Δικαστές και Εισαγγελείς για Πόθεν Έσχες: Ζητούν να ελέγχονται από όργανο με πλειοψηφία δικαστών – Διαφωνούν με την πρόβλεψη ξεχωριστών δηλώσεων των συζύγων

Η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων αναφέρει επίσης πως διαφωνεί με την πρόβλεψη να εξετάζονται ανώνυμες καταγγελίες σε βάρος τους που υποβάλλονται από μέλη της κυβέρνησης αφού παραβιάζει εκ της πλαγίας την αρχή της διάκρισης των εξουσιών

NEWSROOM
Δικαστές και Εισαγγελείς για Πόθεν Έσχες: Ζητούν να ελέγχονται από όργανο με πλειοψηφία δικαστών – Διαφωνούν με την πρόβλεψη ξεχωριστών δηλώσεων των συζύγων

Σειρά ενστάσεων και διαφωνιών εκφράζουν οι δικαστές και οι εισαγγελείς για το νέο σχέδιο δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που συζητείται στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων εκφράζει την αντίθεσή της -κατ’ αρχήν- σε τρία ζητήματα που αφορά τον έλεγχο των δηλώσεών τους, με την επιφύλαξη βέβαια των οριστικών θέσεων που θα υποβάλλουν. Υπενθυμίζουν μάλιστα αποσπάσματα των υπ’ αριθμών ΣτΕ 2649/2017 και 814, 813/2019.

Freepik

Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων: Η πλειοψηφία σε δικαστές

Όπως εγκαίρως είχε επισημάνει το dikastiko.gr, η νέα σύνθεση του μοναδικού ελεγκτικού οργάνου, δίνει μόνον ως πιθανότατα την πλειοψηφία σε δικαστές όταν ελέγχονται τα πόθεν έσχες τους, κάτι που κατά τους ίδιους και τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις είναι υποχρεωτικό.

Η επιτροπή αποτελείται από έντεκα τακτικά (11) μέλη με ισάριθμους αναπληρωτές. Σε αυτή παραμένει επί της ουσίας η ίδια σύνθεση με μια -δυνητικά- μικρή διαφοροποίηση. Ο επικεφαλής της Αρχής για το Ξέπλυμα, που συμμετέχει, μπορεί πλέον να είναι συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, γεγονός που -εν τη ευρεία έννοια- μπορεί να θεωρηθεί πως δεν συγκροτεί πλειοψηφία -εν ενεργεία- δικαστικών λειτουργών για τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης.

Οι δικαστές λοιπόν ζητούν όταν ελέγχονται τα πόθεν έσχες των δικαστικών λειτουργών να αντικαθίσταται ο Επικεφαλής της Αρχής Διαφάνειας από έναν Αρεοπαγίτη.

Αναφέρουν οι δικαστές:

Άρθρο 25

Συγκρότηση Επιτροπής Ελέγχου Πόθεν Έσχες

Υπό το ισχύον καθεστώς η Επιτροπή ειδικώς για δικαστικούς λειτουργούς αποτελείται από 11 μέλη με πλειοψηφία δικαστικών λειτουργών, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητας, που είναι Δικαστικός Λειτουργός, σύμφωνα και με τις αποφάσεις του ΣτΕ 2649/2017, Ολομ. σκ. 17 και ΣτΕ 3317/2013 σκ.10, με τις οποίες κρίθηκε, ότι το όργανο ελέγχου πρέπει να συγκροτείται τουλάχιστον κατά πλειοψηφία από ανώτατους τακτικούς δικαστές, μέλη των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων.

Η ρύθμιση αυτή επαναλαμβάνεται και αφορά όλους τους ελεγχόμενους. Όμως, ήδη ο Πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες (βλ. άρθρο 47 επ. ν. 4557/2018, όπως ισχύει, μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 236 ν. 4798/2021, Α΄68) δεν είναι μόνον εν ενεργεία δικαστικός λειτουργός, αλλά μπορεί να είναι και επί τιμή ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός, όπως συμβαίνει σήμερα, στην οποία αρχή προΐσταται επίτιμος Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.

Επισημαίνουμε ότι στο άρθρο 47 παρ. 5 του ν. 4557/2018 προβλέπεται μεν ότι Πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης και Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ορίζεται ανώτατος εν ενεργεία Εισαγγελικός Λειτουργός, πλην όμως πρόκειται για διάταξη τυπικού νόμου, η οποία μπορεί να τροποποιηθεί οποτεδήποτε με άλλη διάταξη τυπικού νόμου.

Σε κάθε περίπτωση δεν προβλέπεται υποχρεωτικώς στο άρθρο 32 της Οδηγίας 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ότι ως Πρόεδρος της πρέπει να ορίζεται υποχρεωτικώς από τα κράτη μέλη Ανώτατος Δικαστικός Λειτουργός.

Ως εκ τούτου η οριακή (6-5) πλειοψηφία από εν ενεργεία Δικαστικούς Λειτουργούς του οργάνου, που ελέγχει τις δηλώσεις πόθεν έσχες των Δικαστικών Λειτουργών δύναται να τεθεί ανά πάσα στιγμή εν αμφιβόλω.

Αυτό θεωρούμε ότι γίνεται με την προτεινόμενη ρύθμιση και δεν υπάρχει εν τοις πράγμασι πλειοψηφία δικαστικών λειτουργών στον έλεγχο πόθεν έσχες των Δικαστικών Λειτουργών, κατά παραβίαση των προαναφερομένων αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ. Από την άποψη αυτή προβληματίζει και ο τρόπος διορισμού του Προέδρου της Αρχής, δεδομένου ότι είναι επιλογή της εκάστοτε Κυβέρνησης.

Προτείνουμε, η επιτροπή ειδικώς για τους Δικαστικούς Λειτουργούς, προς συμμόρφωση στις άνω αποφάσεις του ΣτΕ, την αντικατάσταση του μέλους Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), με τον αναπληρωτή του, από έναν Αρεοπαγίτη, με τον αναπληρωτή του, ώστε να υπάρχει η απαιτούμενη πλειοψηφία Δικαστικών Λειτουργών.

FREEPIK

Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων: Όχι αυτοτελείς δηλώσεις συζύγων

Οι δικαστές θεωρούν πως είναι προβληματική και η νέα πρόβλεψη περί αυτοτελών δηλώσεων εκ μέρους των συζύγων/ συντρόφων. Ζητούν να απαλειφθεί αυτή η υποχρέωση (να γίνεται κοινή δήλωση δηλαδή) άλλως να ελέγχονται κι αυτά από όργανο που την πλειοψηφία θα έχουν δικαστές.

Αναφέρουν:

Όργανο αρμόδιο για τον έλεγχο των Δηλώσεων των Δικαστικών Λειτουργών και των συζύγων τους”

Προβλεπόταν, σύμφωνα με τα κριθέντα με την ΣτΕ Ολομ. 2649/2017 σκ. 17 επ., και σε συμμόρφωση με αυτήν, ότι ο έλεγχος των δηλώσεων των Δικαστικών Λειτουργών και των συζύγων/μερών συμφώνου συμβίωσης, που είναι αυτοτελώς υπόχρεοι, θα διενεργείται από το ίδιο όργανο, ήτοι από την Επιτροπή του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003, προκειμένου οι δηλώσεις των υπόχρεων να ελέγχονται από το ίδιο όργανο (ΣτΕ 2649/2017 Ολομ. σκ. 20).

Δεν προβλεπόταν, όμως, οι μη υπόχρεοι σύζυγοι Δικαστικών Λειτουργών να υποβάλουν αυτοτελή δήλωση αλλά μόνο να εγκρίνουν τη δήλωση του υπόχρεου. Με το σχέδιο νόμου, πλέον, προβλέπεται η αυτοτελής υποχρέωση των συζύγων των Δικαστικών Λειτουργών προς υποβολή ΔΠΚ/ΔΟΣ, γεγονός το οποίο, πλην του διοικητικού και οικονομικού άχθους που συνεπάγεται, ενέχει τον κίνδυνο να παρεισφρήσουν ακούσιες αντιφάσεις.

Προτείνουμε, να απαλειφθεί η υποχρέωση αυτή, αρκούσης της κοινής υποβολής ΔΠΚ/ΔΟΣ των συζύγων κλπ. Σε κάθε περίπτωση το όργανο ελέγχου πρέπει να είναι ίδιο και για αυτούς, σύμφωνα με τα νομολογηθέντα.

Freepik

Όχι ανώνυμες καταγγελίες”

Διαφωνούν επίσης οι Δικαστές και Εισαγγελείς της χώρας με την πρόβλεψη να μπορεί μέλος της κυβέρνησης να εκκινήσει έρευνα σε βάρος υπόχρεου (άρα και δικαστικού λειτουργού) μετά από καταγγελία που κατά μια έννοια μπορεί να είναι και ανώνυμη.

Η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων αντιτείνει πως αυτό συνιστά εκ της πλαγίας παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών και ζητεί αυτές (οι επώνυμες) να υποβάλλονται απευθείας στην αρμόδια επιτροπή για έλεγχο.

Αναφέρουν:

Άρθρο 29 παρ. 3″

Σύμφωνα με την παρ.3 «Κάθε μέλος της Κυβέρνησης μπορεί να ζητά από την Επιτροπή Ελέγχου να διενεργεί έλεγχο συγκεκριμένων υπόχρεων σε υποβολή Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ., όταν υπάρχει επώνυμη καταγγελία σε βάρος τους, η οποία υποβάλλεται απευθείας στο μέλος της Κυβέρνησης από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή από ανεξάρτητες αρχές ή από ελεγκτικά σώματα της δημόσιας διοίκησης ή όταν με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιοποιούνται στοιχεία σε βάρος τους. Όταν η διεξαγωγή του ελέγχου στηρίζεται σε προηγούμενη καταγγελία, τηρείται η ανωνυμία του καταγγέλλοντος». H διάταξη αυτή παραβιάζει κατάφωρα το άρθρο 26 του Συντάγματος και όλα τα άρθρα του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν τη Δικαστική Ανεξαρτησία καθώς και η αρχή του Κράτους Δικαίου. Συνιστά αδιάκριτη στόχευση, με βάση ανώνυμες αναφορές, με δεδομένο ότι τηρείται η ανωνυμία του καταγγέλοντος και μάλιστα με εντολή μελών της Κυβέρνησης, που συνιστά εκ πλαγίου παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών. Προτείνουμε, οι σχετικές καταγγελίες και μόνο οι επώνυμες να υποβάλλονται στην αρμόδια επιτροπή ελέγχου, η οποία καλείται να πράξει τα νόμιμα.

Η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων παραθέτει και “ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ:

Με τις υπ’ αριθμ. αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ 2649/2017 και 814, 813/2019 κρίθηκε ως προς τη συγκρότηση του αρμόδιου οργάνου για τον έλεγχο των δηλώσεων, προκειμένου για δικαστικούς λειτουργούς, ότι η ανάθεση του ελέγχου των δηλώσεων σε όργανο μη συγκροτούμενο, κατά πλειοψηφία τουλάχιστον, από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι απολαμβάνουν των συνταγματικών εγγυήσεων προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας αντίκειται στις αρχές της διάκρισης των λειτουργιών (άρθρο 26 Συντάγματος) και της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών (άρθρα 87 έως 91 Συντάγματος).

Περαιτέρω, με τις ίδιες ως άνω αποφάσεις είχε κριθεί ως αντισυνταγματική: α) η υποχρέωση δηλώσεως των μετρητών χρημάτων άνω των 15.000 ευρώ, που δεν περιλαμβάνονται σε καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και των κινητών πραγμάτων αξίας άνω των 30.000 ευρώ, β) η μη πρόβλεψη εύλογης προθεσμίας τόσο για τη διενέργεια και την ολοκλήρωση του ελέγχου, όσο και για τη διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των υπόχρεων, γ) η υποχρέωση να περιλαμβάνεται στην ετήσια δήλωση το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων των υπόχρεων, ανεξαρτήτως αν επήλθε ή όχι κατά το προηγούμενο έτος μεταβολή σε αυτά, δ) η μη πρόβλεψη, προκειμένου περί περιουσιακών στοιχείων κτηθέντων σε προηγούμενες χρήσεις, για τη μη αναγραφή στην πρώτη ηλεκτρονική δήλωση της αξίας κτήσεως/συνολικού καταβληθέντος τιμήματος/αρχικού κεφαλαίου εισφοράς, της πηγής προελεύσεως των χρημάτων και του ποσού που αντιστοιχεί σε κάθε πηγή, ε) η υποχρέωση δηλώσεως των περιουσιακών στοιχείων του προσώπου με το οποίο ο/η υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, στ) προκειμένου περί τραπεζικών λογαριασμών, η υποχρέωση αθροίσεως των προερχομένων από κάθε πηγή ποσών καθ’ όλο το έτος και ακολούθως παραθέσεως των πηγών από τις οποίες προέρχεται το απομένον στις 31 Δεκεμβρίου υπόλοιπο του λογαριασμού και του ακριβούς ποσού που αντιστοιχεί σε κάθε μια από αυτές, αφού αφαιρεθούν τα ποσά των αναλήψεων, χωρίς να προσδιορίζεται από ποια πηγή ο/η υπόχρεος μπορεί να αφαιρέσει τα ποσά που ανέλαβε.

(Οι τελικές παρατηρήσεις θα υποβληθούν μετά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕνΔΕ).

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ