Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

«Με κοίταξε για δευτερόλεπτα στα μάτια και μου πέταξε το βιτριόλι»: Όσα είπε η 34χρονη στην ΕΛ.ΑΣ.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
«Με κοίταξε για δευτερόλεπτα στα μάτια και μου πέταξε το βιτριόλι»: Όσα είπε η 34χρονη στην ΕΛ.ΑΣ.

«Με κοίταξε για δευτερόλεπτα στα μάτια μια μαυροφορεμένη γυναίκα, που εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μου, ενώ ετοιμαζόμουν να μπω στο ασανσέρ και αμέσως μετά μου πέταξε καυστικό υγρό. Προσπαθώ να θυμηθώ εάν την γνώριζα από κάπου. Φορούσε χειρουργική μάσκα και ήταν καλυμμένα έτσι τα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μου έκανε κακό», ανέφερε η 34χρονη γυναίκα, σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ – ΜΠΕ από αστυνομικές πηγές, στη νέα ολιγόλεπτη συνομιλία της, με αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών και του Τμήματος Ασφαλείας Καλλιθέας που διερευνούν την υπόθεση.

Η 34χρονη, που διακομίστηκε την Πέμπτη 21/5 από την ιδιωτική κλινική στο Νέο Φάληρο, όπου νοσηλευόταν, στη Μονάδα Εγκαυμάτων του Θριάσιου Νοσοκομείου, παραμένει σε σοβαρή κατάσταση.

Υπενθυμίζεται ότι η άτυχη γυναίκα δέχθηκε την επίθεση με βιτριόλι, ενώ πήγαινε στην εταιρεία που εργάζεται στη λεωφόρο Θησέως, στο ύψος της Αγίας Ελεούσας.

Σύμφωνα με πληροφορίες από τις ίδιες αστυνομικές πηγές, έως αυτή την ώρα, έχουν καταθέσει αρκετά πρόσωπα από το συγγενικό, φιλικό και επαγγελματικό περιβάλλον της γυναίκας. «Σε αυτή την φάση προσπαθούμε να μικρύνουμε τον κύκλο των υπόπτων», σημείωσαν χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές.

Παράλληλα, η Αστυνομία έχει συγκεντρώσει και εξετάζει με μεγάλη προσοχή οπτικό υλικό, όχι μόνο από τις κάμερες ασφαλείας έξω από το κτίριο όπου έγινε η επίθεση, αλλά και από την ευρύτερη περιοχή. Εκφράζεται, μάλιστα, η αισιοδοξία ότι πολύ σύντομα θα υπάρξουν στοιχεία που θα «φωτίσουν» το πρόσωπο της δράστιδας.

Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»
ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»
1

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.  Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή.  Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά.  Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.  Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας.  Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα.  Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε.  Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο.  Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας.  Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν.  Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα.  Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε.  Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»

Εισαγγελέας στη δίκη της Χρυσής Αυγής: Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα απασχόλησε εκ νέου το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, στο πλαίσιο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής. Η εισαγγελέας της έδρας Κυριακή Στεφανάτου, αφού προχώρησε σε μια σύντομη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του 34χρονου μουσικού, της αντιφασιστικής του δράσης και των καλλιτεχνικών του ανησυχιών, η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στη στοχοποίησή του από τη Χρυσή Αυγή. Όπως ανέφερε, τα «διόλου κολακευτικά» λόγια και οι στίχοι του Παύλου Φύσσα ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, γεγονός που, κατά την κρίση της, προκύπτει ξεκάθαρα από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία. «Όταν κάποιος ακούει τραγούδια που δεν είναι της αρεσκείας τους, τότε θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να τον χτυπήσουν», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η εισαγγελική λειτουργός αναγνώρισε ότι μια τέτοια αιτιολόγηση μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή παράλογη, ωστόσο τόνισε ότι δεν είναι. «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας», υποστήριξε, «και στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα». Στο ίδιο πλαίσιο, η Κυριακή Στεφανάτου επισήμανε ότι η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι απλώς σεβασμό, αλλά απόλυτη υποταγή, φέρνοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα την εντολή «εγέρθητο» του βουλευτή Γερμενή προς δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αναφερόμενη στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, η εισαγγελέας τα χαρακτήρισε ως «ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου», υπογραμμίζοντας ότι από εκεί ξεκινούσαν και εκεί επέστρεφαν οι ομάδες που δρούσαν το 2013. Σύμφωνα με την αγόρευσή της, ο συγκεκριμένος χώρος δεν είχε καμία σχέση με πολιτικό γραφείο, αλλά λειτουργούσε ως επιχειρησιακή βάση οργανωμένης βίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην επιλογή του Παύλου Φύσσα ως θύματος. Όπως εξήγησε η εισαγγελέας, η δολοφονία εντάσσεται σε μια φάση κλιμάκωσης της βίας, με στόχο την πρόκληση αντίδρασης από την Αριστερά, ώστε να επέμβει το «παρακράτος». Μέσα σε διάστημα εννέα μηνών είχαν σημειωθεί πέντε μείζονες υποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δολοφονία του Λουκμάν, τα γεγονότα στην Πάρο και, τελικά, η δολοφονία Φύσσα. «Πλέον δεν υποχωρούσαν», σημείωσε, τονίζοντας ότι το έγκλημα αυτό δεν ήταν ακατανόητο, αλλά είχε σαφή στόχο και νόημα. Όπως υπογράμμισε, ο Παύλος Φύσσας δεν είχε προκαλέσει τους δράστες και η ιδιότητά του δεν δικαιολογούσε το μίσος που εκδηλώθηκε εναντίον του. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, στόχευε όχι σε εμβληματικά πρόσωπα, αλλά σε ανώνυμα μέλη του αντιπάλου χώρου, ενώ η εξόντωση του αντιπάλου δεν πραγματοποιούνταν από μεμονωμένους δράστες, αλλά από ολόκληρο το τάγμα εφόδου. «Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», τόνισε. Σύμφωνα με την εισήγηση της εισαγγελέως, η κινητοποίηση της Χρυσής Αυγής έγινε με πλήρη ιεραρχική δομή, όπως προκύπτει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Ο Ιωάννης Λαγός, όπως ανέφερε, είχε διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης και για όσα ακολούθησαν, ενώ «είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο Γιώργος Πατέλης χωρίς την έγκριση του Ιω. Λαγού», ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν υπόλογος στον Νίκο Μιχαλολιάκο. Περιγράφοντας την επίθεση κατά της παρέας Φύσσα έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας σημείωσε ότι «το θύμα ήταν κατευναστικό μέχρι το τέλος», σε αντίθεση με τους χρυσαυγίτες, οι οποίοι εμφανίστηκαν αδιάλλακτοι, εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα, επαναλαμβάνοντας απειλές σε βάρος της παρέας. Όπως ανέφερε, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε και παρουσία αστυνομικών, περίπου 15 άτομα, κάποιοι με κράνη και κοκάλινα γάντια μηχανής, ξεκίνησαν συντεταγμένα να καταδιώκουν την παρέα Φύσσα, φωνάζοντας «νατος, εκεί είναι». Ο Παύλος Φύσσας φώναξε «τρέξτε» στους φίλους του για να σωθούν, ενώ ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να τους δώσει χρόνο να διαφύγουν. Η επίθεση, σύμφωνα με την εισαγγελέα, είχε καταδρομικό χαρακτήρα, με εναλλασσόμενες κινήσεις και ενέδρα. Στόχος δεν ήταν η άμεση εξόντωση του Φύσσα, αλλά η αποδυνάμωσή του και η καθυστέρησή του έως την άφιξη του Γιώργου Ρουπακιά. Οι χρυσαυγίτες εμπόδιζαν την παρέα του να τον βοηθήσει, παρέχοντας στον Ρουπακιά τον απαραίτητο χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα. Στη συνέχεια της αγόρευσης, η εισαγγελική λειτουργός εμφανώς συγκινημένη περιέγραψε τη δολοφονία. Ο Γιώργος Ρουπακιάς, ενεργώντας βάσει σχεδίου, κινήθηκε κυκλωτικά και αιφνιδίασε τον Παύλο Φύσσα, ο οποίος πιθανόν να πίστεψε αρχικά ότι θα επρόκειτο για παρέμβαση εκτόνωσης. Τη στιγμή που άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών, ο Ρουπακιάς αγκάλιασε το θύμα και το μαχαίρωσε με επαγγελματικό τρόπο. «Δεν ήταν τα πολλαπλά χτυπήματα των διαπροσωπικών εγκλημάτων. Ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου», σημείωσε. Οπως περιέγραψε, Γιώργος Ρουπακιας επιχείρησε ψύχραιμος να διαφύγει με το αυτοκίνητό του. Ο Παύλος Φύσσας, ωστόσο, παρέμενε ζωντανός και υπέδειξε ο ίδιος τον δολοφόνο του στους αστυνομικούς. Παρά το γεγονός ότι είχε δεχθεί θανάσιμο πλήγμα στην καρδιά, διατήρησε τις αισθήσεις του, σήκωσε τη μπλούζα του και έδειξε τα τραύματά του. «Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του»