Πέμπτη 16 Μαϊου 2024

Ηλίας Ι. Κλάππας: Η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης προϋποθέτει ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού και αναδιάταξη της τοπικής αρμοδιότητας στην Αττική

Το πρόβλημα καθυστέρησης στην απονομή δικαιοσύνης εντοπίζεται κυρίως στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Ηλίας Ι. Κλάππας: Η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης προϋποθέτει ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού και αναδιάταξη της τοπικής αρμοδιότητας στην Αττική dikastiko.gr

ΕΞΙ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ ΥΠΟΨΗ

  1. Οι συνεχείς τα τελευταία χρόνια και συχνά αναποτελεσματικές τροποποιήσεις των διατάξεων των Κωδίκων, συμπεριλαμβανομένου του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και η συνακόλουθη αναστάτωση στη δικηγορική δραστηριότητα και στην απονομή της Δικαιοσύνης ευρύτερα, επιβάλλει οι όποιες νέες αλλαγές, για να μην θεωρηθούν αποσπασματικές, αντιφατικές και αυθαίρετες, να υπηρετούν στοχευμένα την επιτάχυνση της πολιτικής και ποινικής δίκης και να στηρίζονται σε συγκεκριμένα στατιστικά δεδομένα.
  2. Τα στατιστικά δεδομένα του ίδιου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όπως αυτά δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του (https://ministryofjustice.gr/?page_id=1603), όπου στον φάκελο Οργάνωση Δικαιοσύνης υπάρχουν στατιστικά στοιχεία ανά βαθμό δικαιοδοσίας και ανά έτος που αφορούν στην πολιτική και ποινική διαδικασία, καθώς και ο Πίνακας Αποτελεσμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της Δικαιοσύνης για το έτος 2022 (EU Scoreboard) επιβεβαιώνουν ότι το πρόβλημα καθυστέρησης στην απονομή δικαιοσύνης εντοπίζεται κυρίως στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με την μελέτη της CEPEJ (European Commission for the Efficiency of Justice, Council of Europe) που περιλαμβάνεται στον ανωτέρω Πίνακα Αποτελεσμάτων, ο εκτιμώμενος αναγκαίος χρόνος το 2019 για την δικαστική επίλυση αστικών και εμπορικών υποθέσεων αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας σε πρώτο βαθμό υπερέβαινε σημαντικά τις 600 ημέρες, ανώτερος κατά πολύ του μέσου όρου των χωρών της Ε.Ε.

  1. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της καθυστέρησης εκδίκασης υποθέσεων στον πρώτο βαθμό εντοπίζεται στο Πρωτοδικείο Αθηνών, λόγω της ιδιαιτέρως αυξημένης τοπικής αρμοδιότητάς του.
  2. Στη χώρα σήμερα λειτουργούν 63 Πρωτοδικεία, εκ των οποίων αρκετά με μονό αριθμό οργανικών θέσεων, 154 Ειρηνοδικεία και 41 Πταισματοδικεία.
  3. Εντός της τελευταίας τριετίας, μεταξύ των δικαστών όλων των βαθμίδων, μόνο ο αριθμός των Ειρηνοδικών έχει αυξηθεί και, συγκεκριμένα, κατά περίπου ογδόντα (80) σε όλη την Επικράτεια, όπως προκύπτει συγκριτικά από τα στατιστικά στοιχεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Πλέον σήμερα, οι Ειρηνοδίκες αποτελούν σε αριθμό το 1/3 του συνόλου των Δικαστών της χώρας.
  4. Οι Πρωτοδίκες, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρο 17Α) δεν απασχολούνται με υποθέσεις μόνο πρώτου βαθμού, αλλά επιβαρύνονται και με ύλη δευτεροβάθμιων δικαστών, καθώς στην αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων της Περιφέρειας τους. Μάλιστα δε, με την τελευταία τροποποίηση του  ν.4842/2021, καταργήθηκε η προϋπόθεση πενταετούς δικαστικής προϋπηρεσίας και πλέον, ακόμη και ο πρωτοδιόριστος Πρωτοδίκης μπορεί να εκτελέσει τα καθήκοντα του δευτεροβάθμιου δικαστή.

ΙΙ      ΔΥΟ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΑΣΠΙΣΟΥΜΕ (ΣΩΡΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΑ)

  1. Η αρχή της εγγύτητας στο πεδίο της Δικαιοσύνης βοηθά στην πραγμάτωση της συνταγματικής αρχής για παροχή εννόμου προστασίας από τα Δικαστήρια. Η αμεσότητα της πρόσβασης του πολίτη στα Δικαστήρια δεν έχει τυπικό, αλλά ουσιαστικό χαρακτήρα και επιτυγχάνεται με τη διατήρηση των δικαστικών σχηματισμών κοντά στον πολίτη, λαμβάνοντας υπόψη τα γεωμορφολογικά δεδομένα της χώρας και τη νησιωτικότητά της.
  2. Η αρχή της αποτελεσματικότητας κατά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, απαιτεί η απονομή της Δικαιοσύνης να είναι και δίκαιη και εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και, ασφαλώς, απαιτεί και το αντίστροφο, δηλαδή να μην είναι μόνο εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, αλλά να είναι και δίκαιη. Με άλλα λόγια, η ανάγκη επιτάχυνσης της Δικαιοσύνης δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγήσει σε προτάσεις και λύσεις που θα σημάνουν υποχώρηση από την ανάγκη ποιοτικής παροχής εννόμου προστασίας.

ΙΙΙ     ΜΙΑ ΣΥΝ ΔΥΟ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Α       ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: ΔΟΚΙΜΑΣΜΕΝΗ ΑΛΛΑ ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ

1.1. Η πρώτη πρόταση έγκειται στην μεταφορά αρμοδιότητας στην πολιτική δίκη από τα Πρωτοδικεία στα Ειρηνοδικεία. Η μεταφορά μπορεί να γίνει είτε με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης είτε θεματικά,  παραδείγματος χάριν με υποθέσεις της εκουσίας, μισθωτικές και οικογενειακές, μετά από προηγούμενη επιμόρφωση των Δικαστών στις σχετικές θεματικές ενότητες.

Η πρόταση αυτή είναι δοκιμασμένη, παρέχει μια προσωρινή ανακούφιση στο σύστημα της Δικαιοσύνης, αλλά από μόνη της είναι αναποτελεσματική σε βάθος χρόνου και δεν συμβάλλει στην ποιοτική παροχή εννόμου προστασίας.

1.2. Και αυτό γιατί, κατά πρώτον, διατηρεί την υπόθεση όχι μόνο στον πρώτο, αλλά και στον δεύτερο βαθμό εντός των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων και αυξάνει ακόμη περισσότερο τον χρόνο ενασχόλησης των δικαστών του πρώτου βαθμού με την ίδια υπόθεση και τους στερεί τον χρόνο και τη δυνατότητα να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους ως πρωτοβάθμιοι δικαστές.

1.3. Κατά δεύτερον, η πρόταση αυτή είναι ιδιαιτέρως προβληματική στο βαθμό που συγχέει τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και μετατρέπει τους πρωτοδίκες σε δευτεροβάθμιους δικαστές, συχνά μάλιστα αμέσως μετά την αποφοίτησή τους από τη Σχολή Δικαστών και πριν αποκτήσουν οποιαδήποτε εμπειρία, γνώση και ωριμότητα ως πρώτου βαθμού δικαστές. Η δικονομική παραδοξότητα της σύγχυσης των δύο βαθμών δικαιοδοσίας γεννά εύλογες αμφιβολίες ως προς την ποιοτική παροχή εννόμου προστασίας στον δεύτερο βαθμό και επιβαρύνει, κατ’ αποτέλεσμα, και την ύλη του Αρείου Πάγου.

Β       ΔΥΟ ΝΕΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

1       ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΠΡΩΤΗΣ ΒΑΘΜΙΔΑΣ

1.1. Το κύριο πρόβλημα καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης παρουσιάζεται στον πρώτο βαθμό. Για το λόγο αυτό, απαιτείται η διαδικασία του πρώτου βαθμού να γίνει πιο αποδοτική και αποτελεσματική και αυτό θα επιτευχθεί με την ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού με την οργανική ένταξη των Ειρηνοδικών στα Πρωτοδικεία όπου υπάγονται τα Ειρηνοδικεία στα οποία υπηρετούν, συνοδευόμενη από την απαραίτητη κρίση, αξιολόγηση και επιμόρφωσή τους.

1.2.Η νομική βάση για την ενοποίηση βρίσκεται στην ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «κατά την αληθινή έννοια του άρθρου 88 επιτρέπεται η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής δικαιοσύνης και η ρύθμιση της υπηρεσιακής κατάστασης των δικαστικών λειτουργών του βαθμού αυτού, εφόσον προβλέπεται διαδικασία κρίσης και αξιολόγησης, όπως ο νόμος ορίζει».

1.3.Η δέουσα θεσμική διαδικασία θα αναζητηθεί στις προβλέψεις του νέου Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Το άρθρο 3 προβλέπει Προεδρικό Διάταγμα ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για κατανομή των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών στα δικαστήρια και τις εισαγγελίες. Το δε άρθρο 90 του ίδιου Κώδικα προβλέπει τη διαδικασία αξιολόγησης των Ειρηνοδικών από Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ώστε να κριθεί ποιοι Ειρηνοδίκες μπορούν να ενταχθούν οργανικά στα Πρωτοδικεία. Ασφαλώς απαιτείται πρόβλεψη και για την απαιτούμενη επιμόρφωση στη Σχολή Δικαστών για όσους τουλάχιστον εκ των Ειρηνοδικών δεν έχουν φοιτήσει σε αυτή, όπως συμβαίνει με όσους προσλαμβάνονται τα τελευταία δύο χρόνια.

1.4. Η ενοποίηση των δικαστών πρώτου βαθμού και η οργανική ένταξη των Ειρηνοδικών στα Πρωτοδικεία θα δημιουργήσει δικαστικές μονάδες που ακόμη και στα περιφερειακά Πρωτοδικεία θα έχουν 15-20 δικαστές, γεγονός που θα επιτρέψει εξειδίκευση και δημιουργία χωριστών πολιτικών και ποινικών τμημάτων και θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα κάθε δικαστηριακής μονάδας.

1.5. Η οργανική ένταξη των Ειρηνοδικών στα Πρωτοδικεία δεν οδηγεί αυτοδίκαια στην κατάργηση των Ειρηνοδικείων, καθώς θα εξακολουθήσουν να κάνουν υπηρεσία σε αυτά δικαστές που οργανικά θα ανήκουν στα Πρωτοδικεία της Περιφέρειας του Ειρηνοδικείου και ενδεχομένως και Ειρηνοδίκες που είτε λόγω αξιολόγησης είτε λόγω επιλογής δεν θα ενταχθούν στα Πρωτοδικεία.

1.6. Με την ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού θα επιτευχθεί στην πράξη η διάκριση των δύο βαθμών δικαιοδοσίας και με την προαγωγή Πρωτοδικών και αύξηση του αριθμού των Εφετών θα διασφαλιστεί ότι τις υποθέσεις στον δεύτερο βαθμό θα τις εκδικάζουν δικαστές δεύτερου βαθμού.

1.7. Είναι προφανές ότι για μια τόσο σημαντική θεσμική μεταρρύθμιση, είναι αναγκαία η προηγούμενη ευρεία διαβούλευση όλων των φορέων της Δικαιοσύνης με τη συμμετοχή του Υπουργείου και των θεσμικών εκπροσώπων Δικαστών και Δικηγόρων.

2       ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ

2.1. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι πολλά θέματα που αφορούν στην καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης στην πολιτική και ποινική δίκη συνδέονται με τον υδροκεφαλισμό του Πρωτοδικείου Αθηνών.

2.2. Η λύση στο πρόβλημα αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση η διχοτόμηση ή η τριχοτόμηση του Πρωτοδικείου Αθηνών.

2.3. Η λύση είναι η μεταφορά κατά τόπο αρμοδιότητας στο Πρωτοδικείο του Πειραιά και το πρότυπο ήδη υφίσταται.

Συγκεκριμένα, η κατά τόπο αρμοδιότητα πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων Αθήνας και Πειραιά προτείνεται να ρυθμιστεί όπως ρυθμίστηκε πρόσφατα η κατά τόπο αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων Αθήνας και Πειραιά με τον ν. 5028/2023 (άρθρο 13),

Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, «Στην περιφέρεια του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά εμπίπτουν: α) ο Δήμος Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης εκ των Δήμων της Περιφερειακής Ενότητας Ανατολικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, β) οι Δήμοι της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής της Περιφέρειας Αττικής, γ) ο Δήμος Χαϊδαρίου εκ των Δήμων της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικού Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής, δ) οι Δήμοι της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων της Περιφέρειας Αττικής, ε) οι Δήμοι της Περιφερειακής Ενότητας Νοτίου Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής και στ) οι Δήμοι της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιώς της Περιφέρειας Αττικής».

2.4. Με τον τρόπο αυτό, θα ενοποιηθεί η κατά τόπο αρμοδιότητα πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων Αθήνας και Πειραιά και θα υπάρξει καλύτερη κατανομή των πολιτικών και ποινικών υποθέσεων εντός της Αττικής με αποφόρτιση του Πρωτοδικείου της Αθήνας και ενίσχυση της αρμοδιότητας του Πρωτοδικείου Πειραιά ενόψει και της δρομολογημένης δημιουργίας νέου Δικαστικού Μεγάρου στον Πειραιά.

2.5. Ασφαλώς και είναι αυτονόητο ότι η μεταφορά αρμοδιότητας στο Πρωτοδικείο Πειραιά προκειμένου να συνδράμει στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης και να μην εξελιχθεί σε μεταφορά του προβλήματος από την Αθήνα στον Πειραιά, πρέπει να συνοδευθεί από γενναία αύξηση των οργανικών θέσεων δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων στο Πρωτοδικείο Πειραιά.

*Ηλίας Ι. Κλάππας, Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ