Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2025

Βανέσσα-Παναγιώτα Ντέγκα: Η τεχνητή μείωση της εισροής υποθέσεων αξιοποιείται ως πρόσχημα για καταργήσεις δικαστηρίων ή μετατροπή τους σε τηλεματικά με βάση μια λογική κόστους-οφέλους

Η ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών στην Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων στις 13.9.2025.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Βανέσσα-Παναγιώτα Ντέγκα: Η τεχνητή μείωση της εισροής υποθέσεων αξιοποιείται ως πρόσχημα για καταργήσεις δικαστηρίων ή μετατροπή τους σε τηλεματικά με βάση μια λογική κόστους-οφέλους

Κύριε Πρόεδρε της Ολομέλειας,

Κυρίες και κύριοι Πρόεδροι των Δικηγορικών Συλλόγων,

Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για την Ένωση Διοικητικών Δικαστών να βρίσκεται σήμερα ανάμεσά σας, στην έναρξη των εργασιών της Ολομέλειάς σας. Ο διάλογος μεταξύ δικηγόρων και δικαστών, οι συγκλίσεις αλλά και οι δημιουργικές μας διαφωνίες, μπορούν να χαράξουν κατευθύνσεις πολύτιμες για την κοινωνία και τη Δημοκρατία.

Η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη είναι δημόσιο αγαθό και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Η ουσιαστική άσκηση του δικαιώματος αυτού προϋποθέτει τη δυνατότητα του πολίτη να προσφεύγει σε δικαστήριο κοντά στον τόπο κατοικίας του. Τα τελευταία χρόνια υλοποιούνται στη χώρα μας σειρά μεταρρυθμίσεων με την επίκληση της ανάγκης επιτάχυνσης της απονομής της Δικαιοσύνης. Κεντρική θέση στις κατευθύνσεις αυτές καταλαμβάνει ο Δικαστικός Καλλικράτης. Η τεχνητή μείωση της εισροής των υποθέσεων αξιοποιείται ως πρόσχημα για καταργήσεις δικαστηρίων ή μετατροπή τους σε τηλεματικά, με βάση μια λογική κόστους-οφέλους. Όμως η εξ αποστάσεως συμμετοχή σε δίκη παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της δημοσιότητας της δίκης, ενώ η κατάργηση της φυσικής έδρας των δικαστηρίων απομακρύνει τον δικαστή από την κοινωνία στην οποία καλείται να απονείμει Δικαιοσύνη.

Η μείωση της εισροής υποθέσεων δεν οφείλεται σε πραγματικό περιορισμό των διαφορών, αλλά στην αύξηση του κόστους της δίκης, την εισαγωγή δικονομικών βαρών με τον ν. 3900/2010, την πιλοτική δίκη κλπ. Είναι καιρός να επανεξετασθούν πολλές σχετικές ρυθμίσεις ιδίως του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Θεωρούμε ότι η ενότητα της νομολογίας μπορεί να εξυπηρετηθεί εξίσου με την παλαιά (προ του ν. 3900/2010) πρότυπη δίκη, όπου η διαδικασία της επίσπευσης λειτουργούσε στο στάδιο της αναίρεσης, οπωσδήποτε όμως μετά την εκδίκαση της υπόθεσης σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατός ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων.

Συχνά γίνεται λόγος για την καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης. Ωστόσο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EU Justice Scoreboard) για το έτος 2023, ο μέσος χρόνος εκδίκασης μιας υπόθεσης στον πρώτο βαθμό ανέρχεται σε 400 μέρες περίπου. Η δραματική μείωση του όγκου των εκκρεμών υποθέσεων είναι καρπός της συστηματικής προσπάθειας των διοικητικών δικαστών, συχνά με εξάντληση των προσωπικών τους αντοχών επί σειρά ετών. Η μεγαλύτερη καθυστέρηση που παρατηρείται στον δεύτερο βαθμό (με μέσο όρο εκδίκασης γύρω στις 600 μέρες) οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα διοικητικά εφετεία λειτουργούν ως δικαστήρια πρώτου βαθμού για σημαντικό αριθμό υποθέσεων. Εξάλλου, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι παθογένειες του δικαστικού συστήματος οφείλονται κατά κύριο λόγο στην κρατική υποχρηματοδότηση, η οποία συνεπάγεται τεράστιες ελλείψεις σε δικαστικούς υπαλλήλους και ανεπαρκείς υλικοτεχνικές υποδομές. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν η κακή νομοθέτηση και η πολυνομία — με χαρακτηριστικό παράδειγμα το φορολογικό δίκαιο, όπου πολλές φορές ο δικαστής καλείται να εφαρμόσει διαφορετικό καθεστώς για κάθε χρήση — καθώς και η υποστελέχωση της δημόσιας διοίκησης, η οποία υποχρεώνει τους δικαστές να προβαίνουν σε αυτεπάγγελτες αναβολές λόγω της μη προσκόμισης του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.

Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης διασφαλίζεται μέσα από τον τρόπο αξιολόγησης και εξέλιξης των λειτουργών της. Η επετηρίδα αποτελεί το μόνο αντικειμενικό και διαφανές σύστημα προαγωγών, καθώς εξασφαλίζει ότι ο δικαστής δεν θα παρακαμφθεί επειδή δεν είναι αρεστός. Το θεσπισθέν πλαίσιο επιθεώρησης που δίνει έμφαση στην ποσοτική απόδοση, την «ταχύτητα» και την «επιμόρφωση» αντιμετωπίζει τους δικαστές ως διεκπεραιωτές υποθέσεων. Η θέσπιση κριτηρίων επιθεώρησης άσχετων με το δικαιοδοτικό έργο, όπως η συμμετοχή σε υποχρεωτικά σεμινάρια ή αντιεπιστημονικών, όπως η εξαφάνιση των αποφάσεων στο δεύτερο βαθμό υποβαθμίζει την ουσία της δικαστικής λειτουργίας. Η απονομή της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να αποτιμάται με ποσοτικούς δείκτες.

Η Ένωσή μας θεωρεί επίσης αυτονόητο ότι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν νοείται να έχουν ρόλο στις προαγωγές, τις μεταθέσεις ή τις αποσπάσεις των δικαστών. Είναι βασικό συστατικό της ανεξαρτησίας του δικαστή να μην εμπλέκεται στη διαδικασία επιθεώρησής του όργανο εκτός της δικαστικής λειτουργίας. Εξάλλου, μόνο ο επιθεωρητής έχει τη δυνατότητα να σχηματίσει συνολική εικόνα του επιθεωρούμενου έργου, καθώς έχει πρόσβαση στο σύνολο των αποφάσεων που εκδόθηκαν κατά το οικείο έτος.

Αναμφίβολα, οι διοικητικοί δικαστές επιθυμούμε τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό και χαιρετίζουμε μέτρα, όπως την εισαγωγή ηλεκτρονικού φακέλου που αναμένεται να επιταχύνει την απονομή της Δικαιοσύνης. Η τεχνολογία, όμως, πρέπει να παραμένει εργαλείο υποβοήθησης του έργου μας και να μην αξιοποιείται για την υποκατάσταση της ανθρώπινης, ανεξάρτητης δικαστικής κρίσης. Η εισαγωγή της τεχνητής νοημοσύνης εγκυμονεί κινδύνους λόγω της έλλειψης διαφάνειας στη λειτουργία των αλγορίθμων και της  πιθανής ενσωμάτωσης προκαταλήψεων στα δεδομένα.

Επιτρέψτε μου να σχολιάσω από το βήμα αυτό τις χθεσινές δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης αναφορικά με το νέο σχέδιο του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Η Ένωσή μας απαιτεί την ενεργό συμμετοχή της σε κάθε νομοπαρασκευαστική ή άλλη επιτροπή για τα νομοθετήματα που αφορούν την ύλη μας. Δεν νοείται να σχεδιάζεται η τροποποίηση του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπου της Ένωσης.

Κλείνοντας, θα ήθελα να καταθέσω ορισμένες σκέψεις σχετικά με την ανάγκη θωράκισης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης.

Καταρχάς, η επιλογή της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων δεν μπορεί να παραμένει αποκλειστικό προνόμιο του Υπουργικού Συμβουλίου. Η ισχύουσα συνταγματική ρύθμιση επιτρέπει τον σφιχτό εναγκαλισμό εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας. Η επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης πρέπει να γίνεται από τη Βουλή με αυξημένη πλειοψηφία, ύστερα από γνώμη του δικαστικού σώματος, η οποία πρέπει να έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Τούτο σημαίνει ότι το αποφασίζον όργανο δεν θα μπορεί να επιλέξει άλλα πρόσωπα, πέρα από εκείνα που έχουν προταθεί από τους ίδιους τους δικαστές.

Επίσης, ζητούμε να κατοχυρωθεί συνταγματικά ότι οι αφυπηρετούντες δικαστές δεν θα μπορούν να αναλαμβάνουν δημόσια θέση για εύλογο χρονικό διάστημα (π.χ. δύο-τρία έτη) μετά την αποχώρησή τους. Πρόκειται για αίτημα αυτοπεριορισμού, που αποσκοπεί στην ανάκτηση της απωλεσθείσας εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη.

Τέλος, η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί θεμελιώδη εγγύηση του κράτους δικαίου και ασφαλιστική δικλείδα της αμερόληπτης και ανεξάρτητης δικαστικής κρίσης. Είμαστε αντίθετοι σε κάθε προσπάθεια περιορισμού της αιτιολογίας των δικαστικών αποφάσεων.

Δικαστές και δικηγόροι, μοιραζόμαστε το καθήκον να κρατήσουμε ζωντανό το θεσμικό κύρος της Δικαιοσύνης· το καθήκον να υπερασπιστούμε τις δημοκρατικές ελευθερίες. Μαζί εκφράσαμε ενστάσεις για την τροπολογία περί τρίμηνης αναστολής ασύλου, μαζί αντιταχθήκαμε στις διατάξεις του προσφάτως ψηφισθέντος μεταναστευτικού νομοσχεδίου που παραβιάζουν εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, μαζί αγωνιζόμαστε για να διασφαλίσουμε ότι η Δικαιοσύνη θα παραμείνει το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη απέναντι σε κάθε μορφή αυθαιρεσίας.

Καλή επιτυχία στις εργασίες της Ολομέλειάς σας!

* Η Βανέσσα- Παναγιώτα Ντέγκα είναι Εφέτης Δ.Δ., Πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ