“ΑΕΔ και Σπαρτιάτες”: Η ανατομία μιας απόφασης
Δεν φαίνεται να επηρεάζει κατά τα λοιπά τις συνταγματικές πλειοψηφίες, οι οποίες θα πρέπει να προσμετρώνται επί τη βάσει του όλου αριθμού των βουλευτών.

Δημοσιεύθηκε το σκεπτικό της αποφάσεως του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου (εφεξής «ΑΕΔ») για τις ενστάσεις κατά της ανακηρύξεως βουλευτών των «Σπαρτιατών», από το οποίο προκύπτει ότι το ΑΕΔ ακυρώνει την εκλογή τριών βουλευτών, με αποτέλεσμα, για πρώτη φορά στην ιστορία, η Βουλή να λειτουργεί πλέον με 297 βουλευτές, αφού εκπίπτουν από το αξίωμά τους οι Βασίλης Στίγκας, Πέτρος Δημητριάδης και Αλέξανδρος Ζερβέας, κατά των οποίων είχαν ασκηθεί σχετικές ενστάσεις ενώπιον του ΑΕΔ, λειτουργούντος εν προκειμένω ως εκλογοδικείου.
Σημειώνεται ότι αυτό δεν φαίνεται να επηρεάζει κατά τα λοιπά τις συνταγματικές πλειοψηφίες, οι οποίες θα πρέπει να προσμετρώνται επί τη βάσει του όλου αριθμού των βουλευτών, ως όλου νοουμένου του αριθμού 300(πρβλ.αναλογικώς επιχείρημα εκ του άρθρου 53 παρ. 2 Συντ., το οποίο ορίζει επί λέξει ότι: «Βουλευτική έδρα που κενώθηκε μέσα στο τελευταίο έτος της περιόδου δεν συμπληρώνεται με αναπληρωματική εκλογή, όταν απαιτείται κατά το νόμο, εφόσον οι κενές έδρες δεν είναι περισσότερες από το ένα πέμπτο του όλου αριθμού των βουλευτών». Από το άρθρο συνάγεται ότι ακόμα και σε περίπτωση εκτάκτου κενώσεως εδρών, ο όλος αριθμός των βουλευτών εξακολουθεί να είναι ο αριθμός των αρχικώς εκλεγέντων 300 βουλευτών).Πάντως το ζήτημα χρήζει περαιτέρω εμβαθύνσεως. Η ακριβής διατύπωση της περιλήψεως της αποφάσεως, η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Βουλή πρόκειται να λειτουργήσει με 297 βουλευτές είναι η ακόλουθη: «Οι επίμαχες έδρες των καθ’ ων η ένσταση βουλευτών παραμένουν κενές».
Θα πρέπει να τονιστεί ότι πλήρης εκτίμηση του περιεχομένου αλλά και της επιστημονικής αρτιότητας της αποφάσεως θα μπορεί να γίνει μόνο όταν αυτή καθαρογραφεί και δημοσιευθεί στο σύνολό της. Στη συνέχεια ακολουθούν μερικές ενδεικτικές πρώτες εκτιμήσεις αναφορικά με τα εμπεριεχόμενα στο κείμενο της περιλήψεως. Ο συγγραφέας του παρόντος κειμένου επιφυλάσσεται να επανέλθει και να συμπληρώσει ή και τροποποιήσει εν μέρει κάποιες από τις σκέψεις του όταν το πλήρες κείμενο θα βρίσκεται στη διάθεσή του. Οι βασικές αυτές παρατηρήσεις είναι οι ακόλουθες:
- Οι ενστάσεις θεωρήθηκαν ως κατ’ ουσίαν βάσιμες, αφού το ΑΕΔ δέχθηκε ότι έλαβε χώρα η περίπτωση της εξαπατήσεως των εκλογέων από τους εκλογικούς συνδυασμούς του πολιτικού κόμματος των Σπαρτιατών, το οποίο είχε υποκρυπτόμενο αρχηγό τον Ηλία Κασιδιάρη κατά τρόπο απαγορευόμενο από το Σύνταγμα και το νόμο. Η εξαπάτηση αφορά το σύνολο της Επικράτειας και κατ’ επέκταση και το ειδικό αντικείμενο των εκλογικών δικών ενώπιον του ΑΕΔ που αφορά εκλογικές περιφέρειες στις οποίες ανακηρύχθηκαν βουλευτές του εν λόγω πολιτικού κόμματος. Το ΑΕΔ δεν δεσμευόταν από την ποινική απόφαση που θεωρούσε ότι δεν έλαβε χώρα το ποινικό αδίκημα της εξαπατήσεως των εκλογέων. Και τούτο διότι αφενός επρόκειτο για πρωτόδικη απόφαση, κατά της οποίας ο εισαγγελέας έχει ασκήσει ένδικο μέσο, και συνεπώς όχι για αμετάκλητη απόφαση, αφετέρου διότι ρητή διάταξη που να επιβάλει τη δέσμευση του εκλογοδικείου από ποινικές αθωωτικές αποφάσεις δεν υπάρχει, ιδίως όταν τα αντικειμενικά και τα υποκειμενικά στοιχεία των εκλογικών και των ποινικών κανόνων είναι εν πολλοίς διαφορετικά.
- Το ΑΕΔ ορθώς τόνισε ότι η απόφασή του ισχύει μόνο για τα αποτελέσματα των περιφερειών που αμφισβητήθηκαν με τις συγκεκριμένες ενστάσεις που ήχθησαν ενώπιον του. Δεν ισχύει, αντιθέτως, για τις λοιπές εκλογικές περιφέρειες, για τις οποίες δεν ασκήθηκαν ενστάσεις και για τις οποίες οι εκλογές έχουν καταστεί οριστικές και αμετάκλητες. Τούτο είναι σύμφωνο με το γράμμα και το πνεύμα της εκλογικής διοικητικής δίκης, αφού οι αποφάσεις περιορίζονται καταρχήν στη λύση του αμφισβητουμένου και μόνο ζητήματος, χωρίς να μπορούν να επεκταθούν πέραν των αιτουμένων (ultrapetita) σε ζητήματα που δεν ετέθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι σε πολλές περιφέρειες δεν ασκήθηκαν ενστάσεις ούτε από πολίτες ούτε από υποψηφίους, αλλά και στις περιπτώσεις όπου εξεδόθησαν αποφάσεις, οι ενστάσεις έχουν κατατεθεί από εκλογείς και όχι από συνυποψηφίους βουλευτών των Σπαρτιατών, πράγμα το οποίο κατέστησε το συγκεκριμένο σκεπτικό των αποφάσεων πιο στέρεο, αλλά και τη συλλογιστική πορεία του Δικαστηρίου ευχερέστερη.
- Το ΑΕΔ φαίνεται να χρησιμοποίησε στη συνέχεια τη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 3 εδ. β΄ ν. 345/1976, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση ακυρώσεως ανακηρύξεως βουλευτών είναι δυνατόν ενόψει της φύσεως της εκλογικής παραβάσεως το ΑΕΔ να κρίνει περιττή την επανάληψη της ψηφοφορίας. Από την περίληψη της αποφάσεως δηλώνεται μία σύνδεση μεταξύ της περιορισμένης εκτάσεως του δεδικασμένου για δύο μόνο περιφέρειες και της μη επεκτάσεώς του σε όλες τις υπόλοιπες, για τις οποίες δεν υπήρξε ένσταση και δεν έγινε δίκη. Από τη στιγμή που στη συντριπτική πλειοψηφία των εκλογικών περιφερειών οι εκλογές έχουν καταστεί οριστικές και αμετάκλητες, και μόνο σε δύο από αυτές αμφισβητήθηκαν (έστω και επιτυχώς) τα αποτελέσματα, το ΑΕΔ έκρινε χωρίς περαιτέρω αιτιολογία εμφαινόμενη στην περίληψη, ότι στις συγκεκριμένες δύο περιφέρειες η επανάληψη της εκλογής καθίσταται περιττή. Ενδεχομένως εννοείται ότι εν όψει της αναλογίας μεταξύ περιφερειών όπου αμφισβητήθηκε η εκλογή και περιφερειών όπου δεν αμφισβητήθηκε, το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί έστω και με επανάληψη της ψηφοφορίας. Επί του ζητήματος αυτού περιμένουμε την ανάγνωση της αποφάσεως στο σύνολό της, διότι το ζήτημα χρήζει, έστω στοιχειώδους, περαιτέρω αιτιολογίας. Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί το εκλογικό αποτέλεσμα στις συγκεκριμένες δύο περιφέρειες (και όχι στο σύνολο της Επικράτειας) εάν επαναλαμβανόταν η ψηφοφορία, και κατ’ επέκταση γιατί η επανάληψη της ψηφοφορίας στις συγκεκριμένες περιφέρειες είναι περιττή.
- Εύλογη είναι η περαιτέρω σκέψη του Δικαστηρίου ότι η ανακήρυξη της αναπληρωματικής βουλευτή του ιδίου κόμματος των Σπαρτιατών στην ίδια εκλογική περιφέρεια για την οποία έγινε η δίκη δεν είναι επιτρεπτή, εν όψει της ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης εκλογικής παραβάσεως. Η ιδιαιτερότητα δε τηςσυγκεκριμένης εκλογικής παραβάσεωςσυνίσταται στο ότι δεν αφορά μόνο τους καθ’ ων οι ενστάσεις βουλευτές των Σπαρτιατών, αλλά συνολικά το πολιτικό κόμμα των Σπαρτιατών, στο οποίο συμμετείχε ο βουλευτής η εκλογή του οποίου ακυρώνεται. Αφορά έτσι και αναπληρωματικό ή αναπληρωματική βουλευτή.
- Η πιο ενδιαφέρουσα σκέψη βρίσκεται στην απόφαση του ΑΕΔ να μην προχωρήσει σε ανακατανομή των βουλευτικών εδρών σε υποψήφιους βουλευτές άλλων πολιτικών κομμάτων και να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι επίμαχες έδρες των καθ’ ων η ένσταση βουλευτών παραμένουν κενές. Το ΑΕΔ έκρινε, ορθώς κατά την εκτίμησή μου, ότι οι διατάξεις του ν. 345/1976 δεν προβλέπουν σε περίπτωση ακυρώσεως ανακηρύξεως βουλευτή λόγω συμμετοχής του σε πολιτικό κόμμα με υποκρυπτόμενο αρχηγό, που συνιστά την εκλογική παράβαση της εξαπατήσεως του εκλογικού σώματος, την ανακατανομή της βουλευτικής έδρας σε υποψηφίους βουλευτές άλλων πολιτικών κομμάτων.
Πράγματι, το ΑΕΔ, δικάζον ως εκλογοδικείο, μόνο στην περίπτωση που αποδέχεται λάθος περί την αρίθμηση των ψήφων αποφαίνεται άκυρη την συνεπεία του λάθους γενομένη ανακήρυξη και ανακηρύσσει βουλευτές ή αναπληρωματικούς τους κατά την ορθή αρίθμηση των ψήφων πλειοψηφήσαντες. Όμως οι κατά την ορθή αρίθμηση των ψήφων πλειοψηφήσαντες δεν έχουν καμία σχέση με τους βουλευτές που ακολουθούν σε ψήφους αυτούς για τους οποίους έγινε ακύρωση ανακηρύξεως λόγω συμμετοχής τους σε πολιτικό κόμμα με ποινικά καταδικασμένο υποκρυπτόμενο αρχηγό. Και τούτο διότι το λάθος περί την αρίθμηση των ψήφων και η ορθή αρίθμησή τους συνιστά την απόλυτη και επιβαλλόμενη συμμόρφωση προς τη βούληση των εκλογέων και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Αντιθέτως, στην περίπτωση των Σπαρτιατών, ουδείς μπορεί να υποκαταστήσει τη λαϊκή βούληση, διαμορφώνοντας κρίση ως προς το ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα σε περίπτωση που οι εκλογείς των Σπαρτιατών δεν είχαν εξαπατηθεί και ψήφιζαν οποιοδήποτε άλλο κόμμα ή βουλευτή ή απείχαν των εκλογών ή έριχναν άκυρη ή λευκή ψήφο. Μία τέτοια υποκατάσταση της βουλήσεως των εκλογέων χωρίς ρητή νομοθετική ρύθμιση, η οποία μάλιστα θα έπρεπε να εκτείνεται σε κάθε λεπτομέρεια ως προς τη μέθοδο ανακατανομής ψήφων και εδρών, δεν μπορούσε να διενεργηθεί ούτε από το ΑΕΔ, διότι θα παρεβίαζε πληθώρα συνταγματικών διατάξεων (πρβλ. άρθρα 1 παρ. 2, 26, 51 και ιδίως 52 Συντάγματος). Ορθώς συνεπώς δεν επελέγη, παρά το ότι έτσι το ΑΕΔ οδηγήθηκε στην ανωτέρω εντυπωσιακή λύση, η οποία επίσης σε κάποιο βαθμό δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές των άρθρων 51επ. του Συντάγματος.
Σε κάθε περίπτωση, η δημοσίευση της πλήρους αποφάσεως θα αποκαλύψει πολλές ενδιαφέρουσες περαιτέρω λεπτομέρειες, επιτρέποντας επίσης μία βαθύτερη και ευχερέστερη ανάγνωση «πίσω από τις γραμμές».
*Πάνος Λαζαράτος, Καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr