Δευτέρα 06 Μαϊου 2024

Γάμος ομόφυλων ζευγαριών και τεκνοθεσία: Οι 10 κρίσιμες αλήθειες

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει πει ότι η ΕΣΔΑ πρέπει να ερμηνεύεται με «δυναμικό» τρόπο, λαμβάνοντας δηλαδή υπ’ όψιν τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Γάμος ομόφυλων ζευγαριών και τεκνοθεσία: Οι 10 κρίσιμες αλήθειες Freepik

1. «Δικαίωμα» στα νομικά δεν είναι αυτό που ο καθένας μας θεωρεί ότι δικαιούται ή αυτό που διεκδικεί. Δικαίωμα είναι μόνο ο,τι αναγνωρίζεται  από το δίκαιο ως τέτοιο, πέρα από την ηθική, τις επιλογές και τις επιθυμίες του καθενός. Και η αλήθεια είναι πως δικαίωμα ενός προσώπου για γάμο με άτομο του ίδιου φύλου δεν υπάρχει, τουλάχιστον προς το παρόν (βλ παρακάτω, υπό 9), ούτε στα μεγάλα διεθνή κείμενα που κατοχυρώνουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα (τα οποία σε σχέση με τον γάμο αναφέρονται ρητά σε άνδρα και γυναίκα), ούτε, μιλώντας για την Ελλάδα, στο ελληνικό Σύνταγμα ή στον ελληνικό νόμο. Το ίδιο, ακόμη πιο κατηγορηματικά, συμβαίνει σε σχέση με το ζήτημα της «τεκνοθεσίας» εκ μέρους ομόφυλων ζευγαριών, αφού είναι αναμφισβήτητο ότι τέτοιο υποτιθέμενο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα δεν υφίσταται.

Συνεπώς το επιχείρημα ότι η μη νομοθέτησή τους στην χώρα μας αποτελεί ανεπίτρεπτη (μη νόμιμη) διάκριση εις βάρος των ομόφυλων προσώπων (επειδή «σε θέματα δικαιωμάτων διακρίσεις δεν νοούνται») δεν είναι καθόλου βάσιμο, αφού δεν υφίστανται τέτοια δικαιώματα, και μάλιστα θεμελιώδη, όπως ευρύτατα, εντελώς εσφαλμένα, λέγεται. Αυτό που υφίσταται είναι μόνο οι αντίστοιχες διεκδικήσεις, ασφαλώς θεμιτές, όχι όμως υπαρκτά (αναγνωρισμένα από το δίκαιο) δικαιώματα.

Το γεγονός δε ότι σε κάποιες εθνικές νομοθεσίες -σ’ έναν μικρό αριθμό παγκοσμίως, που δεν αποτελούν πλειονότητα ούτε εντός της ΕΕ- προβλέπεται η δυνατότητα τέτοιων γάμων και, ακόμη σε λιγότερα, η δυνατότητα τεκνοθεσίας, καθόλου δεν αναιρεί τα προαναφερόμενα. Επίκληση τέτοιων δικαιωμάτων μπορεί να γίνει σ΄ εκείνες μόνο τις έννομες τάξεις που τα έχουν θεσπίσει.

2. Ο όρος «τεκνοθεσία» (ο οποίος στην σχετική δημόσια συζήτηση χρησιμοποιείται τόσο για την υιοθεσία όσο και, γενικότερα, για την με διάφορους τρόπους απόκτηση τέκνων από ομόφυλα ζευγάρια) δεν είναι χωρίς σημασία ή άμοιρος υστεροβουλίας. Και ναι μεν όλο και συχνότερα χρησιμοποιείται ως ταυτόσημος της υιοθεσίας (αυτήν αναφέρει η νομοθεσία μας), κυρίως εκ λόγων πολιτικής ορθότητας (που ζητά την απάλειψη όρων που θεωρούνται έμφυλες διατυπώσεις), είναι όμως αλήθεια ότι από ορισμένους η χρήση του όρου τεκνοθεσία γίνεται στην βάση της αμφισβήτησης του βιολογικού φύλου, αντί του οποίου προβάλλεται συστηματικά η θεωρία της επιλογής φύλου, με ομολογημένη στόχευση την θεσμική επικράτησή της και την κατάργηση των όρων μητέρα και πατέρας (με χρήση μόνο των όρων «γονέας 1» – «γονέας 2»).

3. Όσον αφορά στην υιοθεσία, έχει σημασία να ειπωθεί ότι σύμφωνα με την νομοθεσία μας δικαίωμα υιοθεσίας έχουν τόσο ανδρόγυνα, όσο και, μεμονωμένα, γυναίκες ή άνδρες, υπό μια σειρά προϋποθέσεων η συνδρομή των οποίων ελέγχεται. Παρόλο που στην πράξη οι σχετικές διαδικασίες πρέπει αναμφίβολα να βελτιωθούν (αφού είναι υπερβολικά χρονοβόρες και με προφανές έλλειμμα διαφάνειας, αφού δεν μπορεί να γίνει κατανοητό πώς είναι δυνατόν, ενώ υπάρχουν τόσα παιδιά σε ιδρύματα, να παραμένουν εκεί ή να πηγαίνουν, ανεξήγητο πώς και γιατί, σε μοναχικούς θετούς γονείς, άνδρες ή γυναίκες, αντί σε τόσα ανδρόγυνα που απελπίζονται να περιμένουν χρόνια χωρίς αποτέλεσμα), στο νομικό πλαίσιο καμία αλλαγή η προσθήκη δεν φαίνεται να χρειάζεται.

4. Σημαντικό σημείο της δημόσιας συζήτησης, το πιο φορτισμένο και κρίσιμο ίσως, είναι της παρένθετης μητέρας, το οποίο ενδιαφέρει κυρίως τα ανδρικά ομόφυλα ζευγάρια, αφού λόγω βιολογίας αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος ν΄ αποκτήσουν «δικό τους» παιδί. Η ελληνική νομοθεσία -η οποία, κι αυτό υποτιμάται, ως προς αυτό είναι εκ των πλέον προωθημένων διεθνώς- επιτρέπει την παρένθετη μητρότητα, όμως αποκλειστικά και μόνο για λόγους υγείας, όταν δηλαδή, λόγω κάποιας ασθένειας ή σωματικού προβλήματος, μία γυναίκα δεν μπορεί να τεκνοποιήσει. Δεν είναι δε τυχαίο ότι ο όρος που χρησιμοποιεί ο νόμος είναι «ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή», ακριβώς για να τονίσει αυτή τη σύνδεση με την υγεία, που είναι και η δικαιοπολιτική της βάση. Γι αυτό και η προσφυγή στην λύση αυτή επιτρέπεται μόνο σε γυναίκες, είτε μόνες είτε μέλη ανδρόγυνου, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και περιορισμούς (με πιο χαρακτηριστικό -υπαγορευόμενο απ΄ το συμφέρον του παιδιού- ότι η ενδιαφερόμενη να τεκνοποιήσει μέσω άλλης γυναίκα δεν πρέπει να έχει υπερβεί την ηλικία των 50 ετών, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει τεθεί και το θέμα επιβολής αντιστοίχως και κατώτατου ορίου ηλικίας).

5. Συνεπώς, επιστρέφοντας στο επιχείρημα περί «διακρίσεων», επιβεβαιώνεται ότι στην πραγματικότητα καθόλου δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Σε επίπεδο δικαιωμάτων η απλή αλήθεια είναι ότι θεμελιώδες δικαίωμα τεκνοποίησης μέσω παρένθετης μητέρας δεν υπάρχει, ούτε μπορεί προφανώς να αντλήσει κανείς σχετικό επιχείρημα από το φυσικό δίκαιο, ιδίως προκειμένου για άνδρες. Υπάρχει μόνο στις περιπτώσεις που κάποιο εθνικό δίκαιο το απονέμει, όπως το ελληνικό, υπό τους όρους και περιορισμούς που θέτει.

Η επίκληση δικαιώματος «γονεϊκότητας» αντί του δικαιώματος μητρότητας για τις γυναίκες και του δικαιώματος πατρότητας για τους άνδρες, ακριβώς για να επιτευχθεί αποστασιοποίηση από την βιολογία της αναπαραγωγής, ώστε να μπορεί να επικληθεί από άτομα του ιδίου φύλου, δεν έχει βάση ούτε στο φυσικό δίκαιο (τα δικαιώματα αυτά -μητρότητας και πατρότητας- θεωρούνται κατ΄ εξοχήν φυσικά, όπως το δικαίωμα στη ζωή, ακριβώς επειδή συνδέονται ευθέως με την ίδια την -σύμφωνα με τη φύση- ύπαρξη του ανθρώπου) ούτε, σε ο,τι αφορά την Ελληνική έννομη τάξη, στο θετό δίκαιο, που για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, το αναγνωρίζει αποκλειστικά και μόνο σε γυναίκες, μόνες ή σε ανδρόγυνα. Γι αυτό, οι υποστηρικτές της θέσπισης δικαιώματος αναπαραγωγής μέσω παρένθετης μητέρας σε ομόφυλα και δη ανδρικά ζευγάρια, προσπαθούν να στηρίξουν την επιχειρηματολογία τους  σε άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως της ισότητας ή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Δεν είναι όμως πειστική αυτή η προσπάθεια, ως προς την ισότητα για τους λόγους που προαναφέρθηκαν (σε καμία διεθνή συνθήκη ή στο Σύνταγμά μας δεν αναγνωρίζεται η ύπαρξη κάποιου θεμελιώδους δικαιώματος αναπαραγωγής μέσω παρένθετης μητέρας, και μάλιστα ίδιο για άνδρες και για γυναίκες), όσον αφορά δε στο δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, αποτελεί τουλάχιστον υπερβολικά πρόωρη προσπάθεια, ενόψει των σοβαρών ηθικών, κοινωνικών και νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν, να υποστηρίζει κανείς ότι αδυνατεί να αναπτύξει την προσωπικότητά του επειδή δεν του απονέμεται το δικαίωμα να αποκτήσει παιδί μέσω παρένθετης μητέρας.

6. Είναι λοιπόν φανερό ότι μια τυχόν «αναγνώριση» (στην πραγματικότητα θέσπιση) δικαιώματος απόκτησης τέκνων από ομόφυλα ζευγάρια μέσω παρένθετης μητέρας δεν θ΄ αποτελούσε καθόλου, όπως εσφαλμένα και υπεραπλουστευμένα παρουσιάζεται, μια επέκταση ενός υπάρχοντος δικαιώματος και στα ομόφυλα ζευγάρια, αλλά μια ριζική μετακίνηση σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση: από το σημερινό πλαίσιο, που έχει ως σκοπό να δώσει τη δυνατότητα στη γυναίκα ν΄ αποκτήσει αυτό που κατά τη φύση της θ΄ αποκτούσε αν δεν υπήρχε το συγκεκριμένο πρόβλημα υγείας, πηγαίνουμε σε μια άλλη κατάσταση, η οποία δεν θεμελιώνεται σε καμία τέτοια βάση, δημιουργεί κάτι που σύμφωνα με τη φύση δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί και γεννά θεμελιώδη ηθικά, κοινωνικά και νομικά ζητήματα, όχι μόνο αναφορικά με τα ζητήματα που έχουν ήδη απασχολήσει τον Έλληνα νομοθέτη (το ευαίσθητο θέμα της σχέσης της φυσικής μητέρας με το τέκνο, η θέση γενικότερα της γυναίκας στην κοινωνία και η μη θεώρησή της ως μέσο αναπαραγωγής, η αποτροπή του ενδεχόμενου αυτή η υπάρχουσα έστω και σε πολύ περιορισμένο σήμερα βαθμό δυνατότητα να καταστεί αντικείμενο συναλλαγής, το συμφέρον του παιδιού κλπ), αλλά και αναφορικά με το μέλλον της ανθρωπότητας, τη σχέση της με την φύση και δυνητικές πρακτικές που μόνο φασιστικές θεωρίες τόλμησαν να υποστηρίξουν.

Όλη δε αυτή η συζήτηση γίνεται με μια ανεπίτρεπτη ελαφρότητα, χωρίς να προτείνεται ο  παραμικρός περιορισμός και χωρίς καμία προηγούμενη εις βάθος σοβαρή μελέτη και επιστημονική έρευνα.

7. Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι υπάρχουν (;) μελέτες που δείχνουν ότι παιδιά που αποκτήθηκαν με αυτόν τον τρόπο σε άλλες χώρες δεν παρουσιάζουν διαφορές από τα υπόλοιπα, ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι σοβαρός. Όχι μόνο γιατί πάντοτε προβάλλεται εντελώς αόριστα (ακόμη κι από τις καθηγήτριες που κατά τα λεγόμενά τους συνέταξαν το κείμενο του νόμου που θα κατατεθεί), χωρίς ποτέ να συνοδεύεται από τα αναγκαία για τον έλεγχο της εγκυρότητάς τους στοιχεία (ποιος τις διενήργησε, πού, πότε, σε τι δείγμα κλπ), αλλά, κυρίως, γιατί αυτό που προφανώς απαιτείται είναι μελέτες που θ΄ αφορούν στις συνθήκες της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες για το ερευνώμενο ζήτημα μπορεί να είναι -και ασφαλώς είναι- εντελώς διαφορετικές από αυτές άλλων χωρών όπου ενδέχεται να έχουν πραγματοποιηθεί αντίστοιχες έρευνες. Καμία τέτοια μελέτη όμως δεν υπάρχει στην χώρα μας.

8. Αντί για όλα τα παραπάνω, υπάρχουν λύσεις που απαντούν στα  κενά του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου χωρίς να γεννούν προβλήματα ή επιπλοκές που τώρα καθόλου δεν εξετάζονται (όπως λχ θα συμβεί με τις σχέσεις συγγένειας που ξαφνικά θα δημιουργηθούν, χωρίς κανείς να έχει μελετήσει τις συνέπειες, με τη θέσπιση του γάμου για ομόφυλα ζευγάρια). Συγκεκριμένα, αυτό που χρειάζεται κυρίως είναι η θέσπιση δικαιώματος του ενός συντρόφου στα ζητήματα γονικής μέριμνας τέκνου (φυσικού ή θετού) του άλλου συντρόφου, με αντίστοιχη πρόβλεψη ενδεχομένως και στο επίπεδο του κληρονομικού δικαίου, αν και αυτά μπορούν πάντα να ρυθμίζονται με μόνη τη βούληση των ενδιαφερομένων, μέσω διαθήκης, χωρίς να είναι οπωσδήποτε αναγκαία μια νομοθετική παρέμβαση, με εξαίρεση το ζήτημα της νόμιμης μοίρας. Επιπλέον, σκόπιμη είναι η θέσπιση πρόβλεψης ότι σε περίπτωση θανάτου προσώπου που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με άλλο πρόσωπο, το τελευταίο υποκαθίσταται αυτοδικαίως ως γονέας στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του αποβιώσαντος γονέα σε σχέση με το τυχόν ανήλικο τέκνο (φυσικό η θετό) που κατέλιπε ο αποβιώσας. Και στην περίπτωση αυτή, εάν η Πολιτεία επιθυμεί, ανάλογη ρύθμιση μπορεί να γίνει και για τα κληρονομικά θέματα, με τη θέσπιση κληρονομικού δικαιώματος του παιδιού στην περιουσία του θανόντος προσώπου που είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον φυσικό ή θετό γονέα του, το οποίο ήταν σε ισχύ κατα τον χρόνο του θανάτου.

Τα παραπάνω είναι εύλογα και αντιμετωπίζουν πολλές κοινωνικές περιπτώσεις (πχ περιπτώσεις μονογονεϊκής οικογένειας μετά από θάνατο ή διαζύγιο, με παιδί που είχε γεννηθεί στο πλαίσιο γάμου ή ετερόφυλης σχέσης, όπου στη συνέχεια ο γονέας συνάπτει σύμφωνο συμβίωσης με πρόσωπο του ίδιου φύλου).

9. Είναι αλήθεια ότι το δίκαιο πλέον, έχοντας απομακρυνθεί από την ηθική ή το φυσικό δίκαιο, ερμηνεύεται χωρίς να παραβλέπει τις κοινωνικές, επιστημονικές κλπ εξελίξεις. Η προσαρμοστικότητα αυτή ισχύει ακόμη και για τις μεγάλες διεθνείς συνθήκες. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει πει ότι η ΕΣΔΑ πρέπει να ερμηνεύεται με «δυναμικό» τρόπο, λαμβάνοντας δηλαδή υπ’ όψιν τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες. Μάλιστα, η δυναμική αυτή ερμηνεία μπορεί να φτάνει ακόμη και σε αντίθεση με το ίδιο το γράμμα του νόμου, όπως πράγματι εν προκειμένω έχει πει το ΕΔΔΑ σε σχέση με το α 12 της ΕΣΔΑ για τον γάμο, κρίνοντας ως μη νόμιμη πλέον στην εποχή μας τη θέσπιση διακρίσεων εις βάρος των ομοφυλοφύλων, παρόλο που το άρθρο μιλά για άνδρα και γυναίκα, χωρίς όμως πάντως να έχει φτάσει (ακόμη;) στην ρητή θετική αναγνώριση ενός δικαιώματος στον γάμο με άτομο του ίδιου φύλου.

Η δυναμική ερμηνεία του δικαίου σημαίνει όμως και κάτι άλλο: ότι και ο ίδιος ο νόμος μπορεί να δημιουργήσει εξέλιξη, δηλαδή νέες συνθήκες στον νομικό και πραγματικό κόσμο, οι οποίες με τη σειρά τους ενδέχεται να προκαλέσουν νομικές μεταρρυθμίσεις, αφού μπορεί υπό τις συνθήκες αυτές κάτι που σήμερα δεν αποτελεί διάκριση τότε να είναι. Και αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ΄όψιν από τον σημερινό νομοθέτη, σε σχέση ιδίως με την νομοθέτηση του γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, για την οποία δεν υπάρχει καμία απολύτως ανάγκη.

10. Η ελευθερία επιλογής μπορεί να συνεπάγεται και νέα δικαιώματα μπορεί και όχι, ανάλογα την περίπτωση. Σίγουρα όμως κάθε επιλογή συνεπάγεται ευθύνη, κυρίως την ευθύνη ότι λαμβάνεται εν γνώσει των συνεπειών της, κάτι που τελευταία συνηθίζεται να λησμονείται. Ευθύνη και σοβαρότητα, ανάλογες της σοβαρότητας του θέματος είναι που απαιτούνται και που, δυστυχώς, απουσιάζουν από τον τρέχοντα δημόσιο διάλογο, όπως πρόσφατο δημοσίευμα σε υποτίθεται σοβαρό μέσο, όπου, κάνοντας κριτική στον Πάπα που διατύπωσε δημόσια την αντίθεσή του στην παρένθετη μητρότητα χαρακτηρίζοντάς την ως εμπόριο λευκής σαρκός, ο συντάκτης με χαρακτηριστική άνεση (και χωρίς συναίσθηση προφανώς του πόσο τερατώδες είναι αυτό που λέει) προέβαλε ως μία επιπλέον θετική συνέπεια της ενδεχόμενης θέσπισης δικαιώματος απόκτησης τέκνου με παρένθετη μητέρα για όλους το ότι αυτό θ΄ αποτελέσει έκτακτο εισόδημα για τις φτωχές γυναίκες (!), αγνοώντας ακόμη και το στοιχειώδες ότι αυτό που προβάλλει αποτελεί βαρύτατα παράνομη πράξη που τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος. Με τόση σοβαρότητα διεξάγεται στη χώρα μας ο δημόσιος διάλογος για το θέμα.

*Ειδικού συνεργάτη 

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ