Δευτέρα 21 Ιουλίου 2025

Σουζάνα Κλημεντίδη: Δεν τεκμηριώνεται προσβολή προσωπικότητας λόγω δικαστικής χρήσης επαγγελματικών προσωπικών δεδομένων

Η απόφαση του Αρείου Πάγου που δίνει τέλος σε μια πολυετή δικαστική διαμάχη σχετικά με την προσβολή προσωπικότητάς δικηγόρου λόγω επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Δεν τεκμηριώνεται προσβολή προσωπικότητας λόγω δικαστικής χρήσης επαγγελματικών προσωπικών δεδομένων dikastiko.gr

Με την υπ’ αριθμ. 58/2025 απόφασή του, το Α2 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε αβάσιμη κατ’ ουσίαν την αίτηση αναίρεσης που άσκησε δικηγόρος, ολοκληρώνοντας μία πολυετή δικαστική διαμάχη σχετικά με την προσβολή της προσωπικότητάς της λόγω επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων. Η διαφορά ξεκίνησε με την άσκηση αγωγής από τη δικηγόρο κατά του αντιδίκου του εντολέα της, ο οποίος, στο πλαίσιο δίκης ασφαλιστικών μέτρων, προσκόμισε επιστολή που η ίδια είχε αποστείλει ηλεκτρονικά στον εντολέα της εταιρεία, στην οποία περιλαμβάνονταν προσωπικά δεδομένα της, όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση γραφείου, email, αριθμοί τηλεφώνου και τραπεζικού λογαριασμού, καθώς και το ποσό της αμοιβής της. Η ενάγουσα υποστήριξε ότι η επιστολή ήταν άσχετη με την επίδικη υπόθεση και ότι η προσκόμισή της στο δικαστήριο συνιστούσε παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων κατά παράβαση του ν. 2472/1997.

Η αγωγή απορρίφθηκε αρχικά από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και κατόπιν από το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, το οποίο έκρινε ότι η προσκόμιση της επιστολής δεν συνιστούσε αυτοτελώς παράνομη πράξη και ότι το έγγραφο δεν αποτελούσε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων, ώστε να εμπίπτει στην έννοια του «αρχείου» κατά τον νόμο. Η απόφαση του Εφετείου αναιρέθηκε με την υπ’ αριθμ. 186/2020 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, το οποίο έκρινε ότι το έγγραφο συνιστούσε μέρος διαρθρωμένου συνόλου δεδομένων, προσπελάσιμου με συγκεκριμένα κριτήρια, και ότι η προσκόμισή του στο δικαστήριο συνιστούσε περαιτέρω πράξη επεξεργασίας, η οποία όφειλε να ελεγχθεί υπό το πρίσμα των αρχών της νομιμότητας, του σκοπού και της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 11 παρ. 1 και 3 του ν. 2472/1997.

Κατόπιν αναπομπής της υπόθεσης, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών έκρινε εκ νέου ότι, μολονότι ο εναγόμενος παρέλειψε να διαγράψει τα προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας από το επίδικο έγγραφο, τα οποία δεν ήταν συναφή με τον σκοπό χρήσης του, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα υπέστη οποιαδήποτε ηθική βλάβη από την εν λόγω επεξεργασία. Το δικαστήριο επισήμανε ότι τα επίμαχα δεδομένα δεν ήταν απόρρητα, ότι δεν αποδείχθηκε διακινδύνευση του τραπεζικού της λογαριασμού ή προσβολή της επαγγελματικής της υπόστασης, ούτε διαταράχθηκε αποδεδειγμένα η σχέση της με τον εντολέα της. Ως εκ τούτου, απέρριψε εκ νέου την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Η ενάγουσα άσκησε δεύτερη αίτηση αναίρεσης, η οποία απορρίφθηκε με την κρίσιμη υπ’ αριθμ. 58/2025 απόφαση του Αρείου Πάγου. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η περαιτέρω επεξεργασία του εγγράφου μέσω της προσκόμισής του στο δικαστήριο δεν ήταν παράνομη, αλλά εξυπηρετούσε νόμιμο σκοπό και ήταν αναγκαία και πρόσφορη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του εναγομένου. Επιπλέον, έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη ηθικής βλάβης στην ενάγουσα, ως στοιχείο αναγκαίο για τη θεμελίωση αξίωσης αποζημίωσης κατά τα άρθρα 23 του ν. 2472/1997 και 932 ΑΚ. Κατά συνέπεια, έκρινε ότι δεν υφίσταται εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικών διατάξεων του νόμου και επικύρωσε την εφετειακή απόφαση.

* Της Σουζάνας Κλημεντίδη, Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ