Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

Αναστασία Δ. Ξεπαπαδέα: Αντεγκλήσεις για τις θέσεις των Ελλήνων Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων;

 Στην  Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχουν απονεμηθεί εκτεταμένες εξουσίες έρευνας και δίωξης των δραστών των αξιόποινων πράξεων εκείνων, που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Αναστασία Δ. Ξεπαπαδέα: Αντεγκλήσεις για τις θέσεις των Ελλήνων Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων;

Με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 2017 σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στα κράτη μέλη της Ε.Ε.,  τέθηκαν τα κριτήρια, οι προϋποθέσεις και ο κανονισμός λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και, επιπλέον, θεσπίστηκαν θεσμικές εγγυήσεις προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η πλήρης ανεξαρτησία, όσο και η υποχρέωση αυστηρής λογοδοσίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στα θεσμικά όργανα της Ένωσης.

Στην  Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχουν απονεμηθεί εκτεταμένες εξουσίες έρευνας και δίωξης των δραστών των αξιόποινων πράξεων εκείνων, που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης,όπως αυτά προβλέπονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 και καθορίζονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939, ο οποίος  θεσπίζει σύστημα συντρέχουσας αρμοδιότητας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των εθνικών αρχών, δίχως κατά τα λοιπά να θίγει τα ισχύοντα ποινικά συστήματα των κρατών – μελών που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει συσταθεί με την υποχρέωση να ενεργεί προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικώς. Η ανεξαρτησία της λειτουργίας της μεταξύ άλλων συνίσταται στο ότι δεν ζητεί, ούτε λαμβάνει εντολές από οποιοδήποτε πρόσωπο εκτός Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Ειδικώς με το άρθρο 6 του Κανονισμού, τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί της Ένωσης εντέλλονται να σέβονται την ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και να μην επιδιώκουν να την επηρεάσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων της.

Προς το σκοπό αποτελεσματικής άσκησης των αρμοδιοτήτων της, η  Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συστήθηκε ως αδιαίρετος οργανισμός της Ένωσης και θα λειτουργεί ως ενιαία υπηρεσία. Σε κεντρικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελείται από τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα, που είναι ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, ως συνόλου, αλλά και επικεφαλής του συλλογικού οργάνου των ευρωπαίων εισαγγελέων, τα μόνιμα τμήματα και τους Ευρωπαίους/ες Εισαγγελείς. Σε αποκεντρωμένο επίπεδο αποτελείται από τους Ευρωπαίους/ες Εντεταλμένους Εισαγγελείς που εδρεύουν στα κράτη μέλη.  Οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς (ΕΕΕ) είναι υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή των ερευνών και των διώξεων τις οποίες έχουν κινήσει, με αρμοδιότητα να παραπέμπουν τις υποθέσεις ενώπιον της δικαιοσύνης, να υποστηρίζουν το κατηγορητήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, να συμμετέχουν στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων και να ασκούν τα διαθέσιμα ένδικα μέσα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Οι ΕΕΕ ακολουθούν την καθοδήγηση και τις εντολές του μόνιμου τμήματος, που έχει αναλάβει την υπόθεση, καθώς και τις εντολές του  εποπτεύοντος Ευρωπαίου Εισαγγελέα.

Οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς αποτελούν, συνεπώς, αναπόσπαστο τμήμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και, με την ιδιότητά τους αυτή, όταν ερευνούν και διώκουν αξιόποινες πράξεις εντός της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, θα πρέπει να ενεργούν αποκλειστικά για λογαριασμό και εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στο έδαφος των αντίστοιχων κρατών μελών τους. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τους παρέχουν προς το σκοπό αυτό, λειτουργικά και νομικά ανεξάρτητο καθεστώς.

Δηλαδή, ενώ οι ΕΕΕ λειτουργικά είναι ενσωματωμένοι στα οικεία εθνικά τους νομικά συστήματα και δομές, ταυτόχρονα, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας,  στην οποία θα υπηρετούν με όλες τις οικείες θεσμικές εγγυήσεις ανεξαρτησίας, αλλά και τις υποχρεώσεις λογοδοσίας.

Χαρακτηριστικό τυγχάνει ότι οι ΕΕΕ θα δύνανται να ασκούν παράλληλα καθήκοντα εθνικού εισαγγελέα, μόνον εφόσον αυτό δεν τους εμποδίζει να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους έναντι της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και υπό την προϋπόθεση ότι ενημερώνουν σχετικώς τον εποπτεύοντα Ευρωπαίο Εισαγγελέα.

Ακόμη και η πειθαρχική δίωξη ή η παύση σε εθνικό επίπεδο ενός εισαγγελέα που έχει οριστεί ως ΕΕΕ, για λόγους που σχετίζονται με την υπηρεσιακή του κατάσταση στο κράτος – μέλος που αυτός υπάγεται, υπόκειται στην προηγούμενη ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αν δε οι λόγοι της παύσης ή της πειθαρχικής του δίωξης συνδέονται με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, απαιτείται ρητώς η συγκατάθεση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας προς τούτο και, μάλιστα, αν αυτή δεν χορηγείται, το κράτος μέλος δύναται μόνο να ζητήσει από το συλλογικό όργανο των Ευρωπαίων Εισαγγελέων να επανεξετάσει το ζήτημα.

Προκύπτει, συνεπώς, ευθέως από τα ανωτέρω ρυθμιζόμενα στον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 ότι οι εθνικοί εισαγγελείς που διορίζονται στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελίας ως Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς, ανήκουν μεν λειτουργικά στις εισαγγελικές αρχές των κρατών – μελών τους, εκτελούν όμως τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, με πλήρεις θεσμικές εγγυήσεις ανεξαρτησίας και αυστηρές υποχρεώσεις λογοδοσίας προς αυτήν, για λογαριασμό και εξ ονόματος της οποίας αποκλειστικώς ενεργούν.

Πώς γίνεται ο διορισμός των ΕΕΕ βάσει του Κανονισμού  (ΕΕ) 2017/1939:

Καταρχήν, οι ΕΕΕ πρέπει να είναι ενεργά μέλη της εισαγγελικής αρχής ή του δικαστικού σώματος των κρατών μελών για όσο διάστημα υπηρετούν στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Η θητεία τους ορίζεται πενταετής και είναι ανανεώσιμη. Ως προς τη διαδικασία διορισμού τους, το άρθρο 17 του Κανονισμού προβλέπει συγκεκριμένα ότι: τα κράτη μέλη προτείνουν τους υποψηφίους ΕΕΕ, οι οποίοι στη συνέχεια διορίζονται από το συλλογικό όργανο των Ευρωπαίων Εισαγγελέων, βάσει προηγούμενης πρότασης του Ευρωπαίου Γενικού  Εισαγγελέα.  

Με βάση ποια κριτήρια και προϋποθέσεις επιλέγονται οι υποψήφιοι:

Οι προτεινόμενοι για τις θέσεις των ΕΕΕ οφείλουν σωρευτικά σύμφωνα με το άρθρο 17 § 2 του Κανονισμού: 1) να παρέχουν εχέγγυα ανεξαρτησίας, 2) να διαθέτουν τα αναγκαία προσόντα και 3) την ανάλογη πρακτική πείρα στο εθνικό νομικό τους σύστημα.

Η αθροιστική συνδρομή των παραπάνω προβλεπομένων στον Κανονισμό κριτηρίων ελέγχεται διαδοχικά σε τρία επίπεδα και στάδια:

α) καταρχάς, από τα κράτη μέλη που καταρτίζουν τον πίνακα προτεινομένων ΕΕΕ, βάσει της ειδικότερης εθνικής διαδικασίας τους,

β) από τον Γενικό Ευρωπαίο Εισαγγελέα, ο οποίος, αφού λάβει τις προτεινόμενες υποψηφιότητες από το κράτος – μέλος, τις υποβάλλει περαιτέρω με δική του πρόταση προς το συλλογικό όργανο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και, τέλος,

γ) από το συλλογικό όργανο των Ευρωπαίων Εισαγγελέων, το οποίο οριστικά τους διορίζει ή τους απορρίπτει, αν κρίνει ότι δεν πληρούν τα ανωτέρω κριτήρια και, έτι περαιτέρω, δύναται οποτεδήποτε κατά την διάρκεια της θητείας τους στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να τους παύσει οριστικώς, εφόσον διαπιστώσει ότι δεν πληρούνται πλέον οι ανωτέρω απαιτήσεις του Κανονισμού ή ότι δεν είναι σε θέση να ασκήσουν τα καθήκοντά τους για οποιονδήποτε λόγο ή έχουν κριθεί ένοχοι σοβαρού παραπτώματος.

Ως προς το πρώτο επίπεδο ελέγχου, δηλ. το στάδιο επιλογής των προτεινόμενων ΕΕΕ από τα κράτη – μέλη, με το άρθρο 8 του πρόσφατου Ελληνικού Νόμου 4786/2021, θεσπίστηκαν στο εθνικό δίκαιο τα προσόντα των υποψηφίων για τις θέσεις των Ελλήνων ΕΕΕ, όπου ειδικότερα ως τέτοια προβλέπονται:

α) ο βαθμός που πρέπει να κατέχουν οι υποψήφιοι εισαγγελείς κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης και του διορισμού τους, δηλ. απαιτείται να κατέχουν τουλάχιστον το βαθμό του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών έως και το βαθμό του Αντεισαγγελέα του Α.Π.,

β) ο ελάχιστος χρόνος προϋπηρεσίας τους ανά βαθμίδα,

γ) ο ελάχιστος χρόνος ως την αφυπηρέτησή τους,

δ) η μη επιβολή στο πρόσωπό τους πειθαρχικής ποινής ανώτερης της επίπληξης κατά τα τελευταία 5 έτη, ε) η μη συνδρομή στο πρόσωπό τους κωλύματος προβλεπόμενου στο άρθρο 37 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. και στ) η καλή γνώση τουλάχιστον της αγγλικής γλώσσας.

Πέραν των ανωτέρω τυπικών προσόντων που θεσπίζονται με το άρθρο 8 του Ν. 4786/2021 για τους υποψήφιους, ως προς τα ουσιαστικά τους προσόντα και, ειδικώς, ως προς αυτό της «ανάλογης πρακτικής εμπειρίας» που ρητώς απαιτεί ο Κανονισμός,  ο Ελληνικός νόμος προβλέπει συναφώς ότι: «η πρακτική εμπειρία από προϋπηρεσία σε όργανα, οργανισμούς, μονάδες ή επιτροπές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλους διεθνείς οργανισμούς, στους σκοπούς του οποίου εντάσσονται η έρευνα, η δίωξη ή η διεθνής δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, ιδίως διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος, συνεκτιμάται».

Δηλαδή, η «ανάλογη πρακτική εμπειρία» που ρητώς βάσει του Κανονισμού της Ε.Ε. απαιτείται να συντρέχει σωρευτικώς και εξίσου στο πρόσωπο του κάθε υποψηφίου, μαζί με τις λοιπές αναφερόμενες απαιτήσεις,  στο εθνικό δίκαιο δεν φαίνεται να έχει αντιστοίχως αναχθεί σε αυτοτελές, ουσιαστικό και ισοδύναμο κριτήριο και προαπαιτούμενο, όπως τα λοιπά τυπικά προσόντα, αλλά ως απλώς «συν-εκτιμώμενο» με αυτά,  πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και υποψήφιος που δεν διαθέτει την ειδική και ανάλογης βαρύτητας εμπειρία στα συναφή με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αντικείμενα, μπορεί μεν (στο πρώτο στάδιο ελέγχου) να επιλεγεί σύμφωνα με την εθνική διαδικασία,  ωστόσο όμως  τελικώς ενδέχεται να μην γίνει αποδεκτός, αν ταυτόχρονα δεν πληροί τα κριτήρια του Κανονισμού 2017/1939, τα οποία είναι υπερνομοθετικής ισχύος σε σχέση με το εθνικό δίκαιο και, άρα, κατισχύουν αυτών.

Να σημειωθεί ότι προβλέπονται επίσης για τους υποψηφίους της εθνικής διαδικασίας, σύμφωνα με την παρ. 2  του άρθρ. 8 του Ν. 4786/2021, μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι σπουδών σε συναφή γνωστικά αντικείμενα, τα οποία επίσης όμως αποτελούν τυπικά προσόντα, που επίσης «συνεκτιμώνται», δίχως μάλιστα να προσδιορίζεται οποιαδήποτε, αποκλειστική ή ιεραρχική, βαρύτητα μεταξύ τους, κατά τη ρητή διατύπωση του άνω άρθρου.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα κριτήρια που απαιτεί ο Κανονισμός να συντρέχουν σωρευτικά στο πρόσωπο κάθε υποψηφίου, περιλαμβανομένου αυτού της «ανάλογης πρακτικής εμπειρίας», ελέγχεται και αξιολογείται και στα επόμενα δύο στάδια που αναφέρθηκαν, δηλαδή, αφενός από την Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα, η οποία αφού λάβει τις προτάσεις του κάθε κράτους – μέλους, περαιτέρω, με δική της πρόταση εισάγει τις υποψηφιότητες για οριστική κρίση στο συλλογικό όργανο και, συνεπώς, θα πρέπει να επαληθεύεται σε κάθε στάδιο η σωρευτική συνδρομή των απαιτούμενων από τον Κανονισμό κριτηρίων στο πρόσωπο κάθε υποψηφίου, προκειμένου τόσο η Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας να τη συμπεριλάβει αντιστοίχως στη δική της πρόταση, όσο και το συλλογικό όργανο των Ευρωπαίων Εισαγγελέων να την κάνει, εν τέλει, αποδεκτή.

Εν προκειμένω, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (ΑΔΣ) ολοκλήρωσε πρόσφατα την επιλογή των υποψηφίων για τις θέσεις των ΕΕΕ, βάσει της διαδικασίας του άρθρου 9 του Ν. 4786/2021 και απέστειλε στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία την πρότασή του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας φέρεται να αιτήθηκε με επιστολή της, ειδικώς για τους δύο (2) από τους συνολικά επτά (7) υποψηφίους που προτάθηκαν από το ΑΔΣ, περαιτέρω πληροφορίες και στοιχεία περί της «ανάλογης πρακτικής εμπειρίας» τους, ως απολύτως δικαιούται να πράξει, αφού υπό την ιδιότητά της, ως επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας συνολικώς, αλλά και ως επικεφαλής του συλλογικού οργάνου των Ευρωπαίων Εισαγγελέων, έχει αυτοτελώς δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση κατ΄ άρθρ. 17 § 1 να ελέγξει τη συνδρομή των προβλεπομένων κατά την παράγραφο  2 του ιδίου άρθρου (17) του Κανονισμού απαιτήσεων στο πρόσωπο κάθε υποψηφίου, προκειμένου να συγκροτήσει και υποβάλλει τη δική της πρόταση προς το συλλογικό όργανο, το οποίο έχει αποφασιστική αρμοδιότητα.

Παρά ταύτα, διαφαίνεται ότι δημιουργήθηκε μια «παρανόηση» εκ του μη όντος σε σχέση με το αίτημα αυτό της Ευρωπαίας Γενικής Εισαγγελέως, το οποίο εσφαλμένως κατά τη γνώμη της γράφουσας εκλήφθηκε ως εν δυνάμει αμφισβήτηση της οικείας απόφασης του αρμοδίου εθνικού οργάνου, δηλαδή, του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου της χώρας, η οποία κατά τα προειπωθέντα αποτελεί «πρόταση» προς την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και όχι δεσμεύουσα κρίση, η οποία μάλιστα ελέγχεται αυτοτελώς σε άλλα δύο, διαδοχικώς στάδια, τόσο δηλ. από την Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα, όσο και από το ίδιο το συλλογικό όργανο που τελικώς αποφασίζει.

Κι αυτό διότι, με το αίτημα που απηύθυνε προς το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο της χώρας η Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας, κα Kövesi, πρακτικά δόθηκε η δυνατότητα συμπλήρωσης των στοιχείων του φακέλου των δύο υποψηφίων και μάλιστα σε ένα επόμενο χρονικό στάδιο, που καταρχήν δεν προβλεπόταν.

Τουτέστιν, εφόσον προσκομισθούν επιπρόσθετα στοιχεία, που να συμπληρώνουν δεόντως το αναλυτικό βιογραφικό των υποψηφίων και αποδειχθεί η «ανάλογη πρακτική εμπειρία» τους, ως απαιτεί ο Κανονισμός, είναι δυνατό να ενισχυθούν και αιτιολογηθούν επαρκέστερα οι συγκεκριμένες υποψηφιότητες, ώστε να γίνουν αποδεκτές.

Για τους παραπάνω λόγους, τυγχάνει μάλλον εσπευσμένη η κριτική που συναφώς ασκείται και δη επισήμως από την Ένωση Ελλήνων Εισαγγελέων, ενώ είναι ακόμη σε εξέλιξη η διαδικασία επιλογής και διορισμού των Ελλήνων ΕΕΕ και, προφανώς, κανείς μας δεν θα επιθυμούσε η τοποθέτηση αυτή να παρερμηνευτεί ως ανεπίτρεπτη παρέμβαση στις αρμοδιότητες και εξουσίες των οργάνων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, που προβλέπονται ρητώς από τον Κανονισμό και διέπονται από θεσμικές εγγυήσεις πλήρους ανεξαρτησίας.

Εφόσον οι προτεινόμενοι από τα κράτη μέλη υποψήφιοι οφείλουν πρωτίστως να πληρούν τις σαφείς και ανελαστικές απαιτήσεις του Κανονισμού, οι οποίες πάντοτε υπερτερούν των ειδικότερων κριτηρίων που θεσπίζονται από την οικεία εθνική νομοθεσία και δεδομένου ότι η τελική επιλογή κι ο διορισμός εναπόκειται απολύτως στην κρίση των αρμοδίων οργάνων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, πρωτίστως είναι προς το συμφέρον της χώρας να επιβεβαιώσει και επαληθεύσει με κάθε ευδόκιμο τρόπο την πλήρη συμμόρφωση και το σεβασμό στα κριτήρια που θεσπίζει υπερνομοθετικά το ενωσιακό δίκαιο και που αποτελούν την μόνη και ασφαλή οδό για την εδραίωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ της εθνικής Εισαγγελικής Αρχής και της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αλλά και της άριστης συνεργασίας που θα πρέπει να αναπτυχθεί και εμπεδωθεί μεταξύ τους.

Η Αναστασία Δ. Ξεπαπαδέα είναι Δικηγόρος

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ