Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης: Ο φυσικός δικαστής στην υπόθεση “Novartis”

Μέλημα, πάντοτε, του Ανακριτή και υπηρεσιακό αυτού καθήκον είναι η διάγνωση της ουσιαστικής αλήθειας, στα πλαίσια που χαράσσει το Σύνταγμα, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας και ο νόμος γενικότερα.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης: Ο φυσικός δικαστής στην υπόθεση “Novartis”

Στην ειδική διαδικασία του νόμου περί ευθύνης υπουργών και κατά την πρακτική αυτής εφαρμογή, καίτοι πρόκειται για ποινική διαδικασία, η δικαστική εξουσία υπεισέρχεται, ως ασκούσα καθήκοντα και αρμοδιότητες, οψιγενώς και σε δεύτερη φάση.

Από το σημείο αυτό: Α) Περατούται ο «δικαστικός ρόλος» προσώπων που δεν είναι δικαστικοί λειτουργοί, αλλά κομματικώς οριζόμενοι και κομματικώς ενταγμένοι βουλευτές και σημαίνει η ώρα της ανακριτικής και διαγνωστικής κρίσης της πραγματικής Δικαιοσύνης, που φύσει και θέσει  είναι ταγμένη προς τούτο

Β) Τίθεται εκποδών, σε κάθε δε περίπτωση παραμερίζεται, ο διάχυτος σκεπτικισμός της κοινής γνώμης,  που φέρεται να την διακατέχει στο στάδιο άσκησης της κοινοβουλευτικής «δικαστικής» αρμοδιότητας

Γ) Ενισχύεται περαιτέρω η διαδικασία, από όλες τις οπτικές και προς πάσαν κατεύθυνση, με την επιβεβλημένη πλήρη και συμβατή με την φύση και τους σκοπούς της θεσμική βαρύτητα και

Δ) Ο φυσικός δικαστής έχει τον λόγο και είναι «επί τω έργω».

Το τι ακριβώς συμβαίνει, το τι μέσα από την «ομίχλη» και τον «κουρνιαχτό» θα κατασταλάξει ως αλήθεια, θα προκύψει μόνον από αυτόν και δι’ αυτού.

Στοιχειώδης θεσμική κουλτούρα και απλούστατη  θεσμική συνείδηση επιβάλλουν σεβασμό στην αποστολή του και αναμονή της ετυμηγορίας του.

Η Δικαιοσύνη δεν εκδίδει a priori και ερήμην του αποδεικτικού υλικού αποφάσεις.

Έχει επίγνωση απόλυτη των καθηκόντων της και δεν χρήζει «υποδείξεων» και «νουθεσιών», τις οποίες, εάν και εφ’ όσον επιχειρηθούν, τις απορρίπτει οποθενδήποτε προερχόμενες.

Ούτε η δικαστική κρίση και απόφαση είναι αρθρογραφία διατύπωσης προσωπικών απόψεων.

Μέλημα, πάντοτε, του Ανακριτή και υπηρεσιακό αυτού καθήκον είναι η διάγνωση της ουσιαστικής αλήθειας, στα πλαίσια που χαράσσει το Σύνταγμα, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας και ο νόμος γενικότερα.

Επί του εκάστοτε πρακτέου όμως και του τί χρήζει ειδικότερης εξέτασης και συμπληρωματικής διερεύνησης κρίνει, κάθε φορά, ο ίδιος και ουδείς τρίτος νομιμοποιείται να επιχειρεί, αναρμοδίως και αυτοκλήτως, σχετική παρέμβαση, προβάλλοντας αυτοπροαιρέτως την προσωπική και δικονομικώς, ούτως ή άλλως, αδιάφορη άποψή του.

Αποτελεί κοινό τόπο ότι ο Ανακριτής δικαιούται να επανεξετάσει μάρτυρες που εξετάσθηκαν κατά την προηγηθείσα προκαταρκτική εξέταση, όταν οι ανάγκες του ανακριτικού έργου το επιβάλλουν (άρ. 248 παρ. 2 του νέου ΚΠΔ), πολλώ δε μάλλον μπορεί να συντρέξει τέτοια ανάγκη, όταν προηγείται διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, εξέταση μαρτύρων και άσκηση της ενώπιον του Ανακριτή ποινικής δίωξης, με απόφαση και οργάνου που επιτελεί μεν ρόλο εισαγγελέα, χωρίς, όμως, να είναι πράγματι εισαγγελικός λειτουργός της συντεταγμένης Δικαιοσύνης, με όλα τα εχέγγυα που το τελευταίο τούτο παρέχει.

Πεμπτουσία της ποινικής δικαιοσύνης είναι η αναζήτηση και διάγνωση της ουσιαστικής αλήθειας και μόνον.

Ποτέ και εν ονόματι οιασδήποτε σκοπιμότητας δεν δικαιολογείται παρέκκλιση από τον στόχο αυτό.

Ούτε η ταχύτητα της ποινικής διαδικασίας επιτρέπεται να οδηγήσει σε διαγνωστική επίφαση, αφού κάτι τέτοιο ουδέν έτερον θα εσήμαινε παρά επίφαση δικαιοσύνης.

Δεν μπορεί να αγνοείται ότι οι δικονομικές προθεσμίες περάτωσης της κυρίας ανάκρισης τίθενται ενδεικτικώς και μόνον, υπό την έννοια της παροχής κατεύθυνσης αποφυγής ασκόπων χρονοτριβών και υπηρεσιακής αδρανείας και όχι ως αυτοσκοπός.

Τούτο, άλλωστε, ρητώς και ευθέως θεσμοθετείται στο άρθρο 248 παρ. 5 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπου ο νομοθέτης ο ίδιος προβλέπει, σωφρόνως και υπευθύνως πράττων, παραμερισμό των τασσομένων προθεσμιών, όταν η φύση της υπόθεσης ή της πράξης που πρέπει να διενεργηθεί επιβάλλουν την υπέρβασή τους, όπως το ίδιο κάνει και με τις προβλεπόμενες στο δικονομικό στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης προθεσμίες (άρ. 243 παρ. 2 του νέου ΚΠΔ).

Είναι προδήλως άστοχες και  θεσμικώς ασύμβατες οι διατυπωθείσες στον δημόσιο λόγο, για το ουσιαστικό ανακριτικό έργο στην υπόθεση «NOVARTIS», αιτιάσεις, εν ταυτώ όμως εμποιούν και απορία, δεδομένου ότι πρόκειται για Κυρία Ανάκριση διεξαγομένη από αρεοπαγίτη ανακριτή, με αμάχητο τεκμήριο γνώσης των ισχυουσών, σχετικώς, ποινικοδικονομικών διατάξεων και προβλέψεων.

O  Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης είναι Αντεισαγγελέας Α.Π. ε.τ.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ