Παρασκευή 01 Αυγούστου 2025

Γιάννης Καϊντάσης: Το φαινόμενο της παιδοκτονίας από γονέα…

Αν η Δικαιοσύνη φιλοδοξεί να είναι ανθρώπινη, οφείλει να έχει τη δύναμη να βλέπει και το ανείπωτο.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Γιάννης Καϊντάσης: Το φαινόμενο της παιδοκτονίας από γονέα…

Η παιδοκτονία από γονέα (filicide), και ιδίως από μητέρα, στέκει στο ψυχικό και νομικό τοπίο ως πράξη αδιανόητη – ένα σύνορο ανάμεσα στη ζωή και στον απόλυτο ηθικό εκτροχιασμό. Όμως η εγκληματολογική σκέψη δεν οικοδομείται πάνω στον αποτροπιασμό, οφείλει να προχωρεί πέρα από το αίσθημα, να διαβάζει την πράξη μέσα από τα φίλτρα του ιστορικού, του ψυχικού και του κοινωνικού. Η έννοια της filicide δεν είναι νεωτερική. Aπαντάται στη βαρβαρότητα των φερόμενων ευγονικών πρακτικών της Σπάρτης, στην εκ των πραγμάτων απόρριψη των ανεπιθύμητων θηλυκών βρεφών στην αρχαία Ρώμη, και στην σιωπηλή συνενοχή των νομοθετών που επί αιώνες ποινικοποιούσαν περισσότερο την έκτρωση παρά τη μεταγεννητική παραμέληση. Στη σύγχρονη εποχή όμως, η παιδοκτονία από μητέρα αποκτά τη δική της επιστημονική υπόσταση, με τις πρώτες σοβαρές κατηγοριοποιήσεις να προκύπτουν τη δεκαετία του ’70 από τον ψυχίατρο Resnick, ο οποίος όρισε πέντε βασικές ομάδες κινήτρων: αλτρουιστική, ψυχωτική, λόγω ανεπιθύμητου τέκνου, από θανατηφόρα κακομεταχείριση και τέλος, ως εκδίκηση προς τον σύζυγο.

Αυτή η τυπολογία, αν και εξακολουθεί να έχει χρηστική αξία, αντιμετωπίζεται πλέον με αυξανόμενο σκεπτικισμό. Η σύγχρονη εγκληματολογική ματιά δεν αρκείται στα κίνητρα – καθώς πολλά εγκλήματα αυτού του τύπου εκτελούνται χωρίς σαφή δήλωση πρόθεσης ή υπό το κράτος πολλαπλών παραγόντων. Έτσι, βλέπουμε τη μετάβαση από τη μονοδιάστατη αιτιολόγηση στην προσέγγιση της «συστοιχίας κινδύνων»: ψυχική διαταραχή, ενδοοικογενειακή βία, κοινωνική απομόνωση, οικονομική ανέχεια και θεσμική αδράνεια συναντώνται σε ένα δυσλειτουργικό οικοσύστημα που οδηγεί στη μοιραία πράξη. Το αίτιο παύει να είναι ατομικό, και αναδεικνύεται η συλλογική ευθύνη του κράτους πρόνοιας και της πολιτισμικής μας υποκρισίας.

Τα εμπειρικά δεδομένα ενισχύουν τη σύνθετη αυτή ανάγνωση. Μελέτες στον Καναδά, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ αποκαλύπτουν ότι οι μητέρες που προβαίνουν σε filicide τείνουν να έχουν υψηλότερα ποσοστά ψυχικών νοσημάτων και ιστορικό κακοποίησης. Παράλληλα, είναι λιγότερο πιθανό να καταδικαστούν, και συχνά τους επιβάλλονται ηπιότερες ποινές από τους πατέρες. Δεν είναι όμως αυτό μια δικαίωση της «ευαισθησίας» της Δικαιοσύνης – είναι αντανάκλαση μιας έμφυλης ασυμμετρίας που φέρει μέσα της ταυτόχρονα κατανόηση και προκατάληψη. Η μητέρα αντιμετωπίζεται άλλοτε ως άγιο θύμα της ίδιας της της ψυχής, κι άλλοτε ως τέρας που πρόδωσε τον “ιερό της ρόλο”. Σε κάθε περίπτωση, η ποινική αντίδραση σπανίως βλέπει πίσω από το προσωπείο της πράξης.

Αυτό το κενό επιχειρούν να καλύψουν οι πιο πρόσφατες θεωρίες, που προτείνουν μια μετατόπιση του φακού από την τιμωρία προς τη θεραπεία. Τα λεγόμενα “mental health courts” — ειδικά δικαστήρια για περιπτώσεις όπου η ψυχική ασθένεια συνιστά δομικό στοιχείο της πράξης — έχουν εισαχθεί πειραματικά σε ΗΠΑ και Αυστραλία. Οι υποθέσεις αλτρουιστικής ή ψυχωτικής παιδοκτονίας θα έπρεπε, υποστηρίζουν πολλοί, να μεταφερθούν οριζόντια σε τέτοια δικαιοδοσία, όπου το ποινικό στοιχείο υποχωρεί μπροστά στην ανάγκη για μακροχρόνια ψυχιατρική φροντίδα, αποκατάσταση και —ίσως— επανένταξη.

Αξίζει όμως να προστεθεί μια επιπλέον, ελληνική ιδιαιτερότητα: η δημόσια πρόσληψη αυτών των εγκλημάτων μέσα από τον φακό μιας πολιτισμικής “επιδημίας”, όπως συμβαίνει και με τη γυναικοκτονία. Η λέξη «επιδημία» δεν χρησιμοποιείται εδώ με τη βιολογική της έννοια, αλλά για να περιγράψει ένα κοινωνικά βιούμενο, ερμηνευτικά φορτισμένο φαινόμενο: την αίσθηση ότι κάτι κακό επαναλαμβάνεται, ότι κάτι απειλεί τη συλλογική ασφάλεια, και ότι τα θεσμικά αντίδοτα δεν επαρκούν. Η Ελλάδα, κοινωνία που εξιδανικεύει τη μητρότητα, αδυνατεί να ενσωματώσει την παιδοκτόνο στην αφήγησή της. Γι’ αυτό και όταν αυτό το αρχέτυπο καταρρέει – όπως σε πρόσφατες περιπτώσεις– το συλλογικό σοκ πολλαπλασιάζεται, ο δημόσιος διάλογος μετατρέπεται σε εικονοκλαστική ιεροεξέταση, και το φαινόμενο ανάγεται  σε δείκτη πολιτισμικής παρακμής.

Όπως και η γυναικοκτονία, έτσι και η παιδοκτονία αποκτά χαρακτήρα υπερ-συμβολικό: συνδέεται με τη διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου, την αποτυχία του κράτους να προστατεύσει τους αδύναμους, την αθέατη ψυχική φθορά που συνοδεύει χιλιάδες γυναίκες μητέρες στην καθημερινότητά τους. Και σε έναν βαθμό, οι δολοφονίες παιδιών από τις ίδιες τις μητέρες τους καθίστανται κραυγή: όχι μόνο ατομικής απελπισίας, αλλά και κοινωνικού κενού.

Αν λοιπόν η παιδοκτονία εμφανίζεται ως νέα «επιδημία», είναι επειδή λειτουργεί ως καθρέφτης της αποτυχίας του κοινωνικού δεσμού. Η ίδια η Δικαιοσύνη δείχνει αμήχανη. Η κοινωνία ζητά απαντήσεις σε όρους κακού ή ψυχασθένειας. Και τα media, αντί να ερμηνεύσουν, αναπαράγουν εμμονικά τη φρίκη. Δεν είναι επιδημία σε επιδημιολογικό επίπεδο. Είναι επιδημία στο συλλογικό φαντασιακό. Και αυτή, αν μη τι άλλο, απαιτεί πολιτική, θεσμική και κοινωνική απάντηση – όχι μόνο δίκες και ποινές.

Καμία θεωρία, όσο εμπεριστατωμένη, δεν αντέχει χωρίς την ηθική δοκιμασία της πράξης. Η μητέρα που αφαιρεί τη ζωή του παιδιού της παραμένει, στην ανθρώπινη συνείδηση, το απόλυτο όριο. Η κοινωνία αναζητά απεγνωσμένα ένα αφήγημα για να το εξηγήσει – και το αφήγημα αυτό γράφεται είτε ως ιατρικό σύμπτωμα είτε ως σκοτεινό δράμα. Ίσως εδώ να βρίσκεται και η ανάγκη μιας νέας νομικής γλώσσας: όχι για να αποδώσει συγχώρεση ή καταδίκη, αλλά για να κατανοήσει το βάρος μιας πράξης που δεν χωράει εύκολα σε άρθρα ποινικού κώδικα. Η παιδοκτονία, στην ουσία της, δεν είναι μόνο έγκλημα. Είναι τραύμα. Και το τραύμα, για να επουλωθεί, δεν χρειάζεται μόνο ποινή – χρειάζεται ανάγνωση, ανάληψη ευθύνης και συλλογική ενσυναίσθηση. Αν η Δικαιοσύνη φιλοδοξεί να είναι ανθρώπινη, οφείλει να έχει τη δύναμη να βλέπει και το ανείπωτο.

* Γιάννης Καϊντάσης, Δικηγόρος, MBA, Msc Εγκληματολογίας

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ