Τρίτη 02 Σεπτεμβρίου 2025

Δημήτρης Αναστασόπουλος: Περί δικηγορικών υπηρεσιών, ΦΠΑ και άλλων (κακο)δαιμονίων

Ο υψηλός ΦΠΑ στις δικηγορικές υπηρεσίες είναι αντιδημοκρατικός, αντιπαραγωγικός και πρωτίστως κατάφωρα άδικος.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Δημήτρης Αναστασόπουλος: Περί δικηγορικών υπηρεσιών, ΦΠΑ και άλλων (κακο)δαιμονίων

Σε λίγες ημέρες, ο Πρωθυπουργός θα εξαγγείλει από το βήμα της ΔΕΘ τις μείζονες οικονομικές κατευθύνσεις των επόμενων μηνών. Στην ειδησεογραφία υφαίνονται ήδη τα σενάρια για τις φοροελαφρύνσεις που θα προκριθούν. Καμία, όμως, αναφορά σε πιθανή μείωση, έστω και περιορισμένη, του πιο επαχθούς και άνισου φόρου: του ΦΠΑ. 

Η Κυβέρνηση επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία και σε κάθε τόνο ότι από το 2019 έως σήμερα έχει προβεί στη μείωση 72 φόρων, εκ των οποίων 23 έμμεσοι. Χωρίς καμία αμφιβολία πρόκειται πράγματι για σημαντικές μειώσεις. Καμία, όμως, μείωση στον ΦΠΑ που καταβάλλεται για την παροχή νομικών υπηρεσιών. Την ίδια στιγμή, στο πρώτο επτάμηνο του 2025 καταγράφεται, σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, πρωτογενές πλεόνασμα 7,9 δισεκατομμυρίων ευρώ, υπερδιπλάσιο του στόχου των 3,6 δισεκατομμυρίων. Αν πιστέψουμε τις διαρροές, υπάρχει άπλετος δημοσιονομικός χώρος για παροχές, αλλά όχι για εξορθολογισμό του ΦΠΑ.

Εξορθολογισμός, όχι απλά μείωση, γιατί ο συντελεστής ΦΠΑ για τις δικηγορικές υπηρεσίες είναι της τάξης του 24%, από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, ενώ το όριο απαλλαγής από τον ΦΠΑ αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα της τάξης των 10.000 ευρώ. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ο ΦΠΑ στις δικηγορικές υπηρεσίες στην Κύπρο βρίσκεται στο 15%, στη Γερμανία στο 19%, στη Γαλλία στο 19,6%, στην Αυστρία στο 20%, στο Βέλγιο και την Ολλανδία στο 21%, στην Φινλανδία στο 22%, στην Πολωνία στο 23%,. Στη Λεττονία και τη Σλοβακία οι νομικές υπηρεσίες απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ. Μόνο στην Κροατία και τη Σουηδία ο ΦΠΑ για την παροχή νομικών υπηρεσιών είναι ανώτερος από την Ελλάδα, στο 25%. 

Όσον αφορά δε το όριο απαλλαγής από τον ΦΠΑ, στην Αυστρία ανέρχεται σε 35.000 ευρώ, στο Βέλγιο σε 25.000 ευρώ, στη Γαλλία σε 34.000 ευρώ (για την παροχή υπηρεσιών), στην Κροατία σε 39.000 ευρώ, στη Γερμανία σε 22.000 ευρώ, και στη Λεττονία σε 50.000 ευρώ. Η απαρίθμηση, εντελώς δειγματοληπτική, επιβεβαιώνει ότι το κατώφλι για τον ΦΠΑ στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών υπηρεσιών, είναι απατηλό, καθώς δεν είναι νοητή βιώσιμη ατομική επιχείρηση με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ. Ουσιαστικά, και για τον ΦΠΑ, οι δικηγόροι -και εκατοντάδες χιλιάδες άλλες ατομικές επιχειρήσεις- φορολογούμαστε από το πρώτο ευρώ που εισπράττουμε. 

Η Κυβέρνηση, που θεωρεί εαυτόν υπερασπιστή της μεσαίας τάξης, κινείται στην ίδια γραμμή των προκατόχων της, διατηρώντας το όριο στις 10.000 ευρώ. Αγνοώντας τις εκκλήσεις πολλών επαγγελματικών κλάδων και παραβαίνοντας την υποχρέωση εναρμόνισης της εσωτερικής έννομης τάξης με την ευρωπαϊκή οδηγία 2020/285, για το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ για τις μικρές επιχειρήσεις. Οδηγία η οποία έπρεπε να είχε ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο ήδη από τις αρχές του έτους. Παρατείνεται έτσι μια στρέβλωση αντίθετη όχι μόνο με την επιταγή της δίκαιης και αναλογικής φορολογίας, αλλά με την ίδια την κοινή λογική, καθώς το όριο απαλλαγής ΦΠΑ, που αφορά τον κύκλο εργασιών και όχι το καθαρό εισόδημα, υπολείπεται σημαντικά του ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο για τους δικηγόρους διαμορφώνεται, βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης, περί τα 15.000 ευρώ. 

Η αναγκαιότητα μείωσης και του ΦΠΑ και του ορίου απαλλαγής του δεν υπαγορεύεται μόνο από την τρέχουσα δημοσιονομική ευμάρεια. Ο υψηλός ΦΠΑ στις δικηγορικές υπηρεσίες είναι αντιδημοκρατικός: διογκώνει το κόστος τους και αποθαρρύνει την πρόσβαση όχι μόνο στη δικαιοσύνη, αλλά και στη συμβουλευτική δικηγορία, ιδιαίτερα για πολίτες με γλίσχρα εισοδήματα. Είναι αντιπαραγωγικός: οι νομικές υπηρεσίες αποτελούν σεβαστό μέρος κάθε επενδυτικού εγχειρήματος, ιδιαίτερα στην Ελλάδα με την πολυδαίδαλη νομοθεσία της. Ποια εταιρεία -ή ιδιώτης- θα επενδύσει τα κεφάλαιά της στη χώρα μας, όταν ξέρει ότι θα πρέπει να καταβάλει, πέραν όλων των άλλων επιβαρύνσεων, και δυσανάλογα μεγάλο ΦΠΑ για τις νομικές υπηρεσίες στις οποίες είναι υποχρεωμένη να καταφύγει; Το ότι κάποιες το επιχειρούν, δεν σημαίνει ότι πολλές άλλες δεν αποτρέπονται! 

Ο υψηλός ΦΠΑ στις νομικές υπηρεσίες είναι πρωτίστως κατάφωρα άδικος. Γιατί πλήττει πολύ περισσότερο τους ανεξάρτητους και νεότερους δικηγόρους με μικρότερο πελατολόγιο, ενώ τα μεγαλύτερα δικηγορικά γραφεία, που έχουν τη δυνατότητα να προσελκύσουν πελάτες με οικονομική επιφάνεια, επηρεάζονται λιγότερο. Υποδαυλίζει έτσι ολιγοπωλιακές τάσεις σε μια αγορά με ασθενή ανταγωνισμό και επιτείνει την ανισοκατανομή της δικηγορικής ύλης προς όφελος, ασφαλώς, των ισχυρότερων. 

Και εντάσσεται, τέλος, σε μια κατάφωρα άδικη φορολογική πολιτική που έχουν ακολουθήσει όλες ανεξαιρέτως οι ελληνικές κυβερνήσεις: την αδιανόητη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες υψηλή συμμετοχή των έμμεσων φόρων στα δημόσια έσοδα. Ο υψηλός ΦΠΑ σε προϊόντα και υπηρεσίες, ο οποίος φέρνει εύκολο και ζεστό χρήμα στον κρατικό κορβανά, είναι ομολογία αποτυχίας εφαρμογής μιας δίκαιης φορολογικής πολιτικής και αποτελεσματικής καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. 

Υπολογίζεται ότι στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε 1 ευρώ που συλλέγεται από άμεσους φόρους αντιστοιχεί 1 ευρώ από έμμεσους. Στην Ελλάδα η αναλογία αυτή είναι 1 ευρώ από άμεσους φόρους προς 1,8 ευρώ από έμμεσους φόρους. Μεγάλο μέρος δε των έμμεσων φόρων αντλείται από τον ΦΠΑ. Πρόκειται για κατ’ εξοχήν άδικη φορολόγηση, που αποδεικνύει περίτρανα τη χρεοκοπία του φορολογικού μας συστήματος. Για να μην μιλήσουμε καν για τον άδικο χαρακτήρα του ΦΠΑ σε ένα περιβάλλον επίμονων πληθωριστικών πιέσεων, που καθηλώνουν, αν δεν απομειώνουν, την αγοραστική δύναμη του πολίτη.

Η μείωση του ΦΠΑ στην παροχή νομικών, ιδιαίτερα δικαστηριακών, υπηρεσιών και η απαλλαγή από την καταβολή του των εισοδημάτων έως 25.000 ευρώ αποτελεί πάγια διεκδίκηση της παράταξής μας «Με τον Δικηγόρο». Και αποτελεί δέσμευσή μας η ενεργή υποστήριξή του και προώθησή της, σε συνεργασία τόσο με τους υπόλοιπους δικηγορικούς συλλόγους, αλλά και με άλλες επαγγελματικές ενώσεις, που πλήττονται υπέρμετρα από την εφαρμογή του στις υπηρεσίες που παρέχουν.

Η άμεση μείωση του ΦΠΑ στις νομικές υπηρεσίες είναι ένα αίτημα ώριμο και δίκαιο όσο ποτέ. Είναι, πλέον, και περισσότερο εφικτό από ποτέ, καθώς το επιτρέπουν τα άνετα, σύμφωνα με τις διακηρύξεις της ίδιας της Κυβέρνησης, δημοσιονομικά περιθώρια και η εφαρμογή του δεν θα στερήσει παρά ελάχιστα έσοδα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Δεν είναι αίτημα συντεχνιακό: το αντίθετο, εντάσσεται σε μια συνολικότερη φιλοσοφία αντιστροφής της απαράδεκτης αναλογίας της έμμεσης προς την άμεση φορολογία, που δεν εξαντλείται φυσικά στις δικές μας αμοιβές, αλλά αφορά πάμπολλα αγαθά και υπηρεσίες. Είναι ένα αίτημα που πρέπει να ικανοποιηθεί άμεσα και θα φέρει απτά αποτελέσματα στο εισόδημα των δικηγόρων αλλά και εκείνο των εντολέων μας, πολύ πιο απτά από άλλες φορολογικές ελαφρύνσεις.

* Γράφει ο Δημήτρης Αναστασόπουλος, Δικηγόρος, Σύμβουλος ΔΣΑ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ