Διασφάλιση ανεξαρτησίας και αποτελεσματικότητας της Δικαιοσύνης τα δύο “κλειδιά” ενόψει της Συνταγματικής Αναθεώρησης: Οι εισηγήσεις στην εκδήλωση της διαΝΕΟσις
“Για πολλά ζητήματα που θεωρούμε ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν δεν απαιτείται Συνταγματική Αναθεώρηση, αρκεί στοχευμένη νομοθετική παρέμβαση”, τονίζεται.

Ιδιαίτερης σημασίας υπήρξαν οι εισηγήσεις των συμμετεχόντων στη θεματική ενότητα «Δικαιοσύνη» που διοργάνωσε η διαΝΕΟσις, στο πλαίσιο μίας εκ των ενοτήτων που πραγματοποιεί για κρίσιμα θέματα.
Την εκδήλωση αυτή συντόνισε ο Βασίλειος Ανδρουλάκης, Σύμβουλος της Επικρατείας, επισημαίνοντας πως κάθε φορά που ανοίγει η συζήτηση για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, τα ζητήματα της Δικαιοσύνης είναι από τα πρώτα που τίθενται στον δημόσιο διάλογο.
Ωστόσο, όπως υπογράμμισε «πριν, όμως, καταλήξουμε σε προτάσεις, δεν πρέπει να ξεχνάμε δύο πράγματα: πρώτον, ότι για πολλά ζητήματα που θεωρούμε ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν δεν απαιτείται Συνταγματική Αναθεώρηση, αρκεί στοχευμένη νομοθετική παρέμβαση, προϊόν σοβαρής νομοθετικής προετοιμασίας, καθώς και η συνεπής εφαρμογή της, και, δεύτερον, παρατήρηση που σχετίζεται με την προηγούμενη, ότι το Σύνταγμα δεν αποτελεί πανάκεια. Οι βαρύγδουπες και εντυπωσιακές εκφράσεις και διατυπώσεις σε ένα κείμενο μπορεί να εντυπωσιάζουν και, ενδεχομένως, να αποφέρουν πολιτικά κέρδη, αλλά δεν επιλύουν τα προβλήματα. Αρκεί να σκεφτούμε ότι είμαστε η μόνη, ίσως, ευρωπαϊκή χώρα το Σύνταγμα της οποίας περιέχει τόσο εκτεταμένες διατάξεις σχετικά με τη Δικαιοσύνη και ότι η θέση ορισμένων είναι σε δικονομικούς κώδικες και όχι στο συνταγματικό κείμενο».
Και πρόσθεσε πως «αποτελεί, ίσως, πρόβλημα το ότι η συζήτηση διεξάγεται σε μια περίοδο έντονης αμφισβήτησης των θεσμών γενικώς και της Δικαιοσύνης ειδικότερα. Αν είναι αλήθεια ότι η Δικαιοσύνη είναι εγγυητής του κράτους δικαίου, τότε η αμφισβήτησή της, η διατύπωση πολλών επιφυλάξεων εκ μέρους μεγάλης μερίδας της κοινής γνώμης ως προς την ανεξαρτησία της έναντι της πολιτικής εξουσίας, στην οποία αναφέρθηκαν οι περισσότεροι από τους μετέχοντες στην εκδήλωση, όσο και αν δεν ανταποκρίνεται –στην έκταση τουλάχιστον που η αμφισβήτηση εκδηλώνεται– στην πραγματικότητα της λειτουργίας της, πλήττει αναπόδραστα το ίδιο το κράτος δικαίου. Και τούτο δεν μπορεί να μη ληφθεί υπ’ όψιν κατά τη διαμόρφωση των προτάσεων Αναθεώρησης».
Εκδήλωση διαΝΕΟσις: Οι συμμετέχοντες
Στην εκδήλωση για τη Δικαιοσύνη συμμετείχαν οι Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, Αρεοπαγίτης, Βασίλειος Γκέρτσος, Πάρεδρος στο Συμβούλιο της Επικρατείας, Τζένη Πρεβεδούρου, Καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, Ιωάννης Δρυλλεράκης, Δικηγόρος, Κωνσταντίνος Γώγος, Καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΑΠ, Ιωάννης Βαλμαντώνης, Εφέτης, Βαρβάρα Μπουκουβάλα, Δ.Ν., Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ., Παναγιώτης Πετράκης, Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ.
Το συντονισμό είχε ο Αντώνιος Καραμπατζός, Καθηγητής Αστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ, ενώ στο στρογγυλό τραπέζι, που ακολούθησε έλαβαν μέρος οι παραπάνω εισηγητές και εισηγήτριες, καθώς και οι Δημήτριος Σκαλτσούνης, Πρόεδρος Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ., Ευαγγελία Κουλουμπίνη, Αντιπρόεδρος Ελεγκτικού Συνεδρίου, Μαρία Χασιρτζόγλου, Αρεοπαγίτης ε.τ., Μιχάλης Καλογήρου, Δικηγόρος, τ. Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημήτριος Φινοκαλιώτης, Δ.Ν., Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης με συντονίστρια την δημοσιογράφο Eλευθερία Κόλλια.
Οι εισηγήσεις: Πού επικεντρώθηκαν οι ομιλητές
Οι εισηγήσεις επικεντρώθηκαν, προεχόντως, στα δύο πιο σοβαρά ζητήματα που απασχολούν τη Δικαιοσύνη: αυτό της διασφάλισης της ανεξαρτησίας της (i) και αυτό της αποτελεσματικότητάς της, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου (ii). Στο πλαίσιο αυτό, διατυπώθηκαν πολλές και ενδιαφέρουσες σκέψεις και προτάσεις, κάποιες από τις οποίες είναι ιδιαίτερα ρηξικέλευθες, για τα δικά μας, τουλάχιστον, δεδομένα. Τέλος, αναπτύχθηκαν και προβληματισμοί που δεν άπτονται αμέσως των διατάξεων του Συντάγματος, έχουν, όμως, ιδιαίτερη σημασία για την ποιότητα του δικαιοδοτικού έργου (iii).
- i. Ως προς το πρώτο ζήτημα, ο Εφέτης Ιωάννης Βαλμαντώνης, έχοντας ως βασικό οδηγό την ενίσχυση της δικαστικής ανεξαρτησίας (εσωτερικής και εξωτερικής) και της λογοδοσίας του δικαστικού σώματος, πρότεινε τον εμπλουτισμό της στελέχωσης των δικαστικών συμβουλίων όχι μόνο με δικαστές κατώτερων βαθμών, αλλά και με πρόσωπα που δεν έχουν δικαστική ιδιότητα (καθηγητές Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, δικηγόροι). Περαιτέρω εισηγήθηκε την επέκταση των αρμοδιοτήτων τους σε ζητήματα όπως η επιθεώρηση και η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας, αλλά και την ανάθεση συμβουλευτικού ρόλου προς τις άλλες δύο εξουσίες. Επίσης, στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε στην οργανωτική αναβάθμιση των δικαστικών συμβουλίων, μέσω της αύξησης της θητείας των μελών τους, στην αναγνώριση οικονομικής αυτοτέλειας και τη στελέχωσή τους με δικό τους προσωπικό. Τέλος, πρότεινε τον περιορισμό των εξουσιών που διαθέτει σήμερα ο υπουργός Δικαιοσύνης, ιδίως ως προς την προηγούμενη αποστολή ερωτήματος, ώστε το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο να επιληφθεί κάποιου θέματος, καθώς και ως προς την άσκηση προσφυγής κατά των αποφάσεών του.
Ένα πολυσυζητημένο ζήτημα, που επανέρχεται σε κάθε συζήτηση περί Αναθεωρήσεως, είναι αυτό της επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Τη σχετική θεματική ανέπτυξε ο Καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Ε. Γώγος, ο οποίος υποστήριξε ότι πρόκειται, ασφαλώς, για ζήτημα που έχει άμεση συνάφεια με την ανεξαρτησία του θεσμού της Δικαιοσύνης. Ωστόσο, εξίσου σημαντική παράμετρος για την ορθή λειτουργία του κράτους δικαίου είναι και η αποδοτική λειτουργία του συστήματος, στο οποίο προσάπτεται καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων.
Τούτο σημαίνει, κατά τον εισηγητή, ότι η Δικαιοσύνη χρειάζεται πρόσωπα όχι μόνο ανεξάρτητα, αλλά και με διοικητικές ικανότητες. Πρόσωπα τα οποία δεν θα διστάσουν να λάβουν δυσάρεστες, μερικές φορές, αποφάσεις. Είναι αναγκαίο η διαδικασία επιλογής να αυξήσει τα σημεία «διεπαφής» της δικαστικής εξουσίας με την κοινωνία. Ακόμα και αν η επιλογή από την εκτελεστική εξουσία δεν αποτελεί τη βέλτιστη λύση, πάντως η κοινή νομοθεσία έχει θέσει δικλίδες ασφαλείας που περιορίζουν τις εκ μέρους της καταχρήσεις (περιορισμός θητείας και του κύκλου των υποψηφίων, γνωμοδότηση της Βουλής). Ως σημαντική αξιολογήθηκε η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία (Ν. 3123/2024), σχετικά με τη γνωμοδότηση των Ολομελειών των ανώτατων δικαστηρίων, η οποία συνιστά μια «υφέρπουσα και κεκαλυμμένη αναθεώρηση», που ορθότερο θα ήταν να αποτυπωθεί στη διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με την Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ.-Δ.Ν. Βαρβάρα Μπουκουβάλα, η συνταγματική απαγόρευση ασκήσεως διοικητικού έργου από τους δικαστές προβλέφθηκε μεν στην Αναθεώρηση του 2001 ως στοιχείο ενισχυτικό της δικαστικής ανεξαρτησίας, πλην, κατ’ ουσίαν, δεν εκφράζει παρά δυσπιστία έναντι των δικαστών και δεν συντελεί στην αναβάθμιση της ανεξαρτησίας τους. Η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού σε διοικητικά όργανα αποτελεί παράγοντα που συντείνει στη λήψη ορθών αποφάσεων, ταυτόχρονα, δε, με την άσκηση των καθηκόντων αυτών ο δικαστής αποκτά γνώση και πείρα, η οποία μπορεί να αποδειχθεί πολλαπλώς χρήσιμη κατά την άσκηση του δικαιοδοτικού έργου του.
- ii. Έντονα απασχόλησε την εκδήλωση το ζήτημα που συνδέεται με την καλύτερη οργάνωση και συνταγματική διευθέτηση του συστήματος απονομής της Δικαιοσύνης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Αρεοπαγίτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος προσέγγισε σειρά ζητημάτων, όπως είναι η ανάγκη Αναθεωρήσεως του άρθρου 93 του Συντάγματος ή της προσθήκης σε αυτό σχετικής ερμηνευτικής δηλώσεως, ώστε να μη θεωρηθεί ότι δεν επιτρέπει τη διενέργεια της δίκης με ψηφιακά μέσα, αλλά και να διευκολύνει τη δημοσίευση των αποφάσεων μέσω του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥ-Π.Π.) και Διοικητικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥ-Δ.Δ.). Σημείωσε, πάντως, ότι η χρήση τεχνολογικών μέσων που επιτρέπουν την εξ αποστάσεως πραγματοποίηση δικαστικών ενεργειών δεν είναι επιτρεπτό να εφαρμοστούν σε κάθε περίπτωση (όπως λ.χ. στην κατ’ οίκον έρευνα). Ως προς την αιτιολογία των αποφάσεων, προτάθηκε η προσθήκη στην παρ. 3 του άρθρου 93 της ρήτρας «ως νόμος ορίζει», ώστε να καταστεί λιγότερο ανελαστικό. Τέλος, επισημάνθηκε, σε σχέση με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «Ζουμπουλίδης κατά Ελλάδος», ότι το πλαίσιο της ευθύνης του Δημοσίου από σφάλμα του δικαστικού λειτουργού πρέπει να διαμορφωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να τεθούν πολύ αυστηροί όροι, διότι σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να τρωθεί η δικαστική ανεξαρτησία.
Ακολούθως, εξετάστηκε το ζήτημα που τίθεται, επίσης, κάθε φορά που συζητείται το ενδεχόμενο Συνταγματικής Αναθεώρησης, αυτό της ιδρύσεως Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο παρουσιάζεται συχνά ως αναγκαίο στοιχείο ενισχυτικό της ασφάλειας δικαίου, μέσω της ταχύτερης, και άρα επίκαιρης, κρίσεως επί των ζητημάτων αντισυνταγματικότητας των τυπικών νόμων.
Ο Πάρεδρος στο Συμβούλιο της Επικρατείας Βασίλειος Γκέρτσος επεσήμανε ότι το ισχύον από τα τέλη του 19ου αιώνα στη χώρα μας σύστημα ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζει ορισμένες ατέλειες, όπως είναι η έλλειψη ελέγχου των interna corporis ή η πραγματοποίησή του με σχετική καθυστέρηση. Ωστόσο, η λύση της ιδρύσεως Συνταγματικού Δικαστηρίου, ιδίως στο σύγχρονο περιβάλλον του πολυεπίπεδου συνταγματισμού, δεν φαίνεται να είναι η ενδεδειγμένη. Κατά τον εισηγητή, δεν απαιτούνται μείζονες και ριζικές επεμβάσεις στο υφιστάμενο σύστημα επιλύσεως των συνταγματικών διαφορών, όπως αυτό έχει εξελιχθεί (κυρίως με την εισαγωγή της πρότυπης δίκης). Στο επίπεδο του Συντάγματος, με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, θα μπορούσε να διερευνηθεί η εισαγωγή, παράλληλα με τον διάχυτο έλεγχο, ευθείας συνταγματικής προσφυγής στις Ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων ή στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Αρμοδιότητα να την ασκήσουν θα μπορούσε να αναγνωριστεί σε συγκεκριμένα πολιτειακά όργανα, όπως στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον Πρόεδρο της Βουλής ή, ενδεχομένως, σε ορισμένο αριθμό βουλευτών.
Ειδικά ως προς τη Διοικητική Δικαιοσύνη, η Καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ Ευγενία Β. Πρεβεδούρου πρότεινε τη μεταφορά τού, κατά τη νομολογία, συνταγματικώς κατοχυρωμένου σήμερα τεκμηρίου αρμοδιότητας των ακυρωτικών διαφορών από το Συμβούλιο της Επικρατείας προς τα δικαστήρια της ουσίας. Το Συμβούλιο της Επικρατείας πρέπει να παραμείνει αρμόδιο επί ακυρωτικών διαφορών, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, για συγκεκριμένες ακυρωτικές διαφορές (όπως για εκείνες που προκαλούνται από τον έλεγχο κανονιστικών πράξεων) και κατ’ έφεση για τις υπόλοιπες. Κατά την εισήγηση, η ανατροπή του τεκμηρίου θα απαλλάξει το Συμβούλιο της Επικρατείας από ήσσονος σημασίας υποθέσεις και θα του επιτρέψει να επικεντρωθεί στον ρόλο του ανώτατου δικαστηρίου (όπως έλεγχος συνταγματικότητας, ενοποίηση της νομολογίας), καθώς επίσης θα συντελέσει σε μεγάλο βαθμό στην απλοποίηση της διοικητικής δικονομίας, προς όφελος των διαδίκων.
iii. Tέλος, δύο εισηγητές έθεσαν σημαντικά ζητήματα που δεν σχετίζονται ευθέως με τις συνταγματικές ρυθμίσεις, πλην, όμως, έχουν άμεση σχέση με το δικαστικό έργο.
Ο Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Πετράκης συνέδεσε τη λειτουργία της Δικαιοσύνης με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μας, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί διαχρονικά, και τόνισε τη βαρύνουσα σημασία που έχει η τήρηση από τον νομοθέτη των βασικών αρχών της καλής νομοθέτησης.
Όπως επεσήμανε, πολυνομία και κακονομία υπονομεύουν την αναγκαία ασφάλεια δικαίου, αποπροσανατολίζουν τη δημόσια διοίκηση και δημιουργούν ερμηνευτικές δυσκολίες στη δικαστική εξουσία, που επιτείνουν τις καθυστερήσεις. Πέραν αυτών, για τη βελτίωση του δικαστικού συστήματος παρίστανται αναγκαίες η κατάρτιση και επιμόρφωση των δικαστικών υπαλλήλων, η εισαγωγή και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, η προώθηση της εναλλακτικής επιλύσεως διαφορών, η σωστή αξιολόγηση των δικαστών και η ορθή κατανομή πόρων (τόσο ανθρωπίνων όσο και χρηματικών) στα δικαστήρια.
Ο Δικηγόρος Ιωάννης Κ. Δρυλλεράκης εξέθεσε τον προβληματισμό του όσον αφορά τη σχέση της ασφάλειας δικαίου και της εντάσεως και εκτάσεως του δικαστικού ελέγχου, ιδίως όσον αφορά τις κανονιστικές ρυθμίσεις. Επεσήμανε ότι ο δικαστής δεν πρέπει να γίνεται κριτής της ορθότητας των επιλογών του νομοθέτη, αλλά της νομιμότητάς τους. Διαφορετικά, κατά τον εισηγητή, πλήττονται η ασφάλεια δικαίου και οι συναλλαγές. Ο δικαστής πρέπει να μεριμνά ώστε να τηρείται η αναγκαία ισορροπία ανάμεσα στον έλεγχο της νομιμότητας και στον έλεγχο της ουσιαστικής εκτιμήσεως στην οποία προβαίνουν ο νομοθέτης και η διοίκηση.
ΙΙ. Οι συμμετέχοντες στο στρογγυλό τραπέζι που επακολούθησε, εμπλούτισαν τους προβληματισμούς που είχαν ήδη εκτεθεί. Πιο συγκεκριμένα:
Ο Πρόεδρος ε.τ. του Συμβουλίου της Επικρατείας Δημήτριος Σκαλτσούνης επεσήμανε πως αφενός οι διοικητικοί δικαστές αποτελούν σώμα εξειδικευμένων δικαστών που εφαρμόζουν ένα εξειδικευμένο Δίκαιο, αφετέρου η παράδοση του ηπειρωτικού Δικαίου δεν συνηγορεί υπέρ της εισαγωγής συστήματος ενιαίας δικαιοδοσίας. Συντάχθηκε με τις παρατηρήσεις που αφορούσαν την απλοποίηση της δημοσίευσης των αποφάσεων, τις σχετικές με την απόκρουση της ιδρύσεως Συνταγματικού Δικαστηρίου και την κατάργηση της δυνατότητας διαφωνίας του υπουργού Δικαιοσύνης με τις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου και τον εμπλουτισμό της στελεχώσεώς του με δικαστές κατώτερου βαθμού, όχι, όμως, με εξωδικαστικά πρόσωπα. Προβληματίστηκε, επίσης, σε σχέση με τη δημόσια συνεδρίαση, στον βαθμό που το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο αποτελεί δικαστήριο, κατά την έννοια της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η Αντιπρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ευαγγελία Κουλουμπίνη εξέθεσε τη σημασία που έχει η λειτουργία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στο οποίο το Σύνταγμα αναγνωρίζει μια σειρά από αρμοδιότητες ελεγκτικού, γνωμοδοτικού και δικαιοδοτικού χαρακτήρα. Αναφέρθηκε, δε, στον ρόλο του ως αντίβαρου στην εκτελεστική εξουσία κατά τον προγραμματισμό δράσεων με δημοσιονομικές συνέπειες.
Η Αρεοπαγίτης ε.τ. Μαρία Χασιρτζόγλου πρότεινε, ως στοιχείο ενισχυτικό της δικαστικής ανεξαρτησίας, τη συνταγματική κατοχύρωση του τρόπου εισαγωγής στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, μέσω διαγωνισμού, όπου βαρύνοντα ρόλο έχουν οι δικαστικοί λειτουργοί. Επεσήμανε τη σημασία του διάχυτου και προληπτικού ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων, διατύπωσε αμφιβολίες για την Αναθεώρηση των διατάξεων που αφορούν το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, τόνισε τη σημασία που έχει η αμεσότητα στην πολιτική και ποινική δίκη και συμπέρανε ότι η εξ αποστάσεως διαδικασία πρέπει να παραφυλάσσεται για εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως η πανδημία. Σημείωσε την ανάγκη περιεκτικής, πάντως, αιτιολογίας των αποφάσεων, ιδίως σε περιόδους (όπως η τρέχουσα) αμφισβητήσεως της δικαστικής εξουσίας.
Ο Δικηγόρος και πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου έθεσε το θέμα της δυνατότητας εμπλοκής και των πολιτών στη διαδικασία της Αναθεώρησης και όχι αποκλειστικά των ειδικών. Επεσήμανε ότι προϋπόθεση της Αναθεώρησης πρέπει να είναι η αποσαφήνιση των στόχων της, καθώς και ότι ο τρόπος επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης πρέπει να επανεξετασθεί, ενδεχομένως προς την κατεύθυνση διεύρυνσης των εμπλεκομένων. Συμμερίστηκε την άποψη που δεν θεωρεί αναγκαία την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ως προς την προσωπική εμπειρία του ως Υπουργού Δικαιοσύνης στην επιλογή προέδρων και αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων, επεσήμανε ότι έλαβε υπ’ όψιν σειρά στοιχείων όπως τα βιογραφικά των υποψηφίων, η παρουσία τους στη Διάσκεψη των Προέδρων, η εν γένει δραστηριότητά τους και η εξωστρέφεια που είχαν επιδείξει κατά τη σταδιοδρομία τους.
Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Δ.Ν. Δημήτριος Φινοκαλιώτης σημείωσε την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τη Δικαιοσύνη κυρίως σε σχέση με τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της. Για τον λόγο αυτόν, παρά τη θετική πρόσφατη νομοθέτηση της γνωμοδοτήσεως των Ολομελειών, διατύπωσε την άποψη ότι πρέπει να αναζητηθούν και άλλες διαδικασίες περιορισμού της διακριτικής ευχέρειας της εκτελεστικής εξουσίας, ίσως μέσω της δυνατότητας γνωμοδοτήσεως και από άλλους φορείς, όπως οι δικηγορικοί σύλλογοι. Ως προς τις εξωδικαστικές απασχολήσεις, χωρίς να έχει αντίρρηση επί της αρχής, θεωρεί ότι προέχει η άσκηση των κυρίως δικαιοδοτικών καθηκόντων, ενώ, για λόγους ασφάλειας δικαίου, πρέπει να προβλεφθεί και κάποιος τρόπος προληπτικού ελέγχου της συνταγματικότητας και, βεβαίως, να βελτιωθεί η ποιότητα της νομοθετικής διαδικασίας.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Αναστασία Παπαδοπούλου και Κωνσταντίνος Τζαβέλας στο “τιμόνι” του Αρείου Πάγου – Τι προβλέπει η απόφαση του υπουργικού συμβουλίου Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης βελτιώνεται, αλλά παραμένουν “αγκάθια” – Τι αναφέρει η 13η ετήσια έκθεση της Κομισιόν Δολοφονία στην Αγία Παρασκευή: “Επαγγελματικό χτύπημα” βλέπουν οι Αρχές- Τα ανοιχτά ενδεχόμενα για την ταυτότητα του θύματος Ομαδικός βιασμός ανήλικης: Τη Δευτέρα απολογούνται οι 4 συλληφθέντεςΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr