Άρειος Πάγος: Αναίρεση στην αποφυλάκιση καταδικασθέντος για τη δολοφονία Φύσσα

Το ανώτατο δικαστήριο ακύρωσε βούλευμα που είχε χορηγήσει απόλυση υπό όρους και παρέπεμψε την υπόθεση σε νέα κρίση, υποστηρίζοντας ότι η αξιολόγηση της «καλής διαγωγής» απαιτεί τεκμηριωμένη ουσιαστική μεταστροφή. 

NEWSROOM
Άρειος Πάγος: Αναίρεση στην αποφυλάκιση καταδικασθέντος για τη δολοφονία Φύσσα

Με μια απόφαση που αγγίζει τον πυρήνα του σωφρονιστικού συστήματος, ο Άρειος Πάγος ανέτρεψε τη χορήγηση υφ’ όρον απόλυσης στον καταδικασθέντα πρωτόδικα Ε.Κ. για ένταξη στην εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή και συνέργεια στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, υπογραμμίζοντας ότι η «καλή διαγωγή» δεν εξαντλείται στην απλή πειθαρχία, αλλά προϋποθέτει «ουσιαστική ηθική μεταστροφή και εσωτερικευμένη αποδοχή των κοινωνικών κανόνων».

Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι η εφετειακή απόφαση που είχε επιτρέψει την αποφυλάκιση στηρίχθηκε σε «εξωτερικά δείγματα συμμόρφωσης», τα οποία «στοιχειοθετούν απλώς την έννοια της εξωτερικά καλής συμπεριφοράς, και όχι της καλής διαγωγής με την έννοια της αληθούς θετικής συμπεριφοράς, που πηγάζει από την ενδόμυχη αποδοχή των κανόνων του κοινωνικού βίου».

Με την απόφασή του ο Άρειος Πάγος διατυπώνει μια σαφή προειδοποίηση προς τα δικαστικά συμβούλια: οι κρίσεις για υφ’ όρον απόλυση, ιδίως σε υποθέσεις αυξημένης κοινωνικής βαρύτητας, δεν μπορούν να στηρίζονται σε «γενικόλογες και ενδοιαστικές εκτιμήσεις», αλλά πρέπει να αποτυπώνουν πειστικά και απτά δεδομένα ηθικής βελτίωσης.

Η υπόθεση και το δικαστικό χρονικό

Ο κρατούμενος, καταδικασμένος το 2020 σε εννέα χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή και συνέργεια στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, είχε ζητήσει την αποφυλάκισή του επικαλούμενος «καλή διαγωγή» και εργασιακή συνέπεια κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ναυπλίου απέρριψε την αίτηση, κρίνοντας ότι δεν αποδείχθηκε ουσιαστική μεταστροφή. Το Συμβούλιο Εφετών Ναυπλίου ωστόσο ανέτρεψε την κρίση και χορήγησε την απόλυση υπό όρους, επιβάλλοντας περιορισμούς όπως απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρεωτικές εμφανίσεις στο Αστυνομικό Τμήμα.

Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προσέφυγε κατά της απόφασης, υποστηρίζοντας ότι η αιτιολογία του Εφετείου ήταν γενική, τυπική και ανεπαρκώς αιτιολογημένη, στηριγμένη σε «παθητικά στοιχεία συμμόρφωσης» (όπως εργασία, καλή συμπεριφορά και απουσία πειθαρχικών παραπτωμάτων) χωρίς καμία ένδειξη ουσιαστικής ηθικής μεταστροφής ή εγγύησης μη υποτροπής.

Αναίρεση σε αποφυλάκιση καταδικασθέντος: Το σκεπτικό

Ο Άρειος Πάγος, κάνοντας δεκτή την αναίρεση, τόνισε ότι το εφετειακό βούλευμα δεν αιτιολόγησε ειδικά και εμπεριστατωμένα την κρίση του περί «καλής διαγωγής», όπως απαιτεί το Σύνταγμα (άρθρο 93 παρ. 3) και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (άρθρο 139).

«Τα στοιχεία που επικαλέστηκε το εφετειακό βούλευμα αφορούν κυρίως εξωτερικά δείγματα συμμόρφωσης», σημειώνει ο Άρειος Πάγος, «και όχι την απαιτούμενη ουσιαστική μεταστροφή του χαρακτήρα, που συνιστά προϋπόθεση για την ασφαλή επανένταξη».

Επιπλέον, το ανώτατο δικαστήριο εντόπισε λογικά κενά στην αξιολόγηση του κινδύνου υποτροπής. Ειδικά, επέκρινε την κρίση του εφετείου ότι:

«Το ενδεχόμενο ο κρατούμενος να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά στον τόπο όπου διέπραξε τις αξιόποινες πράξεις δεν συνιστά από μόνο του επαρκές αποδεικτικό στοιχείο επικινδυνότητας…».

Σύμφωνα με τον Άρειο Πάγο, η αιτιολογία αυτή είναι «ενδοιαστική και υποθετική» και «στερεί το βούλευμα από νόμιμη βάση», διότι αποφεύγει να σταθμίσει ουσιαστικά τα πραγματικά δεδομένα του κινδύνου επανεμπλοκής του κρατουμένου με το περιβάλλον και τα πρόσωπα του παρελθόντος.

Η έννοια της «καλής διαγωγής»

Η απόφαση ρίχνει φως στην ουσία της έννοιας που προβλέπει το άρθρο 106 ΠΚ. Κατά τον Άρειο Πάγο, η «καλή διαγωγή» δεν είναι παθητική συμμόρφωση με τους κανόνες της φυλακής, αλλά ενεργή ένδειξη εσωτερικής αλλαγής: «Η καλή διαγωγή πρέπει να αποτυπώνει πραγματική μεταστροφή του χαρακτήρα, που δεν περιορίζεται σε εξωτερικές εκδηλώσεις, αλλά απορρέει από ενδόμυχη μεταμέλεια και ειλικρινή πρόθεση για έντιμο βίο στο μέλλον».

Το δικαστήριο προσθέτει ότι η αξιολόγηση της διαγωγής πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενικά, σύγχρονα και επαληθεύσιμα στοιχεία, και όχι σε παλαιότερες εκτιμήσεις ή τυπικά δεδομένα, όπως η εργασία ή η απουσία πειθαρχικών παραπτωμάτων.

Η κρίση του Αρείου Πάγου υπενθυμίζει ότι ο θεσμός της υφ’ όρον απόλυσης δεν αποτελεί μηχανική εφαρμογή του νόμου, αλλά έλεγχο της πραγματικής ηθικής αναμόρφωσης. Όπως υπογραμμίζει, η δικαστική κρίση πρέπει να «πατά σε απτά δεδομένα και όχι σε γενικόλογες εκτιμήσεις».

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr