή απόσβεση της ασφάλειας.

*Δικηγόρος Αθηνών, Ποινικολόγος

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ