Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

Κατερίνα Μάτση: Ανακατανομή με αντίστοιχη κατάργηση θέσεων εισαγγελικών λειτουργών του δεύτερου βαθμού: ποιον εξυπηρετεί πραγματικά;

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Κατερίνα Μάτση: Ανακατανομή με αντίστοιχη κατάργηση θέσεων εισαγγελικών λειτουργών του δεύτερου βαθμού: ποιον εξυπηρετεί πραγματικά;

Της Αικατερίνης Μάτση*

Δυστυχώς το ζήτημα της ανακατανομής των θέσεων επανέρχεται στο προσκήνιο, αυτή τη φορά επηρεάζοντας τους εισαγγελικούς λειτουργούς του δεύτερου βαθμού. Εμφανίζονται μάλιστα κάποιοι που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τους εισαγγελείς στο σύνολο τους και ότι σύσσωμο το εισαγγελικό σώμα επιθυμεί διακαώς την ανακατανομή των 22 θέσεων των αντεισαγγελέων εφετών σε εισαγγελείς εφετών με αντίστοιχη κατάργηση ισάριθμου αριθμού των πρώτων εξ αυτών, χωρίς βέβαια τούτο να συνοδεύεται και από ισάριθμη αύξηση οργανικών θέσεων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας. Κι εδώ εγείρονται δύο ζητήματα: ένα τυπικό που αφορά στο ποιος τελικά εκπροσωπεί τους εισαγγελείς και μέσα από ποια συλλογικά όργανα νομιμοποιείται να μιλά για λογαριασμό τους και ένα ουσιαστικό που αφορά προφανώς την αναγκαιότητα μιας τέτοιας ρύθμισης και στους εισαγγελείς.

Ως προς το πρώτο, σημειώνεται ότι οι εισαγγελείς όπως είναι ήδη γνωστό εκπροσωπούνται μέσω δύο ενώσεων, της ένωσης εισαγγελέων και της ένωσης δικαστών και εισαγγελέων. Κάποιοι είμαστε μέλη και των δύο ενώσεων. Υπενθυμίζεται ότι η ένωση εισαγγελέων ουδέποτε είχε ξεκάθαρη στάση για το εν λόγω ζήτημα, μάλιστα εντός μικρού χρονικού διαστήματος εξέδωσε δύο εντελώς αντιφατικές μεταξύ τους ανακοινώσεις. Ειδικότερα, στην ανακοίνωση της στις 28-11-2019 αναφέρει: «…η ΕΕΕ υπογραμμίζει εκ νέου ότι η πραγματική επιτάχυνση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης με την εφαρμογή των νέων Κωδίκων θα επέλθει μόνο με την αύξηση των οργανικών θέσεων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, και προτείνει να αποσυρθεί άμεσα η ανωτέρω τροπολογία (εννοεί την τροπολογία του υπουργείου δικαιοσύνης περί ανακατανομής των θέσεων προέδρων εφετών και εφετών κατ’ άρθρο 38 Ν.4640/2019) και μέσα από την αναγκαία διαβούλευση του Υπουργείου με τις Δικαστικές Ενώσεις να προκύψει το ακριβές μέτρο της αύξησης των θέσεων των Δικαστικών Λειτουργών και των δύο βαθμών που θα συμβάλλει αποτελεσματικά στην επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της δικαιοσύνης». Λίγο αργότερα, σε επιστολή της προς τον υπουργό δικαιοσύνης στις 6-12-2019, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «έχοντας πάντα τον ίδιο στόχο με την Πολιτεία, δηλαδή την επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας, ιδίως σε μεγάλης σοβαρότητας υποθέσεις, που εκκρεμούν στις μεγάλες εισαγγελίες εφετών της χώρας και η εκδίκασή τους απαιτεί χρόνο που συχνά υπερβαίνει το δικαστικό έτος, θεωρούμε εύλογη την ανακατανομή των θέσεων των εισαγγελικών λειτουργών του δευτέρου βαθμού». Είναι σαφές από τις παραπάνω δηλώσεις ότι στην ένωση εισαγγελέων, δεν υπάρχει μία αποκρυσταλλωμένη θέση αναφορικά με το ζήτημα αυτό, ενώ τέτοιου είδους παλινωδίες όταν μάλιστα δεν προκύπτουν από την συλλογική έκφραση της βούλησης των μελών της, καθόσον τα τελευταία ουδέποτε ερωτήθηκαν, αποδυναμώνουν την ισχύ των δηλώσεων της και δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά για τα κίνητρα αυτής της μεταστροφής. Από την άλλη, στην ένωση δικαστών και εισαγγελέων είναι γνωστό ότι με συντριπτική πλειοψηφία των μελών της ετήσιας γενικής συνέλευσης, η ένωση τάχθηκε κατά της τροπολογίας που αφορούσε την ανακατανομή των θέσεων των εφετών σε προέδρους εφετών. Βέβαια τότε δεν είχε τεθεί ζήτημα για τους εισαγγελείς, αλλά είναι προφανές ότι αναλογικά η βούληση των μελών είναι ίδια, αφού πρόκειται για πανομοιότυπη νομοθετική ρύθμιση. Άλλωστε κατά της επίμαχης τροπολογίας είχαν ταχθεί τόσο ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου στη διάρκεια της ετήσιας γενικής συνέλευσης της ΕΔΕ, όσο και οι προϊστάμενοι των Εφετείων Θεσσαλονίκης και Πειραιά με έγγραφα που είχαν αποστείλει στο Δ.Σ. της ένωσης. Από τις ανωτέρω επισημάνσεις εξάγονται κάποια ασφαλή συμπεράσματα: πρώτον, οι εισαγγελείς της χώρας ουδέποτε ερωτήθηκαν για ένα ζήτημα που τους επηρεάζει άμεσα, δεύτερον η μόνη ασφαλής εικόνα είναι αυτή που αποτυπώθηκε από την πλειοψηφία των μελών της γενικής συνέλευσης της ένωσης δικαστών και εισαγγελέων. Συνεπώς όσοι ισχυρίζονται ότι συναινούν με την επικείμενη τροπολογία εκπροσωπώντας τους εισαγγελείς, προφανώς δεν νομιμοποιούνται προς τούτο.

Το ουσιαστικό ζήτημα αφορά την αναγκαιότητα μιας τέτοιας ρύθμισης και το ποιους εξυπηρετεί. Ήδη έχει γραφεί και αποτυπωθεί σε πολλά κείμενα, ότι πρόκειται για μέτρο αναποτελεσματικό, το οποίο αφενός παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αφού έτσι θα καθυστερήσει ακόμη περισσότερο η προαγωγή των συναδέλφων από τον πρώτο στο δεύτερο βαθμό, αφετέρου θα δημιουργήσει συνθήκες ακόμη μεγαλύτερης πίεσης και επιβάρυνσης στους αντεισαγγελείς εφετών, αφού γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά ότι αυτοί σηκώνουν στην πλειοψηφία τους το βάρος των χρεώσεων δικογραφιών και των ποινικών εδρών, ενώ οι υπηρεσιακές υποχρεώσεις των εισαγγελέων εφετών εξαντλούνται κυρίως στην άσκηση διοικητικών καθηκόντων, ιδίως στις μικρές εισαγγελίες που είναι μικρός ο αριθμός των υπηρετούντων εισαγγελικών λειτουργών. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι υπάρχουν συνάδελφοι που κατά το μεγαλύτερο μέρος του υπηρεσιακού τους βίου βρίσκονται μακριά από τις οικογένειες τους, αναγκαζόμενοι πολλές φορές να υπηρετήσουν στην άλλη άκρη της χώρας. Άραγε αναρωτήθηκε κανείς από τους υπερασπιστές αυτής της τροπολογίας, πόσο μεγάλη θα είναι η απογοήτευση αυτών των συναδέλφων, όταν οι οργανικές θέσεις, τις οποίες ήλπιζαν να καταλάβουν λόγω μετάθεσης με βάση την αρχαιότητά τους, απλώς θα καταργηθούν χωρίς καν να υπάρχει συζήτηση για αύξηση τουλάχιστον ισάριθμων αντίστοιχων οργανικών θέσεων στις οικείες εισαγγελίες εφετών; ή ακόμη και οι συνάδελφοι αντεισαγγελείς εφετών που μετά από συνεχείς μεταθέσεις και συνακόλουθες μετακινήσεις επί σειρά ετών, κατάφεραν να προσεγγίσουν τη πόλη τους και την οικογενειακή τους εστία έχοντας την πεποίθηση ότι θα παραμείνουν στον ίδιο βαθμό για κάποιο χρόνο ακόμη, πόσο πολύ αιφνιδιάζονται και πόσο ανατρέπεται ο οικογενειακός τους προγραμματισμός, μπροστά σε μία επικείμενη προαγωγή στο βαθμό του εισαγγελέα εφετών που αυτόματα θα σημαίνει την εκ νέου αναχώρηση τους για κάποιο άλλο μέρος της Ελλάδας;

Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από το προσωπικό όφελος ή βλάβη καθενός και καθεμίας από εμάς από μία τέτοια νομοθετική ρύθμιση, πρέπει όλοι να σταθούμε σε ένα και μοναδικό ερώτημα: ποιος σκοπός εξυπηρετείται από την κατάργηση σημαντικού αριθμού νευραλγικών θέσεων στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης; Αν όχι η εξυπηρέτηση μεμονωμένων συναδέλφων, τότε τι;

*Αντεισαγγελέας Εφετών

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ