Χρήστος Απ. Κακλαμάνης: “Η καθημερινή, φυσιολογική μας δυστοπία”

Ο αγώνας δύο γονιών επί 11 χρόνια να δικαιώσουν το παιδί τους που, όπως λένε, από ιατρικό λάθος έμεινε κωφό και το μπαράζ των δικαστικών αναβολών

NEWSROOM
Χρήστος Απ. Κακλαμάνης: “Η καθημερινή, φυσιολογική μας δυστοπία”

Πριν από 11 χρόνια έκανα το λάθος να αναλάβω μια υπόθεση. Βέβαια είχα πολλά ελαφρυντικά – για να αναφερθώ στο σημαντικότερο, βρισκόμουν σε φυσική (ενδεχομένως και πνευματική) αδυναμία όταν την ανέλαβα, καθώς νοσηλευόμουν σε νοσοκομείο της Αττικής με φρικτούς πόνους και υπό την επήρεια ενδοφλέβιων αναλγητικών και αντιβιώσεων. Εκεί, τέλος πάντων, όταν πληροφορήθηκε την ιδιότητά μου με πλησίασε μία ευγενέστατη νοσηλεύτρια και μου διηγήθηκε την ιστορία του παιδιού της, 4 ετών τότε.

Το αγόρι αυτό είχε γεννηθεί κωφό. Κάτι δεν είχε πάει καλά, προφανώς, στην κύηση, με αποτέλεσμα να μην έχουν αναπτυχθεί όλα όσα έπρεπε να έχουν αναπτυχθεί στον οργανισμό του ώστε να ακούει όπως εμείς οι υπόλοιποι. Ας μου συγχωρεθούν οι γενικότητες – άλλωστε δεν είναι αυτό το θέμα μου. Δυστυχώς, η αναπηρία του αυτή δεν διαγνώσθηκε στον συνήθη έλεγχο, που γίνεται σε όλα τα νεογνά και που του έγινε με ειδικό μηχάνημα τις πρώτες ημέρες της ζωής του στο μαιευτήριο. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα ήταν ψευδώς θετικό. Οι άτυχοι γονείς (η μητέρα νοσηλεύτρια με μισθό λίγο άνω των 1000 ευρώ και ο πατέρας περιστασιακά εργαζόμενος λόγω της κρίσης υπομηχανικός) δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν την πάθηση του γιου τους μέχρι να είναι πολύ αργά, όταν πλέον είχε ξεπεράσει αρκετά τους 12 μήνες ζωής.

Γιατί «πολύ αργά»; Γιατί όπως έμαθα και εγώ με αφορμή αυτή την υπόθεση – έτσι άλλωστε συσσωρεύουμε πολλές, σκόρπιες και ετερόκλητες γνώσεις οι δικηγόροι – αν η διάγνωση είχε γίνει εγκαίρως και το μωρό είχε χειρουργηθεί στο λεγόμενο «προγλωσσικό» του στάδιο, δηλαδή μέχρι τους 6 μήνες, ή και λίγο αργότερα, θα ήταν σαν να άκουγε από πάντα… Λόγω της καθυστέρησης τα πράγματα είχαν πάει πολύ άσχημα, η εγχείρηση τελικώς έγινε στο εξωτερικό αλλά με μειωμένη επιτυχία, τα δε έξοδα των γονέων (παρά την συμμετοχή του ΕΟΠΥΥ) ήταν αστρονομικά γι’ αυτούς: οι άνθρωποι είχαν ήδη «κάψει» όλες τους τις οικονομίες, είχαν δανειστεί από όποια Τράπεζα και με όποιο τρόπο προσφερόταν και ήταν ακόμα στην «αφετηρία».

Περιττό να πω ότι με μεγάλο ζήλο και ειλικρινές ενδιαφέρον, ως πατέρας κι εγώ ενός συνομήλικου, πιο «τυχερού», αγοριού, ξεκίνησα να συλλέγω τα στοιχεία και να συντάσσω μια αρκετά δύσκολη αγωγή, με πολλά ζητήματα νομικά, ιατρικά και αποδεικτικά. Μετά από αρκετούς μήνες, τον Οκτώβριο του 2012 ήμουν επιτέλους έτοιμος να την καταθέσω νιώθοντας μια απροσδιόριστη ανακούφιση ότι εγώ, τουλάχιστον, δεν θα τους καθυστερήσω άλλο. Φρόντισα μάλιστα να επισκεφθώ τον τότε Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και να πάρω δικάσιμο κατά προτίμηση μετά 12 μόλις μήνες, τέλη του 2013.

Από τότε ξεκίνησε ένα ανεπανάληπτο δικονομικό ταξίδι με άπειρες στάσεις: Στην αρχική κατά προτίμηση δικάσιμο η υπόθεση αναβλήθηκε για τον Νοέμβριο του 2014, ώστε να συνεκδικαστεί, όπως είχα προειδοποιήσει τους γονείς, με προσεπικλήσεις, πρόσθετες παρεμβάσεις κλπ. Η δικάσιμος του Νοεμβρίου του 2014 έπεσε πάνω σε μια από τις πολλές «αντιμνημονιακές» απεργίες της ΑΔΕΔΥ (αγαπημένη ημέρα της οποίας ως γνωστόν ήταν η Πέμπτη, ημέρα της Τακτικής Πολυμελούς στην Αθήνα). Η δε Γραμματέας δεν μας έκανε καν την χάρη να ανέβει για αναβολές, επομένως οι οικονομικά πολύ ασθενέστεροι αυτής εντολείς μου επιβαρύνθηκαν με έξι επιπρόσθετες επιδόσεις για τον προσδιορισμό νέας δικασίμου.

Αυτή ορίστηκε για πέντε μόλις μήνες μετά, τον Απρίλιο του 2015 επειδή και πάλι ζήτησα και πήρα δικάσιμο κατά προτίμηση. Τότε όμως αναβλήθηκε με αίτημα των εναγομένων για τον Οκτώβριο του 2015, οπότε και «συναντήθηκε» με διαδοχικές αποχές δικηγόρων για να προσδιοριστεί τελικά για τον Νοέμβριο του 2016, όταν και … εκδικάστηκε.

Ως εδώ «καλά»: κυρίως λόγω των προτιμήσεων που έσπευδα να ζητώ κάθε φορά, μείναμε στην τετραετία από την κατάθεση.

Ενάμιση χρόνο αργότερα δεν είχε ακόμα εκδοθεί απόφαση. Η δικογραφία αφαιρέθηκε με σχετικές Πράξεις από την κυρία Εισηγήτρια και διατάχθηκε οίκοθεν επανασυζήτηση τον Ιούνιο του 2018.

Οι εντολείς μου, στους οποίους εξήγησα τι σημαίνουν όλα αυτά, επέλεξαν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους – την ίδια που τους είχε οδηγήσει το 2016 να δανειστούν από φίλους και γνωστούς για να πληρώσουν στο ακέραιο το δικαστικό ένσημο παρά τις περί του αντιθέτου συμβουλές μου…

Το καλοκαίρι του 2019 πράγματι εκδόθηκε απόφαση: Μη οριστική, όπως ο υποψιασμένος αναγνώστης ασφαλώς έχει ήδη προβλέψει. Διατάχθηκε η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από Χειρουργό ΩΡΛ για την τότε κατάσταση του παιδιού (12 χρονών πλέον), η οποία (ψιλά γράμματα) προέκυπτε αναμφίβολα από γνωματεύσεις δημόσιων φορέων και βεβαιώσεις αναπηρίας. Ο ορισθείς πραγματογνώμων, την (αυθαιρέτως αυτοκαθοριζόμενη) αμοιβή του οποίου πλήρωσαν με νέες αιματηρές θυσίες εξ ολοκλήρου οι εντολείς μου, επιβαρυνόμενοι και με τα έξοδα ορκωμοσίας, κοινοποιήσεων, νέων γραμματίων για τη μετ’ απόδειξη συζήτηση κλπ, μετά από μήνες έφερε την έκθεσή του, με αποτέλεσμα να οριστεί νέα δικάσιμος μετ’ απόδειξη συζήτησης, μετά και από μια αναβολή λόγω της αναπόφευκτης ΑΔΕΔΥ, τελικώς τον Ιανουάριο του 2021.

Η υπόθεση «συζητήθηκε» για τρίτη φορά λοιπόν. Μέχρι το καλοκαίρι του 2021 είχα χάσει τα ίχνη της, καθώς για λόγους ανεξάρτητους της θέλησής μου είχα για αρκετούς μήνες αποκοπεί πλήρως από τη δουλειά και το γραφείο μου. Το θυμάμαι λοιπόν σαν να ήταν χθες, όταν μια Κυριακή μετά από έξι μήνες απουσίας έκανα μια επίσκεψη στο γραφείο μου τέλη Αυγούστου του 2021 και βρήκα σε μια στοίβα πάνω πάνω, μεταξύ πολλών άλλων χρήσιμων και μη, την πολυαναμενόμενη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών να με περιμένει. Γύρισα, φυσικά, απευθείας στο διατακτικό:

Το Δικαστήριο είχε και πάλι αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης και είχε αυτή τη φορά διορίσει ΤΡΕΙΣ (3) πραγματογνώμονες: έναν ακόμα χειρουργό ΩΡΛ, έναν νευρολόγο-ψυχίατρο και έναν παιδοψυχολόγο… Όταν μάζεψα το κουράγιο να υπερβώ την ντροπή και να ανακοινώσω στον άτυχο πατέρα του άτυχου παιδιού (πρωτίστως επειδή γεννήθηκαν και διαβιούν σε αυτή τη χώρα) τα νέα, ήταν η πρώτη φορά που ο γενναίος αυτός – και φύσει αισιόδοξος – άνθρωπος λύγισε και έβαλε τα κλάματα: Η ελληνική Δικαιοσύνη είχε δηλαδή μόλις καταφέρει αυτό που δεν κατάφερε η μοίρα και η ιατρική αμέλεια: τον είχε «σπάσει». Ο πατέρας αυτός ήξερε πολύ καλά – είχε μάθει πλέον – ότι θα έπρεπε και πάλι να βρει τρόπο να πληρώσει αυτή τη φορά τρεις (3) αυθαιρέτως αυτοκαθοριζόμενες αμοιβές (σ.σ. οι εναγόμενοι προφανώς κανένα λόγο δεν έχουν να συμμετάσχουν, ούτε εκδήλωσαν ποτέ τέτοια πρόθεση), ίσες με πολλά μηνιαία εισοδήματα της οικογένειάς του και ότι η υπόθεση του παιδιού του θα πήγαινε τουλάχιστον ενάμιση χρόνο «πίσω», ενώ θα έπρεπε εκ νέου να καταβάλει χρήματα που δεν είχε για νέες επιδόσεις κλπ…

Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, αν και έχουν περάσει 10 μήνες, ο πατέρας της ιστορίας μας δεν έχει ακόμα συγκεντρώσει τα χρήματα για τις αμοιβές των πραγματογνωμόνων και δεν έχει οριστεί ακόμα ούτε καν η ημερομηνία όρκισής τους. Ο γιος του, ένα πανέμορφο παλικαράκι 15 ετών, που γνώρισα όταν ήταν τεσσάρων, μόλις τέλειωσε την έκτη (6η) Δημοτικού… Δυστυχώς ακόμα μιλάει άναρθρα, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γονιών του και των εκπαιδευτικών και μάλλον θα πρέπει να περιοριστεί σε Ειδικό Γυμνάσιο. Οι συμμαθητές του, παιδάκια τρία χρόνια μικρότερα, στην τελετή αποφοίτησης του αφιέρωσαν ένα τραγούδι στη νοηματική, που έμαθαν όλα μαζί για να τον αποχαιρετήσουν και να του δείξουν την αγάπη τους…

Ας ελπίσουμε όταν αυτά τα παιδιά έρθουν κάποτε στα πράγματα, αν βέβαια αποφασίσουν να μείνουν σε αυτήν την Δυστοπία, να χτίσουν κάτι καλύτερο από αυτό που μας παραδόθηκε και εμείς συνεχίζουμε σαν υπνοβάτες να υπηρετούμε…”

Χρήστος Απ. Κακλαμάνης, Δικηγόρος, Γ.Γ Δ.Σ.Α

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr