Το κριτήριο της "ουσιαστικής επαγγελματικής απαίτησης" στην αγορά εργασίας, λαμβάνει με το πέρασμα του χρόνου μια έννοια ευρύτερη, που στην πράξη δημιουργεί προβλήματα.
«Όταν έχουμε μια αύξηση του κατώτατου μισθού πάντα υπάρχει μια ταυτόχρονη αύξηση μιας μονάδας του κατώτατου μισθού στους υπόλοιπους κλάδους» λέει ο Γ. Καρούζος.
Μια σύμβαση εργασίας λύεται με καταγγελία ενός από τα δύο μέρη, του εργοδότη ή του εργαζομένου οι οποίοι, ασκώντας το εκ του νόμου διαπλαστικό τους δικαίωμα, επιφέρουν λύση της σύμβασης με μονομερή απευθυντέα δικαιοπραξία.
Με το οικονομικό νομοσχέδιο που κατέθεσε στο δημόσιο διάλογο, η κυβέρνηση δίνει «σήμα» στους εργοδότες του ιδιωτικού τομέα για γενναιότερες αυξήσεις των αποδοχών των μισθωτών, καθώς δίνει στους δημοσίους υπαλλήλους αναπροσαρμογές απολαβών που ξεκινούν από 70 και φτάνουν έως τα 420 ευρώ το μήνα μικτά.
Για τη διασφάλιση της προστασίας των ανηλίκων από κινδύνους που σχετίζονται με την ευάλωτη φύση τους (σωματική, πνευματική, ηθική, κοινωνική) και την αποτροπή κάθε μορφής εκμετάλλευσης και χρησιμοποίησής τους στον χώρο εργασίας, έχουν προβλεφθεί ειδικότερες προστατευτικές διατάξεις, η παραβίαση των οποίων επισύρει ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.
O εργατολόγος Γιάννης Καρούζος αναλύει τις παράνομες πρακτικές και τις αιτίες των ελλείψεων σε προσωπικό, μετά από καταγγελίες εργαζομένων σε μεγάλα νησιά της χώρας που κάνουν λόγο για συμβάσεις με ποινικές ρήτρες σε όσους ζητούν να παραιτηθούν.
Η επίκληση της προστασίας είναι καταχρηστική, εφόσον, η συμπεριφορά του συνδικαλιστικού στελέχους εξέρχεται από τα όρια της γνήσιας συνδικαλιστικής δράσεως
Οι συμβασιούχοι ορισμένοι χρόνου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δικαιώθηκαν από το Εφετείο καθώς δεν εισέπρατταν επιδόματα και άλλες απολαβές - Αναλύει ο Γιάννης Καρούζος
Η πρόληψη και η αντιμετώπιση του φαινομένου της παρενόχλησης στον χώρο εργασίας δεν ρυθμίσθηκε πλήρως με τον Ν. 4808/2021. Ωστόσο, προβλέφθηκε στο «σώμα» αυτού ειδική εξουσιοδότηση για μεταγενέστερη συμπλήρωση του κανονιστικού πλαισίου
Τα ψηφιακά μέσα μπορούν να αποτελέσουν μέσα εκφοβισμού, μοχλό συναισθηματικής πίεσης και αιτία δυσμενούς μεταχείρισης, η οποία δύναται να φθάσει έως την καταγγελία της σύμβασης εργασίας
«Για το σύνολο της οικονομίας η μείωση των πραγματικών μισθών εκτιμάται σε -7,7% και διακλαδικά κυμαίνεται από -6,0% στη μεταποίηση έως και -8,9% για τις τέχνες και λοιπές υπηρεσίες».
Μεταξύ των νεκρών του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη, συγκαταλέγονται και έντεκα εργαζόμενοι, 5 μηχανοδηγοί και 6 συνοδοί αμαξοστοιχίας.
Παρά τις διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου κατά 2% και 7,5% που είχαν ευθεία αντανάκλαση στην αγοραστική δύναμη των χαμηλόμισθων, η Ελλάδα δεν καταφέρνει να απαγκιστρωθεί από το club των «φτωχών χωρών» όσον αφορά στο επίπεδο ποιότητας ζωής των ευάλωτων.
Μηδένισε ο πληθωρισμός το… κοντέρ από τις δύο προηγούμενες αυξήσεις, καθώς οι πραγματικές αμοιβές έχουν επιστρέψει στα επίπεδα του 2021. Το επίπεδο των μισθών στην Ελλάδα και η κρίσιμη απόφαση.
Η πρόωρη καταγγελία της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου (σε περίπτωση που δεν διαπιστωθεί η ύπαρξη σπουδαίου λόγου) είναι άκυρη αναδρομικά από το χρόνο που έγινε (174 ΑΚ) και συνεπώς η σύμβαση εξακολουθεί να υφίσταται
Το μείζον ζήτημα των εργατικών δυστυχημάτων, που «επανάκαμψε» μετά το πέρας της πανδημίας και μετά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, έρχεται ξανά στο προσκήνιο με το χειρότερο δυνατό τρόπο μετά την τραγωδία στα Τέμπη.
Από τα ευρήματα καθίσταται σαφές, ότι η τετραήμερη εβδομαδιαία απασχόληση αναδεικνύεται ως μία από τις πιο συναρπαστικές πολιτικές για το χώρο εργασίας, η οποία εφόσον υιοθετηθεί από οργανισμούς σε όλο τον κόσμο θα έχει πολύ ευεργετικά αποτελέσματα όχι μόνο για τους εργαζομένους αλλά και για τις επιχειρήσεις.
Για ακόμη μια φορά ο κατώτατος μισθός δείχνει να εργαλειοποιείται στον βωμό της πολιτικής αντιπαράθεσης. Μια μεταρρύθμιση που θεσμοθετήθηκε το 2013, μέσα στα «πέτρινα» μνημονιακά χρόνια και μετά από μια βίαιη μείωση των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, με γνώμονα – μεταξύ άλλων – την συμπερίληψη και των ανέργων στις αποφάσεις για τις ελάχιστες αποδοχές, τείνει να καταλήξει πολιτικό «όπλο» στα χέρια της εκάστοτε κυβέρνησης.