Μήνυμα δικαστών και εισαγγελέων ενόψει προαγωγών από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο: “Εξαίρεση η παράλειψη δικαστικών λειτουργών με ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας”
Αναφέρουν ότι “το γεγονός της χρονικής υπέρβασης προθεσμιών, ακόμα κι αν καταγράφεται στις εκθέσεις επιθεώρησης, δεν δύναται να αποτελεί αυτοτελώς επαρκές μέτρο για την αιτιολογημένη αξιολόγησή του”.

Σε μία ανακοίνωση με πολλαπλά μηνύματα ενόψει των επικείμενων συνεδριάσεων για τις προαγωγές των δικαστικών λειτουργών όλων των βαθμίδων από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο προχώρησε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕνΔΕ).
Με αυτήν κάνει ιδιαίτερη αναφορά στους λόγους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε παράλειψη δικαστικών λειτουργών από τη διαδικασία προαγωγών, τονίζοντας πως «η προαγωγή αποτελεί μονόδρομο για τον δικαστικό λειτουργό της γενικής επετηρίδας, γεγονός που καταδεικνύεται εμφατικά και από το ότι τυχόν παράλειψή του, τον εκθέτει στον κίνδυνο της απόλυσης».
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕνΔΕ σημειώνει πως «η απόφαση για παράλειψή δικαστικού λειτουργού από προαγωγή πρέπει να στηρίζεται σε εμπεριστατωμένη έγγραφη εισήγηση, στην οποία αναφέρονται υποχρεωτικά οι λόγοι που επιβάλλουν την παράλειψη. Ως εκ τούτου, είναι πρόδηλο ότι ο ίδιος ο νόμος χαράσσει το στενό ερμηνευτικό πλαίσιο των λόγων μη προαγωγής, ώστε κανόνας να είναι η προαγωγή των δικαστικών λειτουργών και εξαίρεση η παράλειψή της για την οποία είναι αναγκαία η ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας».
ΕνΔΕ για προαγωγές: Δεν αποτελεί επαρκές μέτρο η υπέρβαση προθεσμιών
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕνΔΕ, ο σχετικός Κώδικας θεσπίζει ως ένα από τα κριτήρια προαγωγής τη δημοσίευση και θεώρηση αποφάσεων (για το δικαστικό κλάδο) ή την επεξεργασία δικογραφιών (για τον εισαγγελικό κλάδο) εντός των χρονικών ορίων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο – έχει θέσει κριτήρια και για το χαρακτηρισμό της καθυστέρησης στη δημοσίευση, θεώρηση ή επεξεργασία ως «αδικαιολόγητης».
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται ορίζεται ρητά, ότι η ταχύτητα στην απονομή δικαιοσύνης λαμβάνεται υπόψιν ως κριτήριο προαγωγής πάντα «σε σχέση με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρεια των υποθέσεων». Και για το λόγο αυτό η Ένωση υποστηρίζει πως «το γεγονός της χρονικής υπέρβασης των προθεσμιών, ακόμα κι αν καταγράφεται στις εκθέσεις επιθεώρησης του δικαστικού λειτουργού, δεν δύναται να αποτελεί αυτοτελώς επαρκές μέτρο για την αιτιολογημένη αξιολόγησή του, εφόσον δεν λαμβάνεται υπόψιν αφενός το σύνολο της χρέωσης, αφετέρου η βαρύτητα των υποθέσεων που χειρίστηκε».
Και παραπέμποντας επίσης στις διατάξεις των Κώδικα, αναφέρει ότι «δικαστικός λειτουργός που τιμωρήθηκε μόνο με την ποινή της επίπληξης, ή που τιμωρήθηκε με άλλη πειθαρχική ποινή αλλά μόνο μία (1) φορά την τελευταία πενταετία, πολλώ δε μάλλον αν παραπέμφθηκε πειθαρχικά, αλλά αθωώθηκε, πρέπει να κρίνεται προακτέος, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις. Για τον ίδιο λόγο, εφόσον κατά νόμον δεν πρέπει να αξιολογούνται πειθαρχικά παραπτώματα, που έχουν τελεστεί παλαιότερα της τελευταίας πενταετίας, το ίδιο θα πρέπει κατά μείζονα λόγο να ισχύει και για την αξιολόγηση χρονικών υπερβάσεων στην έκδοση αποφάσεων που έλαβαν χώρα σε παλαιότερα της πενταετίας δικαστικά έτη, εφόσον δεν υπήρξε καμία πειθαρχική ποινή».
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕνΔΕ
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ενόψει των επικείμενων συνεδριάσεων για τις προαγωγές των δικαστικών λειτουργών όλων των βαθμίδων, με σεβασμό στο θεσμικό ρόλο και τη λειτουργία του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, οφείλει να επισημάνει τα εξής:
Σύμφωνα με τη συνδυαζόμενη εκτίμηση των άρθρων 126παρ.2 και 59παρ.4 έως 10 ν.4938/2022 (ΚΟΔΚΔΛ) η φυσική εξέλιξη της πορείας του δικαστικού λειτουργού από το βαθμό του πρωτοδίκη/αντεισαγγελέα έως το βαθμό του εφέτη, με βάση τα προσόντα και την αρχαιότητά του, που αποτυπώνεται στην κατ΄ έτος καταρτιζόμενη επετηρίδα, είναι η προαγωγή. Ο παραπάνω κανόνας, που διασφαλίζει την προβλεψιμότητα της υπηρεσιακής εξέλιξης, την αξία της δικαστικής επετηρίδας και τη διαφάνεια που αυτή υπηρετεί, δεν είναι απλά εθιμικός, αλλά προκύπτει ευθέως από το πλέγμα διατάξεων του ως άνω νομοθετήματος, που συνθέτουν την πυραμιδοειδή δομή της δικαστικής ιεραρχίας. Έτσι, κατά νομοθετική επιλογή, η προαγωγή αποτελεί μονόδρομο για τον δικαστικό λειτουργό της γενικής επετηρίδας, γεγονός που καταδεικνύεται εμφατικά και από το ότι τυχόν παράλειψή του, τον εκθέτει στον κίνδυνο της απόλυσης (άρθρο 126παρ.2 ΚΟΔΟΔΚΛ). Το παραπάνω συμπέρασμα ενισχύεται και από την πρόβλεψη του άρθρου 22 ν.2172/1993 στο οποίο ορίζεται ειδικά ότι η απόφαση για παράλειψή δικαστικού λειτουργού από προαγωγή πρέπει να στηρίζεται σε εμπεριστατωμένη έγγραφη εισήγηση, στην οποία αναφέρονται υποχρεωτικά οι λόγοι που επιβάλλουν την παράλειψη. Ως εκ τούτου, είναι πρόδηλο ότι ο ίδιος ο νόμος χαράσσει το στενό ερμηνευτικό πλαίσιο των λόγων μη προαγωγής, ώστε κανόνας να είναι η προαγωγή των δικαστικών λειτουργών και εξαίρεση η παράλειψή της για την οποία είναι αναγκαία η ύπαρξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Περαιτέρω, το ίδιο το νομοθέτημα – που στο άρθρο 59παρ.9 ΚΟΔΚΔΛ θεσπίζει ως ένα από τα κριτήρια προαγωγής τη δημοσίευση και θεώρηση αποφάσεων (για το δικαστικό κλάδο) ή την επεξεργασία δικογραφιών (για τον εισαγγελικό κλάδο) εντός των χρονικών ορίων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιό – έχει θέσει κριτήρια και για το χαρακτηρισμό της καθυστέρησης στη δημοσίευση, θεώρηση ή επεξεργασία ως «αδικαιολόγητης». Ειδικότερα, στο άρθρο 59παρ.5εδ.τελευταίο ΚΟΔΚΔΛ ορίζεται ρητά, ότι η ταχύτητα στην απονομή δικαιοσύνης λαμβάνεται υπόψιν ως κριτήριο προαγωγής πάντα «σε σχέση με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρεια των υποθέσεων». Ως εκ τούτου, το γεγονός της χρονικής υπέρβασης των προθεσμιών, ακόμα κι αν καταγράφεται στις εκθέσεις επιθεώρησης του δικαστικού λειτουργού, δεν δύναται να αποτελεί αυτοτελώς επαρκές μέτρο για την αιτιολογημένη αξιολόγησή του, εφόσον δεν λαμβάνεται υπόψιν αφενός το σύνολο της χρέωσης, αφετέρου η βαρύτητα των υποθέσεων που χειρίστηκε.
Τέλος, από το άρθρο 59παρ.10 ΚΟΔΚΔΛ που ορίζει ότι «μη προακτέος κρίνεται ο δικαστικός λειτουργός ο οποίος έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά σε οποιαδήποτε ποινή πλην της επίπληξης για καθυστέρηση στην εν γένει εκτέλεση των καθηκόντων του, τουλάχιστον δύο (2) φορές την τελευταία πενταετία», συνάγεται εξ αντιδιαστολής ότι δικαστικός λειτουργός που τιμωρήθηκε μόνο με την ποινή της επίπληξης, ή που τιμωρήθηκε με άλλη πειθαρχική ποινή αλλά μόνο μία (1) φορά την τελευταία πενταετία, πολλώ δε μάλλον αν παραπέμφθηκε πειθαρχικά, αλλά αθωώθηκε, πρέπει να κρίνεται προακτέος, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις. Για τον ίδιο λόγο, εφόσον κατά νόμον δεν πρέπει να αξιολογούνται πειθαρχικά παραπτώματα, που έχουν τελεστεί παλαιότερα της τελευταίας πενταετίας, το ίδιο θα πρέπει κατά μείζονα λόγο να ισχύει και για την αξιολόγηση χρονικών υπερβάσεων στην έκδοση αποφάσεων που έλαβαν χώρα σε παλαιότερα της πενταετίας δικαστικά έτη, εφόσον δεν υπήρξε καμία πειθαρχική ποινή.
Είναι βέβαιο ότι τα τελευταία χρόνια οι υπηρεσιακές ανάγκες έχουν αυξηθεί σημαντικά προκαλώντας ασφυκτική πίεση στο σύνολο των δικαστικών λειτουργών, που με τεράστια αυταπάρνηση και αγώνα προσπαθούν να διαχειριστούν τις ασταμάτητες νομοθετικές μεταβολές, την ποσότητα της δικαστηριακής ύλης, αλλά και τη συνθετότητά της που κάθε χρόνο γίνεται και μεγαλύτερη. Ως εκ τούτου, είναι δίκαιο να αξιολογούμαστε, πρωτίστως για τον μόχθο που καταβάλαμε και για την ποιότητα της εργασίας μας. Ενόψει των παραπάνω, έχοντας την πεποίθηση ότι πεμπτουσία της δικαστικής λειτουργίας δεν είναι η οριζόντια αυστηρότητα, αλλά η αξιολόγηση της συνολικής απόδοσης του δικαστικού λειτουργού, εκφράζουμε την ευχή, πειθαρχικά παραπτώματα ήσσονος σημασίας, πολύ περισσότερο όταν δεν λήφθηκαν υπόψη κατά τις προαγωγές προηγούμενων χρόνων, συγκυριακές καθυστερήσεις, σχετιζόμενες είτε με την βαρύτητα των υποθέσεων, την αυξημένη λόγω των συνθηκών χρέωση, είτε με προβλήματα οικογενειακά ή υγείας, που εύλογα μπορεί να αντιμετωπίσει ο καθένας μας στη διάρκεια του μακρού υπηρεσιακού του βίου, να αξιολογηθούν υπό το φως των ως άνω σκέψεων και να μην αποτελέσουν εμπόδιο για την υπηρεσιακή εξέλιξη των αξιολογούμενων δικαστικών λειτουργών. Η υπηρεσιακή αναγνώριση του διαχρονικού μόχθου, ενισχύει της αίσθηση εσωτερικής δικαιοσύνης, δικαιώνει και ανατροφοδοτεί την αίσθηση καθήκοντος και θωρακίζει τη δικαστική ανεξαρτησία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Στην Ευελπίδων ο Στέφανος Κασσελάκης – Σήμερα η δίκη για παράβαση του νόμου περί πόθεν έσχες Στον εισαγγελέα 28 κατηγορούμενοι για ακροδεξιά οργάνωση με εγκληματική δράση Σε lockdown στα Δικαστήρια της Αθήνας προχωρούν οι δικαστικοί υπάλληλοι: Πότε διακόπτουν τις εργασίες τους “Πράσινο φως” από ΣτΕ για επιβολή ανώτατου ορίου ηλικίας στην εισαγωγή στην Εθνική Σχολή Δικαστικών ΛειτουργώνΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr