Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Σουζάνα Κλημεντίδη: Το σύστημα υπολογισμού των (αδιαφανών) τόκων – Τι πρέπει να γνωρίζετε

Τι ισχύει τις φορές εκείνες κατά τις οποίες οι τράπεζες έχουν συμβατικά προκρίνει το σύστημα υπολογισμού των τόκων με βάση το έτος των 360 ημερών και όχι των 365 ημερών;

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Το σύστημα υπολογισμού των (αδιαφανών) τόκων – Τι πρέπει να γνωρίζετε dikastiko.gr

Η εκκίνηση της αναγκαστικής εκτέλεσης, στοχεύοντας στην πραγμάτωση των ουσιαστικού δικαίου αξιώσεων, ενεργοποιεί κατά τρόπο άμεσο τα δικονομικά αντανακλαστικά των δανειοληπτών και εν συνεχεία ανακοπτόντων για την αποσόβηση της σε βάρος τους επίπονης διαδικασίας. Ένας εξαιρετικά αμφιλεγόμενος λόγος, ως προς τις πιθανότητες να γίνει κατ’ ουσίαν δεκτός από το εκάστοτε επιληφθέν δικαστήριο, είναι εκείνος κατά τον οποίο οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η επίδικη σύμβαση υιοθέτησε κατά τρόπο εσφαλμένο το σύστημα υπολογισμού των τόκων με βάση το έτος των 360 ημερών και όχι των 365 ημερών. Παρόλα αυτά, η εξαιρετικά πρόσφατη υπ’ αρ. 4994/2022 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, μεταξύ των δώδεκα (12) ισχυρισμών που προβλήθηκαν εκ μέρους των εκκαλούντων, έκανε δεκτό μόνο τον ισχυρισμό των παράνομων χρεώσεων που έλαβαν χώρα με το παραπάνω σύστημα υπολογισμού των τόκων, εξαφανίζοντας την εκκαλουμένη απόφαση, και προσδίδοντας ταυτόχρονα ένα ισχυρό νομολογιακό έρεισμα στις δίκες περί την εκτέλεση.

Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπάγονται στην έννοια του προμηθευτή, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 περίπτωση β’ του ν. 2251/1994, που ορίζει ότι «ο προμηθευτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατά την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας προμηθεύει προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες στον καταναλωτή», οι δε παρεχόμενες από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπηρεσίες οι οποίες αναντίρρητα απευθύνονται και αφορούν στο ευρύ καταναλωτικό κοινό (πελάτες) δεν προσφέρονται, ούτε σχεδιάζονται για ορισμένο αποδέκτη, αλλά έχουν κατά κανόνα μαζικό χαρακτήρα και έντονο το στοιχείο της τυποποιήσεως. Ενόψει των ανωτέρω, ο ν. 2251/1994 εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις τραπεζικών συναλλαγών. Υπό ένα τέτοιο πλαίσιο, λοιπόν, και πάντοτε κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 ν. 2251/1994, οι όροι, που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθμό μελλοντικών συμβάσεων, γνωστοί και ως ΓΟΣ, απαγορεύονται και είναι άκυροι, αν έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή. Μάλιστα, ο νόμος στην παρ. 7 του οικείου άρθρου απαριθμεί μια σειρά από άνευ ετέρου καταχρηστικούς όρους – χωρίς να χρειάζεται ως προς αυτούς και η συνδρομή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας της παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994. Εξ άλλου, οι δικαστικές κρίσεις σχετικά με την ακυρότητα ή μη ως καταχρηστικών των εν λόγω όρων συγκαθορίζονται από το συμφέρον του καταναλωτή, το οποίο συνεκτιμάται με τη φύση των αγαθών ή υπηρεσιών της επίδικης σύμβασης, καθώς και των σκοπών που η ίδια επιτελεί, με απώτερο στόχο την επίτευξη σχετικής ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων μερών.

Το ερώτημα όμως παραμένει: τι ισχύει όμως τις φορές εκείνες κατά τις οποίες οι τράπεζες έχουν συμβατικά προκρίνει το σύστημα υπολογισμού των τόκων με βάση το έτος των 360 ημερών και όχι των 365 ημερών;

Η παραπάνω νομολογία αποτελεί ένα ισχυρό νομικό όπλο στα χέρια των οφειλετών και εν συνεχεία ανακοπτόντων, καθότι έκρινε πως ο υπολογισμός του οφειλόμενου τόκου επί τη βάσει του έτους των 360 ημερών προσκρούει κατ’ αρχάς στην αρχή της διαφάνειας, η οποία όπως τονίστηκε παραπάνω θεμελιώνεται στο άρθρο 2 παρ. 2 και 6 του ν. 2251/1994, στο μέτρο που οι ΓΟΣ πρέπει να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος ως προς την ενημέρωσή του, αλλά διαθέτων τη μέση αντίληψη καταναλωτής, κατά το σχηματισμό της δίκαιοπρακτικής του απόφασης, να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει, ιδίως όσον αφορά τη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Όλως αντιθέτως, ο υπολογισμός του τόκου με βάση το έτος των 360 ημερών συνεπάγεται ότι ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το πραγματικό ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ. 3 ΑΚ, και κατά τούτο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διασπούν κατά τρόπο τεχνητό και υπονομευτικό τις δικαιολογημένες προσδοκίες των πελατών τους, δεδομένου ότι η κάθε ημέρα αντιστοιχεί σε 1,3889 % περισσότερους τόκους (αφού ο αριθμητής του οικείου κλάσματος, που συγκροτείται από το γινόμενο του ποσού του κεφαλαίου, του επιτοκίου και του αριθμού των ημερών του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, δεν έχει πλέον ως παρονομαστή τις 365 ημέρες, αλλά τις 360).

* Της Σουζάνας Κλημεντίδη, Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ