Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

Κ. Μητσοτάκης: “Είμαστε σε κρίσιμη καμπή, όλοι έχουμε ευθύνη για τη χαλάρωση”

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Κ. Μητσοτάκης: “Είμαστε σε κρίσιμη καμπή, όλοι έχουμε ευθύνη για τη χαλάρωση”

Με μήνυμά του ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τονίζει πως η χώρα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή σε ότι αφορά τον κορονοϊό, και πως θα πρέπει όλοι να είναι πολύ προσεκτικοί και να τηρούν τα μέτρα..

“Βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή στη μάχη που όλοι μαζί δίνουμε συντεταγμένα από τον Φεβρουάριο, πολιτεία και κοινωνία, ενάντια στην πανδημία του κορονοϊού. Βλέπουμε τις τελευταίες μέρες μία σημαντική αύξηση των θετικών κρουσμάτων η οποία, όμως, διαφέρει ουσιωδώς από το πρώτο κύμα της πανδημίας και αυτό φυσικά είναι κάτι το οποίο και μας προβληματίζει και μας ανησυχεί” είπε ο πρωθυπουργός.

«Πρέπει να ενεργοποιήσουμε και πάλι το εθνικό μας εμβόλιο που δεν είναι άλλο από το φιλότιμό μας και όλοι μαζί να τηρήσουμε τα μέτρα τα οποία μας υποδεικνύουν οι ειδικοί και είμαι σίγουρος ότι εφόσον το κάνουμε, και θα το κάνουμε γιατί το κάναμε και στην πρώτη φάση της πανδημίας, θα βγούμε νικητές και από αυτή τη δύσκολη μάχη», τόνισε ο πρωθυπουργός.

“Η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στην χαλάρωση”

Επίσης ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στη χαλάρωση που σημειώθηκε απέναντι στα μέτρα συμμόρφωσης στο εσωτερικό της χώρας μας κατά το μήνα Ιούλιο. «Και σε αυτό πιστεύω ότι έχουμε όλοι μια ευθύνη για αυτό. Μόλις το 10% των κρουσμάτων είναι εισαγόμενα, τα πιο πολλά κρούσματα αυτή τη στιγμή είναι εγχώρια», σημείωσε ο πρωθυπουργός.

«Είχαμε δηλώσει με πολύ καθαρό τρόπο στις ανακοινώσεις που έγιναν στα τέλη Απριλίου από εμένα και από τα μέλη της κυβέρνησης και από όλους τους αρμόδιους και από τον Νίκο και από τον Σωτήρη ότι το σχέδιο της επόμενης μέρας δεν είναι ένα σχέδιο εξόδου από την υγειονομική και την οικονομική κρίση, ούτε είναι ένα απλό σχέδιο επιστροφής σε κάποια κανονικότητα. Κανονικότητα όπως τη γνωρίζαμε μέχρι το Φεβρουάριο και έως ότου η επιστημονική κοινότητα ανακαλύψει το πολυπόθητο εμβόλιο, αλλά και τα απαραίτητα θεραπευτικά πρωτόκολλα, δεν υπάρχει. Για αυτό και κανένας εφησυχασμός δεν δικαιολογείται», υπογράμμισε.

Στη συνέχεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι στη φάση που βρισκόμαστε δεν γνωρίζουμε ακόμα τη διάρκεια της πανδημίας. «Ξέρουμε ότι η επιστήμη κάνει πολύ γρήγορα βήματα προόδου, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα για πόσο καιρό, για πόσους μήνες θα είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε μαζί με τον ιό», είπε.

“Το σχέδιό μας αναπροσαρμόζεται με βάση τα δεδομένα”

Αναφερόμενος στα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση υπογράμμισε «είχαμε δηλώσει εξ αρχής ότι το σχέδιό μας αναπροσαρμόζεται συνέχεια με βάση τα πραγματικά δεδομένα. Κάθε μέτρο επανεκκίνησης της οικονομίας είχαμε πει τότε, ότι θα μετριέται, όπως και έγινε. Θα αξιολογείται, όπως και γίνεται διαρκώς και θα αποφασίζουμε συνεχώς αν πρέπει να επιταχύνουμε κάπου ή να επιβραδύνουμε κάπου αλλού. Και είναι κάτι το οποίο το κάνουμε. Το κάνουμε κάθε μέρα. Έχουμε επιβάλλει μόνο τον τελευταίο μήνα, ακολουθώντας πάντα τις υποδείξεις των ειδικών, τουλάχιστον 15 στοχευμένα νέα περιοριστικά μέτρα. Είναι μέτρα τα οποία απαντούν στα ευρήματα του παρατηρητηρίου και του διυπουργικού μηχανισμού παρέμβασης που έχουμε δημιουργήσει».

«Και αυτό που κάποιοι συχνά κακοπροαίρετα ονομάζουν έλλειψη σχεδίου ή κυβερνητικές παλινωδίες, είναι ακριβώς αυτή η διαρκώς ευμετάβλητη συνθήκη στην οποία καλείται να προσαρμοστεί κάθε κυβέρνηση, το τονίζω κάθε κυβέρνηση, απέναντι σε μια πανδημία που θέτει πρωτόγνωρα προβλήματα δημόσιας πολιτικής για τα οποία δεν υπάρχουν ούτε έτοιμες απαντήσεις ούτε δοκιμασμένες λύσεις», ανέφερε ο πρωθυπουργός.

“Η υγεία και η οικονομία δεν είναι αντίθετες έννοιες”

Πρόσθεσε δε ότι «σε αυτή τη μεγάλη κρίση η υγεία και η οικονομία δεν είναι δύο έννοιες που η μία αντιπαλεύει την άλλη. Δεν είμαστε ή με την υγεία ή με την οικονομία.

Για να έχουμε οικονομική ανάπτυξη πρέπει να έχουμε υγεία. Για να έχουμε ένα επαρκές σύστημα υγείας και ένα κοινωνικό δείκτη προστασίας πρέπει να έχουμε μία οικονομία η οποία να δίνει έσοδα να λειτουργεί προς όφελος του πολίτη και ένα κράτος το οποίο να επιτελεί το ρόλο του». «Για αυτό και θα το ξαναπώ. Η πιστή τήρηση των κανόνων γίνεται ακόμα πιο επιτακτική από εδώ και πέρα», υπογράμμισε.

“Φοράμε όλοι μάσκα”

«Φοράμε όλοι, όλοι μάσκα σε κλειστούς αλλά και σε ανοιχτούς χώρους όπου δεν γίνεται να τηρηθούν οι απαραίτητες αποστάσεις. Η μάσκα πρέπει να γίνει πια μόνιμος συνοδός μας, όπως είναι τα κλειδιά μας, τα γυαλιά μας, το κινητό μας. Αποφεύγουμε μαζικές συναθροίσεις και τη διασκέδαση σε χώρους έντονου συγχρωτισμού. Και βέβαια απορρίπτουμε τις θεωρίες συνομωσίας που καλούν σε απειθαρχία στα μέτρα που εισηγείται όχι η πολιτεία αλλά οι ειδικοί επιστήμονες για να προστατεύσουμε τελικά τη δημόσια υγεία όλων», τόνισε ο πρωθυπουργός.

Στη διάρκεια της σύσκεψης έγινε εκτίμηση των επιδημιολογικών δεδομένων κι επισημάνθηκε η ανάγκη αυστηροποίησης των ελέγχων. Εκεί που έχουν παρουσιαστεί κρούσματα αναφέρθηκε ότι γίνεται συστηματική ιχνηλάτηση και καταβάλλεται προσπάθεια στεγανοποίησης. Επίσης παρουσιάστηκαν στατιστικά στοιχεία από τις αφίξεις, που επιβεβαιώνουν ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται όχι στα εισαγόμενα περιστατικά αλλά στην εγχώρια μετάδοση. Μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα και σε αυτές τις περιοχές θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»
ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»
1

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»