Κώστας Κοσμάτος: Η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων – Η εξαίρεση που μπορεί να γίνει κανόνας

Η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων επιτείνει τον στιγματισμό τους, ενισχύει την ιδρυματοποίησή τους και τους οδηγεί μαθηματικά στην υποτροπή τους

NEWSROOM
Κώστας Κοσμάτος: Η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων – Η εξαίρεση που μπορεί να γίνει κανόνας

Ήδη στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Ν 2101/1992) γίνεται ρητά αναφορά στην αποφυγή της υπερβολικής χρήσης στερητικών της ελευθερίας μέτρων στους ανηλίκους δράστες, έτσι ώστε αυτά να αποτελούν το έσχατο μέσο (ultima ratio) μεταχείρισής τους, μόνο σε εξαιρετικές (από άποψη σοβαρότητας της πράξης) περιπτώσεις, όπως επιτάσσει η αρχή της αναλογικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό ο Έλληνας ποινικός νομοθέτης ανταποκρίθηκε, καθώς προέβλεψε ότι οι ανήλικοι που «κινδυνεύουν» με εγκλεισμό σε Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους και η πράξη τους να είναι κακούργημα και να εμπεριέχει στοιχεία βίας ή να στρέφεται κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας. Η παραπάνω επιλογή είναι απολύτως σύμφωνη με τις αρχές που διαγράφονται σε διεθνή κείμενα, όπως στους «Στοιχειώδεις Κανόνες των Ηνωμένων Εθνών για την Απονομή Δικαιοσύνης σε ανηλίκους» (Κανόνες του Πεκίνο) και στις «Κατευθυντήριες Γραμμές των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη της παραβατικότητας των ανηλίκων» (Κανόνες του Ριάντ).

Με το ΣχΝ του Υπουργείου Δικαιοσύνης οι παραπάνω προϋποθέσεις για την επιβολή του περιορισμού τροποποιούνται, καθώς θα αρκεί για την επιβολή του εγκλεισμού η τέλεση (οποιουδήποτε) κακουργήματος, ανεξάρτητα από το είδος του εγκλήματος (βίας) ή του ύψους της προβλεπόμενης στο νόμο ποινής. Αντίστοιχα, στο πεδίο της προδικασίας, διευρύνεται η δυνατότητα επιβολής προσωρινής κράτησης σε όλες τις περιπτώσεις τέλεσης κακουργήματος από ανήλικο.

Η επίσημη αιτιολογία της τροποποίησης αυτής έχει δύο αντιφατικούς άξονες:

α)  Ότι «με την υφιστάμενη διάταξη έχουν εντοπιστεί να ευρίσκονται εκτός του ρυθμιστικού πεδίου της διάταξης περιπτώσεις σοβαρότατων κακουργημάτων μείζονος ποινικής και κοινωνικής απαξίας (λ.χ. διακεκριμένη διακίνηση ναρκωτικών, παράνομη προώθηση αλλοδαπών)». Ωστόσο, εάν τούτο ήθελε πράγματι ο νέος νομοθέτης, θα έθετε ως προϋπόθεση την πρόβλεψη για υψηλή απειλούμενη στο νόμο ποινή (π.χ. την κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών) και όχι την τέλεση οποιουδήποτε κακουργήματος (δηλαδή και των διακεκριμένων κλοπών).

β) Ότι «οι οριζοντίως ευμενείς διατάξεις για τους ανήλικους επιφέρουν συχνά αντίθετα αποτελέσματα καθώς τους καθιστούν πρόσφορους σε εκμετάλλευση από εγκληματικές οργανώσεις (π.χ. για να διακινούν ναρκωτικά) επειδή ακριβώς δεν απειλούνται με στερητικές ελευθέριας ποινές λόγω της ανηλικότητας». Είναι, όμως, απορίας άξιο γιατί η προτεινόμενη «προστασία» των ανηλίκων από την εκμετάλλευσή τους από εγκληματικές οργανώσεις δεν απαντάται με αυστηροποίηση των πράξεων των εγκληματικών οργανώσεων, αλλά με αυστηροποίηση των ευάλωτων ανηλίκων.

Είναι εμφανές ότι η θεωρητική αφετηρία της παραπάνω πρόβλεψης έχει σχέση με την παγίωση του δόγματος «νόμος και η τάξη», που αποτελεί ένα βασικό εργαλείο που χρησιμοποιείται προκειμένου να νιώσει ασφάλεια η κοινότητα, με τη δημιουργία ανελαστικών αντιλήψεων που στηρίζονται στον φόβο και νομιμοποιούν αυταρχικές κατασταλτικές μεθόδους.  Χαρακτηριστική κορύφωση της προσέγγισης αυτής αποτελεί η απόδοση «μηδενικής ανοχής» σε χαρακτηρισμένες ως παρεκκλίνουσες ομάδες και εγκληματικές συμπεριφορές: ο στόχος είναι να εξουδετερωθεί ο «εσωτερικός εχθρός» και με τον τρόπο αυτό να νιώσει ασφάλεια η κοινότητα. Συνεπώς, η αντιμετώπιση της ανήλικης εγκληματικότητας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται δραστικά με την πρώτη της εμφάνιση, καθώς σε διαφορετική περίπτωση το «μέλλον» του ανηλίκου δράστη διαγράφεται απολύτως εγκληματικό.

Η παραπάνω επιλογή, έχει σίγουρα επικοινωνιακό προβάδισμα, ωστόσο δεν συνεκτιμά ότι η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων επιτείνει τον στιγματισμό τους, ενισχύει την ιδρυματοποίησή τους και τους οδηγεί μαθηματικά στην υποτροπή τους. Ιδίως, όταν η στέρηση της ελευθερίας των ανηλίκων υλοποιείται υπό τις γνωστές δυσμενείς συνθήκες και με κυρίαρχα τιμωρητικό προσανατολισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Συνήγορος του Πολίτη σε Έκθεση – Αυτοψία του το 2015 στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Κορίνθου, υποστηρίζει, ότι θα πρέπει να επιδιωχθεί η κατάργηση της κράτησης των ανηλίκων σε φυλακές, ενώ η διατήρησή της θα πρέπει να προβλέπεται μόνο για ελάχιστες περιπτώσεις σοβαρών αδικημάτων, όπως λ.χ. εγκλήματα κατά της ζωής και αποκλειστικά ως έσχατη λύση για αυτούς που έχουν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας τους.

Η άσκηση αντεγκληματικής πολιτικής στο πεδίο των ανηλίκων δραστών απαιτεί μεθοδολογία και αναλυτικό σχεδιασμό, ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο, αφομοίωση εμπειριών, αλλαγή στάσεων και αντιλήψεων (με αποστασιοποίηση από την καλλιέργεια του φόβου του εγκλήματος στην κοινή γνώμη, όπως καλλιεργείται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης), τόλμη αλλά και πολιτική/ιδεολογική θέση με κοινό συνεκτικό άξονα την υιοθέτηση της βασικής αρχή της διαπαιδαγώγησης που (κατά τα διεθνή πρότυπα πρέπει να) διέπει την ποινική μεταχείριση των ανηλίκων.

* Κώστας Κοσμάτος, Αν. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ

** Πρωτοδημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 10/1/2024

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ